Οι αναφορές στους «χαρούμενους οπαδούς» δεν έλειψαν από τις δηλώσεις των νικητών λίγο μετά τη λήξη του τελικού του Κυπέλλου. Φυσιολογικό θα έλεγε κανείς εάν δεν είχε παρακολουθήσει τον αγώνα και όσα είχαν προηγηθεί εκτός των τεσσάρων περιμετρικών γραμμών του αγωνιστικού χώρου. Διότι μόνο «γιορτή του ποδοσφαίρου» δεν ήταν ο αγώνας κι ας είχε μουσική, χορευτικά, drones και άλλα χάπενινγκ. Μπορεί το φιλέτο που παρουσίασαν οι 22 σεφ να ήταν εύγευστο και η γαρνιτούρα της ΕΠΟ να έμοιαζε ευφάνταστη, ωστόσο η επίγευση που έμεινε στον ουρανίσκο ήταν απαίσια. Για ακόμη μία φορά…
Γιορτή με καπνογόνα, δακρυγόνα, φωτιές, σιδερολοστούς, ζώνες με βαριές αγκράφες και κουκούλες fullface δεν γίνεται. Το πως (ξανά)βρέθηκαν τέτοια πράγματα σε γήπεδο είναι ένα ερώτημα που θα απασχολήσει αρμόδιους και αναρμόδιους, ειδικούς και δήθεν επαΐοντες, σχολιαστές τηλεοπτικών εκπομπών, βετεράνους ποδοσφαιριστές, «παράγοντες» και εκπροσώπους «συνδέσμων» κλπ. Ολοι θα εκφράσουν τη λύπη τους και θα αναζητήσουν τους υπαίτιους δίχως να ρίξουν ούτε ματιά στον καθρέφτη και θα αναλύσουν τα «βαθύτερα αίτια» αποφεύγοντας να θίξουν τους «αγνούς φιλάθλους». Οι κερκίδες των γηπέδων είναι το πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέι για τον ελληνικό αθλητισμό. Διαχρονικά. Αλλά αυτή είναι η «εκλεκτή πελατεία», αυτή που καταναλώνει το προϊόν. Γι’ αυτό και η ευθύνη συνήθως καταλογίζεται στον διαιτητή, στην αστυνομία, στο ζαβό το ριζικό μας…