Ως «δεκαετίες δικτατορίας και μυστικών» χαρακτηρίζει ο Γκουίντο Ολίμπιο της Corriere della Sera τη μακρά κυριαρχία των Ασαντ στη Συρία, σημειώνοντας ότι πολλά από αυτά τα μυστικά θα μπορούσαν, πλέον, να βγουν στο φως από τα αρχεία του καθεστώτος, εφόσον οι τελευταίοι πιστοί τού φυγά πρώην δικτάτορα δεν πρόλαβαν να καταστρέψουν τουλάχιστον τους πιο ενοχοποιητικούς από τους φακέλους.
«Την Κυριακή οι αντάρτες άρχισαν να απελευθερώνουν τους εκατοντάδες κρατούμενους που κρατούνταν σε άθλιες συνθήκες, και ποιος ξέρει αν τώρα δεν αναζητούν ντοκουμέντα στα γραφεία των υπηρεσιών πληροφοριών;» γράφει o ιταλός αναλυτής με ειδίκευση στην τρομοκρατία και στις μυστικές υπηρεσίες.
Εξηγεί πως το καθεστώς Ασαντ είχε προβεί στη σύσταση διαφόρων υπηρεσιών ασφαλείας, επιδιώκοντας έτσι να ασκεί ασφυκτικό έλεγχο στους αντιπάλους του, αλλά και να αποτρέπει υπερβολική συγκέντρωση ισχύος σε μία μόνο υπηρεσία. «Επομένως, υπάρχουν πολλά να ανακαλυφθούν, αρκετά εκ των οποίων αφορούν όλα όσα συνέβησαν στη Μέση Ανατολή τα τελευταία 50 χρόνια» γράφει ο Ολίμπιο.
Επιστρέφοντας στο παρελθόν, θυμίζει ότι μετά από το τέλος του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου η Συρία προσέφερε άσυλο σε ανώτερα στελέχη του ναζιστικού κόμματος. Ανάμεσά τους ξεχώριζε ο διαβόητος Αλόις Μπρούνερ, δεξί χέρι του αρχιτέκτονα του Ολοκαυτώματος Αντολφ Αϊχμαν, ο οποίος και ανέλαβε χρέη συμβούλου του καθεστώτος με ειδίκευση στα βασανιστήρια, όπως μας πληροφορεί ο δημοσιογράφος της Corriere.
Τον αυστριακό αρχιναζί είχαν αποπειραθεί να σκοτώσουν δύο φορές οι Ισραηλινοί, με «παγιδευμένες» επιστολές, καταφέρνοντας «μόνο» να του στερήσουν ένα μάτι και μερικά δάχτυλα. Ο εν λόγω φάκελος είναι λίγο πολύ γνωστός, αλλά θα μπορούσαν να έρθουν στο φως νέες λεπτομέρειες.
Το Ισραήλ σίγουρα θα ήθελε επίσης να μάθει πού βρίσκονται τα λείψανα του Ελι Κοέν, του κατασκόπου της Μοσάντ που απαγχονίστηκε το 1965, έχοντας καταφέρει, όμως, την προηγούμενη τετραετία, να διεισδύσει στα ανώτατα κλιμάκια του συριακού καθεστώτος (τα τελευταία χρόνια οι Ισραηλινοί προέβησαν ακόμη και σε στρατολόγηση ανταρτών, με την ελπίδα ότι αυτοί θα μπορούσαν να ανακαλύψουν τον τάφο του).
Στα κρατικά αρχεία ενδέχεται επίσης να εμπεριέχονται άγνωστες λεπτομέρειες για τον πόλεμο του Λιβάνου, για δολοφονίες πολιτικών προσώπων –από χριστιανούς μέχρι τον λιβανέζο πρώην πρωθυπουργό Ραφίκ Χαρίρι–, για τρομοκρατικές επιθέσεις, για Δυτικούς που απήχθησαν και δεν επέστρεψαν ποτέ, για συνωμοσίες κάθε είδους, συνοψίζει ο Γκουίντο Ολίμπιο.
