Η τρομοκρατική επίθεση που έγινε το απόγευμα της Τετάρτης στην Αγκυρα με τους πέντε νεκρούς και τους 22 τραυματίες ήταν το τελευταίο αιματηρό επεισόδιο ενός φαύλου πολέμου μεταξύ της Τουρκίας και του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (PKK). Το αξιοσημείωτο, όμως, στην προκειμένη περίπτωση είναι πως σημειώθηκε εν μέσω εικασιών περί πιθανής σύναψης συμφωνίας μεταξύ των δύο πλευρών για μια κατάπαυση του πυρός.
Στο παρελθόν παρόμοια περιστατικά εκμηδένιζαν αυτομάτως κάθε πιθανότητα προσέγγισης, τροφοδοτώντας συγχρόνως την αμοιβαία εχθρότητα. Αυτήν τη φορά, ωστόσο, η περίσταση ενδέχεται να είναι διαφορετική, παρά τις τουρκικές αεροπορικές επιδρομές κατά βάσεων του PKK στη Συρία και στο Ιράκ το βράδυ της Τετάρτης.
«Το όνομα του Αμπντουλάχ Οτσαλάν ιδρυτή του PKK αντηχεί δυνατά και, παραδόξως, γεννά μια ελπίδα για ειρήνη», γράφει σε ανταπόκρισή του από την Αγκυρα ο Ντανιέλε Καστελάνι Περέλι της La Repubblica.
Θυμίζει πως τον Οτσαλάν πρώτος τον επικαλέστηκε, πριν από λίγες ημέρες, ο Ντεβλέτ Μπαχτσελί ο ακροδεξιός κυβερνητικός εταίρος του Ερντογάν, αφήνοντας να εννοηθεί ότι θα συμφωνούσε με την υπό όρους αποφυλάκισή του, εάν εκείνος αποκήρυσσε δημοσίως την ένοπλη δράση και καλούσε τα μέλη του ΡΚΚ να παραδώσουν τα όπλα.
Ακολούθησε, την Τετάρτη, η τρομοκρατική επίθεση στην Αγκυρα (από δύο μέλη του PKK) και στη συνέχεια τα τουρκικά αντίποινα. Ωστόσο την επομένη της επίθεσης αποκαλύφθηκε πως επίσης την Τετάρτη, λίγες ώρες νωρίτερα, συνέβη και κάτι άλλο: επετράπη στον Αμπντουλάχ Οτσαλάν να δει έναν συγγενή του για πρώτη φορά έπειτα από πολλά χρόνια: στο νησί Ιμαρλί, στη Θάλασσα του Μαρμαρά, όπου κρατείται, συναντήθηκε με τον ανιψιό του και βουλευτή του Κόμματος Ισότητας των Λαών και της Δημοκρατίας (στο οποίο ενσωματώθηκε το φιλοκουρδικό HDP) Ομέρ Οτσαλάν.
Οσον αφορά το περιεχόμενο της συνομιλίας τους, «εάν οι συνθήκες είναι κατάλληλες, έχω τη θεωρητική και πρακτική δύναμη να μεταφέρω αυτή τη διαδικασία από το επίπεδο της σύγκρουσης και της βίας σε ένα πολιτικό και νομικό επίπεδο», δήλωσε ο Αμπντουλάχ Οτσαλάν σύμφωνα με τον ανιψιό του.
Σε ανάλυσή του ο Ρίτσαρντ Σπένσερ, ανταποκριτής των λονδρέζικων Times στην Μέση Ανατολή από το 2016 έως το 2023, γράφει πως η απόφαση να επιτραπεί στον Οτσαλάν να δει έναν συγγενή του, λίγες ώρες πριν από την τρομοκρατική επίθεση ήταν μάλλον συμπωματική. Ωστόσο αυτό δεν αποκλείει το ενδεχόμενο η επίθεση στην Αγκυρα να ήταν μια απόπειρα του ΡΚΚ ή μιας από τις πιο ακραίες φατρίες του να αποτρέψουν τη συνέχιση των όποιων συνομιλιών. «Μια σειρά από ανακατατάξεις στην τουρκική πολιτική και στη Μέση Ανατολή, γενικότερα, παρέχουν κίνητρα για μια διευθέτηση αυτής της μακροχρόνιας διαμάχης, περισσότερα από κάθε άλλη φορά εδώ και χρόνια», γράφει ο βρετανός δημοσιογράφος.
