Η δέσμευση του Ντόναλντ Τραμπ και των συμμάχων του περί εξαπόλυσης μιας επίθεσης κατά στόχων εντός της επικράτειας της Συρίας – παρά τις προειδοποιήσεις περί άμεσης και σκληρής απάντησης από την πλευρά της Ρωσίας- θα μπορούσε σίγουρα να αποτελέσει και μια επίδειξη δύναμης με πρωταγωνιστές τους κατασκευαστές δύο εκ των πιο εξελιγμένων πυραυλικών συστημάτων στον κόσμο. Θεωρείται σχεδόν βέβαιο πως η αμερικανική απάντηση στην τελευταία επίθεση του καθεστώτος Ασαντ με χημικά όπλα (όπως υποστηρίζει η Δύση) κατά αμάχων θα είναι ένας καταιγισμός από πυραύλους Τόμαχοκ, κόστους άνω των 800.000 ευρώ έκαστος, ίδιους με αυτούς που έπληξαν μια αεροπορική βάση των κυβερνητικών δυνάμεων της Συρίας πέρυσι τον Απρίλιο.
Η επίθεση της Δύσης, ωστόσο, θα μπορούσε κάλλιστα να αποκρουστεί με απόλυτη, μάλιστα, επιτυχία χάρη στο πιο πρόσφατο από τα επιτεύγματα της ρωσικής πολεμικής βιομηχανίας, το S-400 Triumph, ένα από τα πιο προηγμένα πυραυλικά συστήματα αεράμυνας στον κόσμο. Δεδομένης της χαοτικής κατάστασης που επικρατεί πλέον στην επικράτεια της Συρίας, οι ΗΠΑ κατά πάσα πιθανότητα θα αποπειραθούν να πλήξουν βάσεις του καθεστώτος Ασαντ με πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς, όπως συνέβη και πέρυσι, μετά την επίθεση με χημικά όπλα στην πόλη Χαν Σεϊχούν. Τότε το Κρεμλίνο επέλεξε να μη χρησιμοποιήσει τα πυραυλικά του συστήματα αεράμυνας, πιθανώς διότι -επισημαίνει η βρετανική Telegraph– οι Ρώσοι διαθέτουν ένα κατά πολύ μικρότερο πυραυλικό οπλοστάσιο συγκριτικά με τους Αμερικανούς.
Σήμερα, ωστόσο, ο Πούτιν και οι στρατηγοί του εμφανίζονται αποφασισμένοι να αξιοποιήσουν πλήρως την εξαιρετική δύναμη πυρός που διαθέτουν, με πολλούς αναλυτές να υποστηρίζουν πως η έκβαση της αντιπαράθεσης ανάμεσα στους Τόμαχοκ του Τραμπ και τους πυραύλους των S-400 του Πούτιν είναι πιθανό να αλλάξει δραματικά τις όποιες προβλέψεις, τόσο της Ουάσινγκτον όσο και της Μόσχας, όσον αφορά την εξέλιξη των στρατιωτικών επιχειρήσεων στη Συρία αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο.
Το επικρατέστερο σενάριο
Σύμφωνα με το πιθανότερο (και πιο μετριοπαθές) σενάριο, η αμερικανική επίθεση θα αποτελέσει μια πυραυλική «εκστρατεία» διάρκειας μίας ή λίγων ημερών, κατά το πρότυπο των πυραυλικών πληγμάτων που εξαπέλυσε ο Ντόναλντ Τραμπ πριν από έναν χρόνο με την ίδια αφορμή. Την 7η Απριλίου του 2017, τρεις ημέρες μετά την επίθεση των καθεστωτικών δυνάμεων με χημικά όπλα κατά αμάχων στην πόλη Χαν Σεϊχούν, 59 πύραυλοι Τόμαχοκ έπληξαν την αεροπορική βάση Αλ Σαϊράτ.
Οι Αμερικανοί είχαν προειδοποιήσει, τότε, τους Ρώσους για την επικείμενη επίθεσή τους μέσω ενός διαύλου επικοινωνίας που είχε δημιουργηθεί μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων με στόχο την αποφυγή κάποιου θερμού επεισοδίου. Αξίζει να σημειωθεί ότι το Πεντάγωνο προέβη στην εν λόγω κίνηση γνωρίζοντας ότι οι Ρώσοι θα μπορούσαν να ενημερώσουν τους Σύρους συμμάχους τους σχετικά με τις προθέσεις των Αμερικανών, ούτως ώστε να μετακινήσουν μαχητικά αεροσκάφη και λοιπά οπλικά συστήματα από την αεροπορική βάση που επρόκειτο να πληγεί.
