Είναι μια ιστορική συγκυρία. Πρώτη φορά από τον Πόλεμο της Κορέας (1950-53), ο ηγέτης της Πιονγιάνγκ θα συναντήσει εν ενεργεία πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών, της χώρας που υπήρξε ο μεγάλος αντίπαλος της κομμουνιστικής πλευράς και δαιμονοποιήθηκε επί επτά δεκαετίες ως τέτοιος. Το πρωί της Τρίτης, 12 Ιουνίου, και παρά τα διπλωματικά και προσωπικά πηγαινέλα, ο Κιμ Γιονγκ-ουν θα συναντήσει τον 45ο πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ στο ουδέτερο έδαφος της Σιγκαπούρης.
Με δεδομένο ότι έχουμε να κάνουμε με δύο απρόβλεπτες προσωπικότητες, δεν είναι απίθανο να υπάρξει ματαίωση της τελευταίας στιγμής.
Ομως προς το παρόν οι προσδοκίες είναι πολύ υψηλές και οι δύο ηγέτες βρίσκονται ήδη στη Σιγκαπούρη. Το έγραψε και ο Τραμπ –πού αλλού;– στο Twitter τη Δευτέρα: «Η ατμόσφαιρα μυρίζει ενθουσιασμό».
Πώς φτάσαμε ως εδώ;
Πριν από 12 μήνες, ακόμη και πριν από το τέλος του 2017, η αντιπαράθεση των δύο ανδρών περιοριζόταν σε φροϋδικές συγκρίσεις για τα πυρηνικά τους, με τον Κιμ να προχωρά σε αλλεπάλληλες πυραυλικές δοκιμές. Ωστόσο η αποκλιμάκωση της έντασης υπήρξε πολύ γρήγορη.
Ο Κιμ Γιονγκ-ουν επέλεξε την Πρωτοχρονιά για να εξαπολύσει επίθεση φιλίας. Είπε κατ’ αρχάς ότι το πυρηνικό του πρόγραμμα είχε ολοκληρωθεί και ότι θα έστελνε αντιπροσώπους στους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες που θα γίνονταν σε ενάμιση μήνα στη Νότια Κορέα.
Οντως, σε μια κίνηση υψηλού συμβολισμού που ξεκλείδωσε τις διαδικασίες, η αδελφή του Κιμ, η Κιμ Γιο-γιονγκ παρέστη στους Αγώνες και μάλιστα συναντήθηκε με τον πρόεδρο της Νότιας Κορέας Μουν Τζάε-ιν. Δύο μήνες αργότερα, στις 27 Απριλίου ο Κιμ και ο Μουν έδωσαν τα χέρια στην αποστρατιωτικοποιημένη μεθόριο των δύο χωρών και συμφώνησαν «πλήρη αποπυρηνικοποίηση». Ηταν μια ιστορική στιγμή.
Πόση σημασία έχει ο ρόλος του Μουν;
Ο Μουν ήταν αυτός που μεσολάβησε για τις συνομιλίες μεταξύ των βορειοκορεατών και των αμερικανών αξιωματούχων, μετά την ολοκλήρωση των πρώτων επαφών του με τον Κιμ. Και υπήρξε και δεύτερη συνάντησή του με τον Κιμ (αυτή τη φορά στα τέλη Μαΐου), η οποία λειτούργησε καταπραϋντικά και έδωσε την ευκαιρία στον Τραμπ να ακυρώσει την –με ημερομηνία 24 Μαΐου 2018– απόφασή του να μην υπάρξει η σύνοδος της Σιγκαπούρης.
Ο Guardian σημείωσε ότι όταν ένας νοτιοκορεάτης αξιωματούχος μετέφερε ότι ο Κιμ θέλει να συναντήσει τον πρόεδρο των ΗΠΑ, ο Τραμπ δέχτηκε επί τόπου.
Αρα έλιωσαν οι πάγοι;
Οι κινήσεις είναι θεαματικές, αλλά ενδεχομένως είναι νωρίς να πούμε ότι η κατάσταση έχει εξομαλυνθεί πλήρως και ότι η κορεατική χερσόνησος βαδίζει στον δρόμο της ειρήνευσης.
Τι επιδιώκει ο Τραμπ;
Η διεθνής κοινότητα -άρα και οι ΗΠΑ- θέλουν να αποσπάσουν από τη Βόρεια Κορέα τη δέσμευση ότι θα εγκαταλείψει πλήρως το πυρηνικό της πρόγραμμα, κάτι που έχει διακηρύξει, αν και δεν είναι εύκολο να την πιστέψουν όλοι.
Πιστεύεται ότι η Βόρεια Κορέα έχει βιολογικά και χημικά όπλα που και αυτά είναι απειλή για την ειρήνη και για τις γειτονικές χώρες. Ωστόσο δεν θεωρείται πιθανό ότι ο Τραμπ θα θέσει τα ζητήματα.
Αν αυτό λέει κάτι για τις προσδοκίες του αμερικανού προέδρου, ο Τραμπ το Σάββατο, μετά το φιάσκο της συνόδου της G7, έλεγε ότι «θα καταλάβουμε σε ένα λεπτό σε τι αποσκοπεί» ο Κιμ. Σε άλλη ευκαιρία είχε πει ότι «δεν θα υπογράψουμε τίποτα» και θα ήθελε να έλθει η ημέρα όπου θα άρει τις κυρώσεις κατά της Βόρειας Κορέας. Τι θα συμβεί από όλα αυτά, δεν έχουμε παρά να περιμένουμε να δούμε.
Τι είναι αυτό που λένε «αποπυρηνικοποίηση»;
Πάντως οι δύο πλευρές δεν φαίνεται να συμφωνούν για το περιεχόμενο της λέξης και την έκταση που θα πάρει η απόσυρση των πυρηνικών.
Οι ΗΠΑ θα ήθελαν έναν πλήρη και οριστικό αφοπλισμό της Βόρειας Κορέας, όπου ο Κιμ θα δεχθεί να αποσυναρμολογήσει τις πυρηνικές κεφαλές, να τις στείλει εκτός χώρας και να δεχθεί διεθνείς επιθεωρητές που θα τα πιστοποιήσουν όλα αυτά.
Αντιθέτως η Βόρεια Κορέα θα ήθελε μια σταδιακή προσέγγιση, όπου κάθε δική της παραχώρηση/υποχώρηση θα «απαντάται» από μια αντίστοιχη ενέργεια της Ουάσινγκτον. Μεταξύ άλλων θα ήθελε να λάβει οικονομική βοήθεια, αποκατάσταση διπλωματικών δεσμών ακόμη και συνθήκης ειρήνης για τον πόλεμο της Κορέας.
Μπορεί να τελειώσει ο… ατελείωτος πόλεμος;
Αυτό το ενδεχόμενο της ανακοίνωσης της συνθήκης ειρήνης μπορεί να είναι από τα πιο εντυπωσιακά αποτελέσματα της συνόδου – αν φυσικά υλοποιηθεί. Από το 1953 είναι σε ισχύ απλώς μια ανακωχή. Η πιθανότητα είναι πάντως μικρή, γιατί πιθανόν πρέπει να υπογράψει και η Κίνα που είχε υπογράψει και την ανακωχή το 1953.