| REUTERS/ WIKIPEDIA/ CreativeProtagon
Επικαιρότητα

Τι κοινό έχει ο «αρχιστράτηγος» Πούτιν με τον Χίτλερ; Κάνει τα ίδια λάθη

Ο βρετανός στρατιωτικός αναλυτής Ρίτσαρντ Κεμπ θεωρεί ότι τα λάθη του ρώσου προέδρου στα ουκρανικά πεδία μαχών θυμίζουν εκείνα που έκανε ο Φίρερ στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο
Protagon Team

«Ο Πούτιν αναφέρεται συνεχώς στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο για να δικαιολογήσει τον πόλεμό του. Μιλάει περί ευρωπαϊκής επίθεσης στη Ρωσία, περί αποναζιστικοποίησης της Ουκρανίας, κ.λπ. Ομως στην πραγματικότητα αυτός μοιάζει με τον Χίτλερ»: Τα παραπάνω έγραψε στο Telegraph o Ρίτσαρντ Κεμπ, ο οποίος πολέμησε στο Ιράκ, στο Αφγανιστάν και στη Βοσνία και πλέον είναι αρθρογράφος πολλών βρετανικών Μέσων.

Ο Κεμπ βρίσκει την εξής ομοιότητα μεταξύ Χίτλερ και Πούτιν: και οι δύο είναι ανίκανοι σαν αρχιστράτηγοι, έγραψε. Εδωσε το παράδειγμα της Μάχης της Δουνκέρκης (1940) σαν λάθος της γερμανικής τακτικής, ενώ σημείωσε ότι «η Ιστορία θα κρίνει την απόφαση του Πούτιν να εισβάλει στην Ουκρανία καταστροφική».

Ο βρετανός στρατιωτικός αναλυτής έχει τη γνώμη ότι «οι ρωσικές επιχειρήσεις πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο» και ότι για την κατάσταση αυτή φταίει ο Πούτιν διότι «διαχειρίζεται όλο και περισσότερο τα διαδραματιζόμενα στο πεδίο της μάχης, όπως και ο Χίτλερ».

«Καθώς η Ουκρανία επιτίθεται σε στρατηγικά σημαντικές πόλεις στα ανατολικά και στα νότια, ο Πούτιν επιμένει σε άλλα σημεία, σπαταλώντας δυνάμεις που θα μπορούσαν να ενισχύσουν τη ρωσική άμυνα αλλού». Γιατί το κάνει αυτό; «Εχει τη μάταιη ελπίδα ότι έτσι, ανακοινώνοντας κάποιου είδους επιθετική επιτυχία, θα καθησυχάσει τους επικριτές του στη Μόσχα».

Αλλά πώς μπορεί να γίνει αυτό, αφού «η σαρωτική ουκρανική αντεπίθεση γύρω από το Χάρκοβο ήταν βαθιά ταπεινωτική για τον Πούτιν»; Διότι «όχι μόνο έχασε έδαφος κοντά στα σύνορα της Ρωσίας, αλλά ενίσχυσε το ηθικό των Ουκρανών και αναζωογόνησε τη Δυτική υποστήριξη». Ο Κεμπ σχολίασε ότι «η Δύση είδε απτά αποτελέσματα από την τεράστια επένδυσή της, οικονομική και στρατιωτική, στην ουκρανική μαχητική ικανότητα».

O βρετανός αρθρογράφος σημειώνει ότι ο ανίκανος Πούτιν δεν κατηγορήθηκε για την αποτυχία, αλλά απεναντίας, με διαταγή του «ξηλώθηκαν» οι στρατηγοί και ήρθαν άλλοι, που τον κολακεύουν καλύτερα. «Τα ίδια έκανε και ο Χίτλερ». Ο Κεμπ έκρινε ότι η ανακατάληψη της πόλης Λιμάν «ήταν ένα σημαντικό στρατηγικό και πολιτικό πλήγμα» για τον Πούτιν, ο οποίος «την ίδια ώρα δήλωνε ότι η επαρχία αυτή θα ήταν στο εξής ρωσική και για πάντα».

Ο αρθρογράφος, βασιζόμενος σε πληροφορίες που δεν κοινοποίησε, ισχυρίστηκε ότι οι ρώσοι φαντάροι στη Λιμάν δεν έλαβαν από τον Πούτιν εντολή οπισθοχώρησης, έτσι «εκατοντάδες αιχμαλωτίστηκαν και ο εξοπλισμός τους κατασχέθηκε ή καταστράφηκε, μειώνοντας περαιτέρω τη ρωσική μαχητική ισχύ».

Κατόπιν ο Κεμπ ασχολήθηκε με τα μέτωπα στον Νότο και ειδικά με τη Χερσώνα. Εγραψε ότι παίζει κομβικό ρόλο η Χερσώνα στα σχέδια του Πούτιν για μελλοντική κατάληψη της Οδησσού και για διασφάλιση της άμυνας της Κριμαίας. «Για αυτόν τον λόγο οι Ρώσοι αποσύρθηκαν από τα ανατολικά και επέτρεψαν στην Ουκρανία να πετύχει νίκες πέριξ του Χαρκόβου». Με την ευκαιρία ζήτησε ενίσχυση του Ζελένσκι με το πολεμικό υλικό που επιμόνως απαιτεί από τους Δυτικούς να του στείλουν.

Επιστρέφοντας στις ευθύνες του Πούτιν, ο Κεμπ παρατήρησε ότι ο ρώσος πρόεδρος θα συνεχίσει στην πεπατημένη της «μικροδιαχείρισης» όσων συμβαίνουν στην εκστρατεία, κάτι που «θα οδηγήσει σε περισσότερα λάθη στα πεδία των μαχών», συνεπώς «και σε μεγαλύτερη αναστάτωση στη Ρωσία» –θεωρείται, και είναι, εντελώς εσφαλμένη προσέγγιση ένας πολιτικός, άσχετος με τις επιχειρησιακές και επιμελητειακές απαιτήσεις ενός πολέμου να ασχολείται με λεπτομέρειες, παρακάμπτοντας ή καπελώνοντας τους καθ’ ύλην αρμόδιους, δηλαδή τους αξιωματικούς.

Το τέλος του άρθρου του είναι ένα βρετανικό σάλπισμα γενικής αντεπίθεσης από πλευράς Δύσης: «Και ο Πούτιν και ο Ζελένσκι θα συνεχίσουν τον πόλεμο καθώς δεν έχουν άλλη επιλογή. Ο τρόπος που έχουμε για να αντιμετωπίσουμε τις πυρηνικές απειλές του Πούτιν είναι να απειλήσουμε και εμείς και να είμαστε έτοιμοι να επιφέρουμε καταστροφικές συνέπειες στη Ρωσία».