Σάλο έχουν προκαλέσει στη Βρετανία οι αποκαλύψεις του BBC για τις πολλαπλές σεξουαλικές επιθέσεις -μεταξύ των οποίων είναι και πέντε βιασμοί- του πρώην ιδιοκτήτη των Harrods Μοχάμεντ Αλ Φαγιέντ εναντίον υπαλλήλων του.
Τουλάχιστον είκοσι γυναίκες κατήγγειλαν τον Αλ Φαγιέντ, σε ντοκιμαντέρ του βρετανικού δικτύου το οποίο προβλήθηκε την Πέμπτη. Και είπαν ότι αποφάσισαν να μιλήσουν μετα το θανατό του διότι προηγουμένως φοβούνταν για τις ίδιες και τις οικογένειές τους. Ο Αλ Φαγιέντ, ο οποίος πέθανε πέρυσι σε ηλικία 94 ετών, ήταν ιδιοκτήτης του Harrods μεταξύ 1985 και 2010
Η σημερινή ιδιοκτησία του Harrods δηλώνει σοκαρισμένη από τα όσα βλέπουν το φως της δημοσιότητας και την Παρασκευή εξέδωσε ανακοίνωση με την οποία ζητά συγγνώμη.
«Είμαστε απόλυτα συγκλονισμένοι από τους ισχυρισμούς περί κακοποίησης που διέπραξε ο Μοχάμεντ Αλ Φαγιέντ. Πρόκειται για τις πράξεις ενός ατόμου που είχε σκοπό να καταχράται την εξουσία του όπου κι αν δρούσε και τις καταδικάζουμε με τον πιο έντονο τρόπο. Αναγνωρίζουμε επίσης ότι κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου ως επιχείρηση απογοητεύσαμε τους υπαλλήλους μας που ήταν τα θύματά του και γι’ αυτό ζητάμε ειλικρινά συγγνώμη», αναφέρει μεταξύ άλλων η ανακοίνωση.
Η νέα ιδιοκτησία των Harrods αισθάνθηκε υποχρεωμένη να επισημάνει και την προσήλωσή της στο δίκαιο, υπογραμμίζοντας ότι προτίθεται να διευθετήσει τις αξιώσεις των γυναικών άμεσα, αποφεύγοντας μακροχρόνιες νομικές διαδικασίες. Δεσμεύτηκε, δε, ότι ανάλογες εργοδοτικές συμπεριφορές δεν θα επαναληφθούν ποτέ στο μέλλον.
«Ηταν τέρας, αρπακτικό!»
Στο ντοκιμαντέρ του BBC οι γυναίκες – θύματα του πρώην ιδιοκτήτη των Harrods αφηγήθηκαν εμπειρίες βίας, κακοποίησης και τρόμου.
Αυτό που τις ώθησε να μιλήσουν τώρα, έγραψε η ιταλική Corriere dela Sera, «ήταν πάνω από όλα το πορτρέτο ενός χαρούμενου και φιλικού ηλικιωμένου άνδρα, το οποίο φιλοτέχνησε το δράμα ‘‘The Crown’’ στο Netflix». Υπενθυμίζεται ότι ο γιος του αιγυπτίου επιχειρηματία, ο Ντόντι Αλ Φαγιέντ, σκοτώθηκε μαζί με την πριγκίπισσα Νταϊάνα στο τροχαίο των Παρισίων το 1997, το οποίο θεωρητικώς συγκλόνισε το Μπάκιγχαμ. Ο πατέρας του Ντότι, όμως, κατάφερε να συνδυάσει τη θλίψη του με το κυνήγι φουστανιών μέσα στο μαγαζί του.