Oι Ασαντ προσέφεραν επίσης καταφύγιο στον διαβόητο βενεζουελανό τρομοκράτη Κάρλος, ο οποίος ζούσε στη Δαμασκό μαζί με τη γυναίκα του και το δεξί του χέρι έως την αρχή της δεκαετίας του 1990. Τον δρόμο προς τη Δαμασκό διένυσαν επίσης τα μέλη του εξτρεμιστικού Ιαπωνικού Κόκκινου Στρατού, καθώς και του Μυστικού Αρμενικού Στρατού για την Απελευθέρωση της Αρμενίας, ο ιδρυτής του Μαρξιστικού-Λενινιστικού Λαϊκού Μετώπου για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης Ζορζ Χαμπάς και ηγετικά στελέχη άλλων παλαιστινιακών οργανώσεων.
Από τη Συρία πέρασαν και πολλοί ευρωπαίοι θιασώτες του ένοπλου αγώνα, ενώ υπάρχουν ακόμα αναπάντητα ερωτήματα όσον αφορά τις πιθανές σχέσεις των μυστικών υπηρεσιών της Δαμασκού με διάφορες τρομοκρατικές οργανώσεις, αλλά και την πιθανή εμπλοκή τους σε πολύκροτες υποθέσεις που δεν έχουν ακόμη διαλευκανθεί πλήρως, με τον αναλυτή της Corriere να αναφέρεται ενδεικτικά στην τραγωδία που έλαβε χώρα στους αιθέρες πάνω από το Λόκερμπι της Σκωτίας τον Δεκέμβριο του 1988.
«Ισως υπάρχουν στοιχεία που να αποδεικνύουν την ενοχή ή την αθωότητά τους» γράφει ο Ολίμπιο. «Οι ιστορίες του παρελθόντος αναμειγνύονται με άλλες που φτάνουν έως σήμερα» προσθέτει, αναφερόμενος στους στενούς δεσμούς της Δαμασκού με τη Χεζμπολάχ (η οποία είχε μετατρέψει τη Συρία σε βάση επιμελητείας) και στην πολύπλοκη σχέση με τη Δύναμη Κουντς των Φρουρών της Επανάστασης του Ιράν.
Θα μπορούσαν επίσης να υπάρχουν στοιχεία για το σύμφωνο με τη Μόσχα, τις συμμαχίες με άλλα καθεστώτα, τις φιλίες με πολιτικούς από χώρες εχθρικές προς τη Συρία, όπως η αμερικανίδα πρώην βουλευτής των Δημοκρατικών Τάλσι Γκάμπαρντ, την οποία ο Ντόναλντ Τραμπ μόλις διόρισε διευθύντρια της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών.
«Τα τελευταία χρόνια αρκετές Δυτικές και αραβικές κυβερνήσεις είχαν αρχίσει ξανά τον διάλογο με τον Ασαντ (ο οποίος έγινε εκ νέου αποδεκτός), ώστε να λαμβάνουν πληροφορίες για ύποπτα στοιχεία, να αποκαταστήσουν τις διμερείς σχέσεις, να προσπαθήσουν να τον απομακρύνουν από την Τεχεράνη. Τα Εμιράτα, οι Σαουδάραβες, οι Ιορδανοί και οι Αιγύπτιοι εργάστηκαν για να πετύχουν μια αλλαγή –με τις πετρελαϊκές μοναρχίες πρόθυμες να προσφέρουν επενδύσεις–, αλλά ο δικτάτορας είπε όχι, πεπεισμένος ότι η ρωσο-ιρανική ασπίδα ήταν η καλύτερη. Αλλά έκανε λάθος, παρά τον στρατό των κατασκόπων» καταλήγει ο Γκουίντο Ολίμπιο στην Corriere della Sera.