Η σύγκρουση μεταξύ του PKK και της Αγκυρας συνεχίζεται εδώ και περισσότερο από τέσσερις δεκαετίες. Δεν είναι από τις πιο σφοδρές αλλά συγκαταλέγεται μεταξύ των πιο περίπλοκων. Στη δεκαετία του 1980 η σύρραξη απεικονιζόταν διεθνώς ως ένας πόλεμος μεταξύ των μαρξιστών ανταρτών του PKK που επιδίωκαν την αυτονομία τους και ενός αυταρχικού κράτους, της Τουρκίας, που υποστηριζόταν από τις ΗΠΑ.
Ο Μάικλ Σπένσερ αναφέρει σχετικά πως ο αγώνας των Κούρδων υποστηρίχθηκε από πλήθος αριστερών διανοούμενων σε όλον τον κόσμο, με τον Χάρολντ Πίντερ να γράφει ακόμη και ένα σύντομο θεατρικό έργο, την «Βουνίσια Γλώσσα», το οποίο αποτελεί «μια παραβολή για τα βασανιστήρια και τη μοίρα του κουρδικού λαού», όπως είχε εξηγήσει ο ίδιος ο συγγραφέας.
Ωστόσο τα δεδομένα άλλαξαν άρδην εξαιτίας δύο σημαντικών γεγονότων. Το πρώτο ήταν η κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης, η συνακόλουθη απαξίωση της μαρξιστικής ιδεολογίας και μια παγκόσμια εναντίωση στην τρομοκρατία και την επαναστατική αντάρτικη δράση κάθε είδους, γεγονός που εξηγεί γιατί ΝΑΤΟ, ΗΠΑ και ΕΕ χαρακτηρίζουν το PKK ως τρομοκρατική οργάνωση.
Σε αυτό το πλαίσιο ο Χαφέζ αλ Ασαντ, ο προκάτοχος και πατέρας του νυν επικεφαλής του συριακού καθεστώτος Μπασάρ αλ-Ασαντ, πείστηκε να εκδιώξει (τον Οκτώβριο 1988) το PKK από τη Συρία, όπου το κουρδικό κίνημα είχε την έδρα του, περιλαμβανομένου και του Αμπντουλάχ Οτσαλάν. Επειτα από μια σύντομη περιοδεία αρχικά ανά την Ευρώπη και στη συνέχεια στην Αφρική, ο κούρδος ηγέτης απήχθη, τελικά, από τούρκους πράκτορες στο Ναϊρόμπι και μετήχθη στην Κωνσταντινούπολη, όπου καταδικάστηκε σε θάνατο, ποινή η οποία στη συνέχεια μετατράπηκε σε ισόβια κάθειρξη χωρίς δικαίωμα αναστολής.
Ιδεολογικές μετατοπίσεις
Ο δημοσιογράφος των Times γράφει πως στη φυλακή οι πολιτικές πεποιθήσεις του Οτσαλάν άρχισαν σταδιακά να αλλάζουν, με τον έγκλειστο κούρδο μαχητή να ασπάζεται τη σκέψη του αμερικανού ελευθεριακού στοχαστή Μάρεϊ Μπούκτσιν. Ομως την ίδια περίοδο μια ιδεολογική μετατόπιση λάμβανε χώρα επίσης στην Τουρκία, με την εκλογή του ισλαμιστή Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην εξουσία. Τo 2013, έπειτα από μυστικές συνομιλίες, επιτεύχθηκε μια πετυχημένη, σε μεγάλο βαθμό, κατάπαυση του πυρός, με τον Οτσαλάν, μάλιστα, να κάνει λόγο για το τέλος του ένοπλου αγώνα.
Επρόκειτο για μια ιστορική εξέλιξη, η οποία, όμως, συνέπεσε με ένα άλλο, εξίσου, σημαντικό γεγονός: στο πλαίσιο του εμφύλιου πολέμου στη Συρία οι εναπομείναντες υποστηρικτές του PKK στη χώρα εκμεταλλεύτηκαν την σχεδόν κατάρρευση του καθεστώτος Ασαντ για να συστήσουν ένα αυτόνομο κράτος στα βορειοανατολικά.
