Η ατμόσφαιρα για τον Νίκο Παππά αρχίζει να βαραίνει. Ηταν αισθητό στην υποτονική συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ το προηγούμενο Σαββατοκύριακο. Ο εξ απορρήτων του Αλέξη Τσίπρα και εμπνευστής της διαδικασίας «κάθαρσης» του τηλεοπτικού τοπίου απουσίαζε – όπως φάνηκε, έπαιζε ένα ιδιότυπο κυνηγητό με κάτι «ρεπόρτερ» στην Νέα Υόρκη – όμως το πνεύμα του ήταν εκεί.
Στα πηγαδάκια της κατά τα άλλα αδιάφορης συνεδρίασης άκουγε κανείς συνεχώς το όνομά του. Ακουγε, όπως μεταφέρουν παρευρισκόμενοι, και έντονη κριτική για την τροπή που παίρνει η διαδικασία αδειοδότησης των καναλιών. Ακόμη και υψηλόβαθμα κυβερνητικά στελέχη δεν έκρυβαν την δυσαρέσκειά τους για τις εξελίξεις και τη θολή εικόνα που εκπέμπεται έπειτα από την δημοπράτηση των αδειών.
Λίγες ημέρες αργότερα, η Τασία Χριστοδουλοπούλου, από την θέση της προέδρου της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας, δεν κατόρθωσε να προστατεύσει τον υπουργό Επικρατείας. Παρά την άρνησή της να αποδεχθεί ευθύς εξαρχής το αίτημα της αντιπολίτευσης για την παρουσία του στην Επιτροπή Θεσμών, παγιδεύτηκε από τους συντονισμένους ελιγμούς των Βαγγέλη Βενιζέλου και Μάκη Βορίδη και αναγκάστηκε να υποχωρήσει.
Ετσι, ο Νίκος Παππάς και ο γενικός γραμματέας Ενημέρωσης Λευτέρης Κρέτσος είναι υποχρεωμένοι να παρουσιαστούν εντός μηνός ενώπιον της Επιτροπής και να δώσουν εξηγήσεις. Για τη διαδικασία αδειοδότησης των καναλιών, για τα πόθεν έσχες του Καλογρίτσα, για τις σχέσεις με την Τράπεζα Αττικής, για τα βοσκοτόπια…
Σε αυτό το κλίμα, η οπισθοφυλακή του ΣΥΡΙΖΑ, εκεί στα γραφεία της Κουμουνδούρου όπου Τσίπρας και Παππάς έχουν να πατήσουν κάτι μήνες, είναι αισθητό ότι ψάχνει τρόπους αντίδρασης.
Οπως κάτι αντίστοιχο είναι αισθητό σε συζητήσεις με βουλευτές και λοιπούς αξιωματούχους της πλειοψηφίας: «Ρωτήστε τον Παππά και τον Κρέτσο», είναι η τυπική απάντηση όταν ανοίγει μία συζήτηση για τις εξελίξεις στο θέμα Καλογρίτσα.
Σύμφωνα με μία γενικευμένη παρατήρηση στα πολιτικά γραφεία κυβέρνησης και αντιπολίτευσης, στο αμέσως προσεχές διάστημα κρίνεται εν πολλοίς το κατά πόσον η γνωστή έως σήμερα ηγετική ομάδα της κυβέρνησης θα κατορθώσει να συνεχίσει με την ίδια σύνθεση το όποιο έργο της.
Ενα στοιχείο που κατά πολλούς αποτελεί την πολιτική αχίλλειο πτέρνα του διδύμου Παππά – Κρέτσου, ήταν η διαδικασία που ακολούθησε την δημοπρασία-πόκερ και τον χορό των προς το παρόν αόρατων εκατομμυρίων. Κατ’ αυτήν την διαδικασία, με ταχύτητα εντυπωσιακή και χωρίς πολλά περαιτέρω, η Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης ανακοίνωσε λίγες ημέρες αργότερα το «καλώς έχειν» σε ό,τι αφορά την προέλευση των χρημάτων. Πιστοποίησε την καθαρότητα και έβαλε τη σφραγίδα της.
Στην σχετική ανακοίνωση της 10ης Σεπτεμβρίου αναφερόταν: «Στους τέσσερις υπερθεματιστές που αναδείχθηκαν, εξετάστηκε από την αρμόδια επιτροπή η προέλευση και ο τρόπος απόκτησης των οικονομικών μέσων που θα διατεθούν, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παράγραφο 8.1 της προκήρυξης. Το συνολικό τίμημα για τις τέσσερις άδειες ανήλθε στο ποσό των 246.000.000 € και σε δεκαπέντε μέρες από την οριστική κατακύρωση οι υπερθεματιστές θα καταβάλουν την πρώτη δόση από τις συνολικά τρεις. Με την επιτυχημένη ολοκλήρωση της διαδικασίας, διαμορφώνεται πλέον ένα τηλεοπτικό τοπίο βασισμένο στις αρχές της νομιμότητας, μετά από δεκαετίες ενός άναρχου τηλεοπτικού περιβάλλοντος, ενώ το Δημόσιο θα εισπράξει ένα πολύ σημαντικό ποσό από την αδειοδότηση».
Επειτα από όσα ακολούθησαν, ο γενικός γραμματέας Ενημέρωσης καλείται να δώσει εξηγήσεις. Τουλάχιστον στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής.
Ο πολιτικός του προϊστάμενος Νίκος Παππάς έχει ούτως ή άλλως την πολιτική ευθύνη για όλην την διαδικασία.
Στους κύκλους της κυβερνητικής πλειοψηφίας ο εκνευρισμός πλέον είναι αισθητός. Οι αντιδράσεις είναι σπασμωδικές και το αίσθημα πολιτικής αυτοσυντήρησης φαίνεται πως κυριαρχεί σε όλες τις ενέργειες και δηλώσεις. Χαρακτηριστική, αλλά όχι μοναδική, η περίπτωση του υπουργού Εσωτερικών Παναγιώτη Κουρουμπλή που την Τρίτη πρόλαβε να πει ότι «θα έχουν ποινικές και πολιτικές ευθύνες αυτοί που ανακήρυξαν τον κ. Καλογρίτσα υπερθεματιστή αν αποδειχθεί προβληματικό το Πόθεν Εσχες του» και έπειτα να σπεύσει άρον-άρον να το διορθώσει, προφανώς για να μην υπάρξουν και βαριές παρεξηγήσεις μέσα στο Υπουργικό.
Η συζήτηση που αιωρείται όμως πλέον βαριά πάνω από το Μέγαρο Μαξίμου είναι πώς θα κατορθώσει το περιβάλλον του Πρωθυπουργού να «καθαρίσει» την υπόθεση, την οποία χειρίστηκε από την αρχή έως το τέλος και που πλέον εξελίσσεται σε φιάσκο.
Και όπως επισημαίνουν κάποιες από τις παλιές καραβάνες της Αριστεράς, το αίσθημα αυτοσυντήρησης του Τσίπρα προφανώς και θα είναι ισχυρότερο, αν και όταν τα πράγματα φθάσουν στο απροχώρητο. «Ακόμη και αν δεν μπορείς να αποτρέψεις την πτώση, το πρώτο που ξεφορτώνεσαι είναι τα βαρίδια», λένε οι ίδιες πηγές. Συνέβη και σε άλλους, από τον Ανδρέα έως τον Καραμανλή τον νεότερο.