«Είχε τη συνήθεια να διαλέγει θύματα ψάχνοντας στους ορόφους του πολυκαταστήματος. Αυτές που του άρεσαν περισσότερο κατέληξαν στο προσωπικό γραφείο του. Οπως είπε ένα από τα θύματά του, προτού τα κορίτσια αναλάβουν υπηρεσία υποβάλλονταν σε γυναικολογικές εξετάσεις και σε εξετάσεις αίματος». Βίτσιο του παππού; Μάλλον φόβος ότι «εκεί έξω», στην κανονική ζωή, σέρνονται και αρρώστιες. Μία από αυτές τις γυναίκες, με το όνομα Τζέμα, είπε απερίφραστα: «Ημουν 24 χρόνων και δεν μπορούσα να βρω το κουράγιο να το αντιταχθώ».
Και συνέχισε την καταγγελία της: «Ξεκινούσε με λεκτικούς επαίνους, μετά άπλωνε τα χέρια του και σου έλεγε ότι πρέπει να είσαι πιο καλή. Και τα ταξίδια στο εξωτερικό ήταν δύσκολα, αφού αφαιρούσε το κλειδί του δωματίου». Η Corriere dela Sera έγραψε ότι η κοπέλα βιάστηκε πρώτη φορά στη Villa Windsor, στο Παρίσι, στο πρώην σπίτι του Εδουάρδου Η’ και της Γουόλις Σίμπσον.
Ρόμπα και βαζελίνη
Κατά την καταγγελία της Τζέμα, ο Αλ Φαγιέντ εμφανίστηκε μπροστά της «φορώντας μόνο μια μεταξωτή ρόμπα και κρατώντας ένα βάζο με βαζελίνη». Στη συνέχεια την ανάγκασε να πλυθεί με απολυμαντικό. Γιατί; Για να εξαφανιστεί το δικό του DNA: «Ηταν σαφές ότι δεν ήθελε να υπάρχει κανένα ίχνος της πράξης του».
Η Τζέμα παραιτήθηκε για λόγους υγείας, όμως ο Αλ Φαγιέντ δεν την άφησε ήσυχη. «Ελαβα πολλά τηλεφωνήματα από την ομάδα του. Μου ζητούσαν να επικοινωνήσω με τους ιατρούς του για θεραπεία, κ.ά.». Η υπάλληλος δεν εξομολογήθηκε σε κανέναν τη βία που υπέστη, επειδή φοβόταν. «Ο Αλ Φαγιέντ ήταν πολύ πλούσιος και ισχυρός, έχοντας στην υπηρεσία του φρουρούς, ιατρούς, επαγγελματίες κάθε είδους».
Ενα άλλο θύμα, ονόματι Σοφία, ισχυρίζεται στο BBC ότι βιάστηκε επανειλημμένως την εποχή που εργαζόταν ως προσωπική βοηθός του, από το 1988 μέχρι το 1991. «Ο πραγματικός Αλ Φαγιέντ ήταν πολύ διαφορετικός από το πώς τον δείχνει το ‘‘The Crown’’. Ο κόσμος δεν πρέπει να τον θυμάται έτσι. Ηταν τέρας, ένα σεξουαλικό αρπακτικό». Ο δικηγόρος των γυναικών αυτών είπε ότι όλη η ομάδα του επιχειρηματία λειτουργούσε ως εγκληματική οργάνωση, στο πλαίσιο «ενός απίστευτου δικτύου διαφθοράς και κατάχρησης».
Οσο ζούσε, ο Αλ Φαγιέντ είχε κατηγορηθεί για παρενόχληση δύο φορές, την πρώτη το 2009, εις βάρος 15χρονης, υπόθεση που «συγκράτησε» η Εισαγγελία του Στέμματος, ενώ τη δεύτερη, το 2013, ανακρίθηκε από την αστυνομία έπειτα από καταγγελίες μιας γυναίκας που ισχυρίστηκε ότι είχε δεχθεί επίθεση στο διαμέρισμά της. Αυτή δεύτερη υπόθεση έκλεισε, άνοιξε ξανά και τελικώς έκλεισε οριστικά το 2015.