Με το PKK να έχει αποσυρθεί στην κουρδική επικράτεια του βόρειου Ιράκ, η Τουρκία αισθάνθηκε ότι απειλείται, ειδικά μετά από τις καλές επιδόσεις των κουρδικών κομμάτων στις γενικές εκλογές του 2015. Επιπλέον η Αγκυρα υποστήριζε επίσης ισλαμιστικές ομάδες σύρων ανταρτών που συγκρούονταν με τις κουρδικές δυνάμεις στη Βόρεια Συρία.
Σε αυτό το πλαίσιο η εκεχειρία κατέρρευσε ενώ οι συγκρούσεις που ακολούθησαν ήταν εξαιρετικά βίαιες. Ωστόσο αυτή τη φορά τα δεδομένα στη διεθνή σκηνή ήταν πολύ διαφορετικά, καθώς οι ΗΠΑ θεωρούσαν το YPG, το παρακλάδι του PKK στη Συρία, κορυφαίο τοπικό σύμμαχό τους στον πόλεμο κατά του Ισλαμικού Κράτους. Ενώ η Τουρκία επίσης μετείχε —θεωρητικά τουλάχιστον— στον πόλεμο κατά του ISIS, στη μάχη μεταξύ Αγκυρας και PKK, η Ουάσιγκτον αναγκάστηκε να κρατήσει ίσες αποστάσεις, παραβλέποντας τον χαρακτηρισμό του YPG από την Τουρκία ως τρομοκρατική οργάνωση.
Για κάποιο διάστημα φαινόταν πως οι σχέσεις της Τουρκίας με τις ΗΠΑ, και το ΝΑΤΟ γενικότερα, επρόκειτο να καταρρεύσουν εντελώς, και λόγω της ολοένα πιο αυταρχικής και αντιδυτικής στάσης του Ερντογάν. Σε αυτό το πλαίσιο ο τούρκος πρόεδρος σφυρηλάτησε έναν στενό προσωπικό δεσμό με τον Βλαντίμιρ Πούτιν. Αλλά ο πόλεμος στην Ουκρανία και μια σειρά από άλλες συγκρούσεις, ιδίως η Λιβύη, όπου η Μόσχα και η Αγκυρα βρέθηκαν να υποστηρίζουν αντίπαλα στρατόπεδα, άλλαξαν εκ νέου τα δεδομένα.
Ο Μάικλ Σπένσερ γράφει πως ο 70χρονος, πλέον, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ενδέχεται να βλέπει το ζήτημα της ειρήνευσης με τους Κούρδους ως ζήτημα κληρονομιάς. Ο Οτσαλάν είναι επίσης μεγάλος πια, 75 ετών και ενώ, λόγω της πολυετούς του παραμονής στην απομόνωση οι ακριβείς του θέσεις δεν είναι γνωστές, θεωρείται, πλέον, πως δρα ως μια κατευναστική δύναμη απέναντι στον κουρδικό εξτρεμισμό.
«Ο Οτσαλάν είναι ένας άνθρωπος με σημαντικές αντιλήψεις για τη Μέση Ανατολή και τον κόσμο και η αποστολή του είναι η ειρήνη», είπε στον απεσταλμένο της La Repubblica στην Αγκυρα ο Ταγίπ Τεμέλ, αντιπρόεδρος του φιλοκουρδικού Κόμματος Ισότητας των Λαών και της Δημοκρατίας. Περισσότερο ξεκάθαρη, ωστόσο, ήταν η εκπρόσωπός του κόμματος, Αϊσεγκιούλ Ντογάν: «Ερντογάν, αν μιλάς σοβαρά, βάλε τέλος στην απομόνωση του Οτσαλάν και πήγαινε να τον επισκεφτεί εσύ ο ίδιος στο νησί. Μόνο έτσι θα καταλάβουμε εάν θέλεις πραγματικά την ειρήνη», είπε, και, όντως, το κρίσιμο ζήτημα στην παρούσα φάση είναι εάν ο τούρκος πρόεδρος θα αποδεχτεί την έμμεση πρόσκληση του Οτσαλάν από τη φυλακή για συνομιλίες ή εάν θα συνεχίσει να βάλλει κατά κουρδικών θέσεων στο Ιράκ και στη Συρία.