Ο κ. Στουρνάρας υπενθύμισε ότι οποιαδήποτε παρέκκλιση από τους στόχους του Προϋπολογισμού για τις δαπάνες δεν είναι αποδεκτή | CreativeProtagon
Επικαιρότητα

Τι εννοεί ο Γιάννης Στουρνάρας;

Τι θέλει να πει και σε ποιους ο κεντρικός τραπεζίτης, που διανύει το δέκατο έτος της θητείας του - Ο πολιτικός κύκλος και οι κίνδυνοι από την έξαρση των πολιτικών παθών - Εξι καμπανάκια προς την κυβέρνηση και τα κόμματα στην τελευταία του έκθεση για την οικονομία
Ζώης Τσώλης

Οι κεντρικοί τραπεζίτες, όπως και οι κυβερνήσεις, επηρεάζονται (αν δεν καθορίζονται) στον λόγο τους από τον εκλογικό κύκλο και, φυσικά, από τα πολιτικά προγνωστικά τους.

Εξαίρεση αποτέλεσε ο Νίκος Γκαργκάνας, ο οποίος, στην αρχή ως υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος και στη συνέχεια –από το 2002 έως και 2008– από τη θέση του διοικητή, κρατούσε τον ίδιο σκληρό λόγο, ανησυχούσε μόνιμα για τον πληθωρισμό και το δημόσιο χρέος. Ηταν αυτός που εισηγήθηκε στον στενό του φίλο Κώστα Σημίτη την αφαίρεση από την ΑΤΑ (τις αυξήσεις που δίνονταν τότε μέσω της αυτόματης τιμαριθμικής αναπροσαρμογής σε μισθούς και συντάξεις) του εισαγόμενου πληθωρισμού, προκειμένου να μην πληγεί η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.

Στη συνέχεια, ο διάδοχος του Γιώργος Προβόπουλος, στην εξαετή θητεία του (2008-2014) στην Κεντρική Τράπεζα μετρούσε πάντα τις λέξεις του. Μοναδική εξαίρεση το καλοκαίρι του 2009, όταν είχε προεξοφληθεί η πτώση της κυβέρνησης Κώστα Καραμανλή: τον ενημέρωσε κατ’ ιδίαν ότι το έλλειμα του προϋπολογισμού ήταν διψήφιο (12,5%) και σε συνδυασμό με το επίσης διψήφιο έλλειμμα του ισοζυγίου πληρωμών οδηγούμαστε εκτός αγορών…

Τη διαχείριση της κρίσης που όλοι γνωρίζουμε ανέλαβαν οι «συνήθεις ύποπτοι», αυτοί που πρωταγωνίστησαν στο στερέωμα της οικονομικής πολιτικής τις προηγούμενες δεκαετίες. Ο Λουκάς Παπαδήμος έγινε υπηρεσιακός πρωθυπουργός και ο Γιάννης Στουρνάρας υπουργός Οικονομικών την περίοδο 2012-2014 – μέχρι τον Ιούνιο της ίδιας χρονιάς, όταν και ανέλαβε τη διοίκηση της Τράπεζας της Ελλάδος, θέση στην οποία συμπληρώνει αισίως 10 ολόκληρα χρόνια.

Ισως αυτή να είναι και η τελευταία του θητεία. Επομένως, η προχθεσινή έκθεσή του για την πορεία της οικονομίας και οι παραινέσεις του προς την κυβέρνηση και την αντιπολίτευση αποκτούν ιδιαίτερη σημασία.

Τι είπε, λοιπόν, και κυρίως τι εννοούσε ο Στουρνάρας;

Επιπροσθέτως, το δημόσιο χρέος θα επιβαρύνεται χρόνο με τον χρόνο λόγω δαπανών των νέων εξοπλιστικών προγραμμάτων, στις οποίες η κυβέρνηση Μητσοτάκη εξαναγκάστηκε να προχωρήσει εξαιτίας των συνεχών απειλών της η Τουρκία, αγοράζοντας F35 από τις ΗΠΑ, πολεμικά αεροσκάφη Rafale και φρεγάτες Beiharra από τη Γαλλία, τανκς και τεθωρακισμένα οχήματα από τη Γερμανία. Το κόστος είναι μεγάλο και θα επιβαρύνει απευθείας το δημόσιο χρέος κατά τον χρόνο παραλαβής των οπλικών συστημάτων.

Πρέπει να «τρέξει» το Ταμείο Ανάκαμψης

Η τελευταία του επισήμανση, σε ιδιαίτερο κεφάλαιο της έκθεσης, είναι πως, παρότι μέχρι στιγμής η Ελλάδα συνεχίζει να συγκαταλέγεται στους πρωτοπόρους της ΕΕ στην απορρόφηση πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, τα πράγματα δεν είναι ρόδινα, καθώς τα τελευταία στοιχεία (Ιανουάριος 2024) δείχνουν ότι από τα 36 δισ. ευρώ που έχουν εγκριθεί για τη χώρα, έχουν εισρεύσει 15 δισ. ευρώ, αλλά στις επιχειρήσεις έχουν φτάσει μόλις 5 δισ. ευρώ.

Συνολικά, η Ελλάδα έχει εισπράξει 14,9 δισ. ευρώ (41% των διαθέσιμων πόρων), εκ των οποίων 7,7 σε επιχορηγήσεις και 7,3 σε δάνεια, ενώ πλέον η ανησυχία είναι ότι, καθώς μπαίνουμε σε προεκλογική περίοδο, οι αποφάσεις για τις χρηματοδοτήσεις θα είναι πιο δύσκολες και ο κρατικός μηχανισμός περισσότερο δυσκίνητος. 

Σύμφωνα με στοιχεία, στο ΤΑΑ έχουν ενταχθεί έργα για χρηματοδότηση μέσω επιχορηγήσεων ύψους 20,7 δισ. ευρώ, που αντιστοιχεί στο σύνολο του Προϋπολογισμού. Οταν, όμως, τα στοιχεία επικεντρώνονται στις εκταμιεύσεις επιχορηγήσεων προς επιχειρήσεις, εμφανίζονται σημαντικές καθυστερήσεις.

Μέχρι το τέλος Δεκεμβρίου του 2023, οι μεταβιβάσεις από τον κρατικό Προϋπολογισμό προς επιχειρήσεις και δημόσιους φορείς ανέρχονταν σε 5,3 δισ. ευρώ. Εξ αυτών μόνο 2,4 δισ. ευρώ είχαν καταβληθεί στις επιχειρήσεις, γεγονός που αντανακλά τη γραφειοκρατία και τις δυσκολίες των φορέων σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο ως προς τη διοικητική διεκπεραίωση και υλοποίηση των σχεδίων.