Το 2018 υπήρξε το τέταρτο θερμότερο έτος στη μετεωρολογική Ιστορία καθώς από μια συγκυρία και μόνο υπήρξε κάπως πιο κρύο από ό,τι τα τρία προηγούμενα έτη, σύμφωνα με εκτιμήσεις αμερικανών επιστημόνων.
Η μέση παγκόσμια θερμοκρασία πέρυσι ήταν 14,96 βαθμοί Κελσίου, δηλαδή 0,77 βαθμοί πάνω από τον μέσο όρο της περιόδου αναφοράς 1951-1980 και 1,16 βαθμοί πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα (πριν δηλαδή από τον 19ο αιώνα). Αυτή είναι η εκτίμηση του οργανισμού Berkeley Earth της Καλιφόρνιας.
Παράλληλα, και η Ιαπωνική Μετεωρολογική Υπηρεσία έχει εκτιμήσει ότι το 2018 υπήρξε το τέταρτο θερμότερο έτος από το 1850.
Οι επίσημες ανακοινώσεις των αμερικανικών υπηρεσιών θα καθυστερήσουν λόγω της αναστολής λειτουργίας της ομοσπονδιακής κυβέρνησης (shutdown).
Η μικρή μείωση της θερμοκρασίας πέρυσι αποδίδεται κυρίως στις διακυμάνσεις που προκαλούν τα φαινόμενα Ελ Νίνιο και Λα Νίνια. Ο κλιματολόγος του Μπέρκλεϊ Ζέκε Χαουζφάδερ ξεκαθάρισε ότι η πτώση του θερμομέτρου το 2018 δεν αντανακλά κάποια ευρύτερη τάση μείωσης της παγκόσμιας θερμοκρασίας. Αντίθετα, «η μακροπρόθεσμη τάση είναι εντυπωσιακά ξεκάθαρη».
Σε ένα άλλο μέτωπο, η Μετεωρολογική Υπηρεσία της Βρετανίας εκτίμησε ότι το 2019 θα υπάρξει μια από τις μεγαλύτερες αυξήσεις στα επίπεδα του διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα κατά τις τελευταίες έξι δεκαετίες, καθώς συνεχίζεται η μαζική κατανάλωση των ορυκτών καυσίμων, ενώ τα δάση και οι ωκεανοί εμφανίζουν ολοένα μικρότερη ικανότητα να απορροφούν το επιπλέον διοξείδιο.
Το παρατηρητήριο αναφοράς στο όρος Μάουνα Λόα της Χαβάης έχει καταγράψει αύξηση κατά περίπου 30% του ατμοσφαιρικού διοξειδίου από το 1958. Το 2013 κατέγραψε συγκεντρώσεις διοξειδίου για πρώτη φορά άνω των 400 ppm (μερών ανά εκατομμύριο). Το 2019, σύμφωνα με τους βρετανούς επιστήμονες, τα μέσα επίπεδα του άνθρακα στην ατμόσφαιρα αναμένεται να αυξηθούν κατά 2,8 ppm (περισσότερο από όσο το 2018) και να φθάσουν τα 411 ppm, τα υψηλότερα τουλάχιστον των τελευταίων 800.000 ετών.
Στην αρχή της βιομηχανικής εποχής τα επίπεδα του διοξειδίου ήταν περίπου 280 ppm. Η μέση ετήσια αύξηση, που ήταν λιγότερο από 1 ppm στη δεκαετία του 1950, αγγίζει πλέον τα 3 ppm. Μια ακόμη μεγαλύτερη ετήσια αύξηση (3,4 ppm) είχε συμβεί το 2016 λόγω ενός πολύ ισχυρού Ελ Νίνιο.