Το υπερόπλο των Αμερικανών
Σήμερα, έπειτα από επτά χρόνια πολέμου, η επικράτεια της Συρίας που ελέγχεται από τις κυβερνητικές δυνάμεις είναι γεμάτη με πυραυλικά συστήματα αεράμυνας. Αλλά τα μοναδικά που θα μπορούσαν να απειλήσουν τα σχέδια των Αμερικανών και των συμμάχων τους είναι τα ρωσικά. Οι δυνάμεις της Δύσης θα μπορούσαν να επιτεθούν με τα υπερσύγχρονα μαχητικά αεροσκάφη που διαθέτουν, κινδυνεύοντας, ωστόσο, να θρηνήσουν ανθρώπινες απώλειες, εκτός και εάν επέλεγαν να πλήξουν αυτοί πρώτοι τα ρωσικά συστήματα αεράμυνας. Αλλά αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα να σκοτωθούν ρώσοι στρατιωτικοί. Για αυτόν τον λόγο, οι πύραυλοι μεγάλου βεληνεκούς αποτελούν τον πλέον κατάλληλο τρόπο για να πληγούν οι αεροπορικές βάσεις του Ασαντ, δίχως να διακινδυνεύσουν οι Αμερικανοί το ενδεχόμενο μιας στρατιωτικής αντιπαράθεσης ανάμεσα στην Ουάσινγκτον και τη Μόσχα. Οι πύραυλοι Τόμαχοκ που διαθέτουν τα πλοία του αμερικανικού πολεμικού ναυτικού αλλά και τα υποβρύχια της Βρετανίας έχουν βεληνεκές από 1.300 έως 2.400 χιλιόμετρα και μπορούν να μεταφέρουν συμβατικές κεφαλές με 450 κιλά εκρηκτικών.
Πετώντας με ταχύτητα μεγαλύτερη των 850 χιλιομέτρων την ώρα, μόλις μερικά μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, οι Τόμαχοκ μπορούν να παρακάμψουν τα περισσότερα συμβατικά συστήματα εντοπισμού και αεράμυνας. Στην επίθεση κατά της αεροπορικής βάσης Αλ Σαϊράτ ο καθένας από τους 59 πυραύλους Τόμαχοκ που εκτοξεύτηκαν από δύο αμερικανικά αντιτορπιλικά που έπλεαν στην Ανατολική Μεσόγειο ήταν προγραμματισμένος να πλήξει έναν συγκεκριμένο στόχο, είτε επρόκειτο για τον πύργο ελέγχου, τις αποθήκες καυσίμων και πυρομαχικών, τα αμυντικά συστήματα αεράμυνας ή τις εγκαταστάσεις των ραντάρ. Οι μεγάλου βεληνεκούς υποηχητικοί πύραυλοι Τόμαχοκ αποτελούν εδώ και δεκαετίες την αιχμή του δόρατος της αμερικανικής πολεμικής μηχανής, έχοντας πλήξει στόχους στο Ιράκ, στο Κόσοβο, στο Αφγανιστάν και στη Λιβύη. Αλλά ποτέ δεν χρειάστηκε να αντιμετωπίσουν ένα πυραυλικό σύστημα αεράμυνας τόσο προηγμένο όσο το S-400.
Η απάντηση των Ρώσων
To S-400 Triumph ανήκει στην τελευταία γενιά μιας σειράς ολοένα και πιο εξελιγμένων οπλικών συστημάτων και θεωρείται ένα από τα πιο προηγμένα συστήματα αεράμυνας στον κόσμο. Είναι εξοπλισμένο με ένα πανίσχυρο ραντάρ και ένα καινοτόμο σύστημα πλοήγησης που καθιστά δυνατή τη στόχευση δεκάδων εχθρικών αεροσκαφών σε απόσταση έως και 400 χιλιομέτρων. Και παρότι η ακτίνα εντοπισμού εχθρικών πυραύλων δεν ξεπερνά τα 120 χιλιόμετρα, οι πύραυλοι του συστήματος S-400 κινούνται με ταχύτητα ενός χιλιομέτρου το δευτερόλεπτο και μπορούν να πλήξουν στόχους που πετούν σε χαμηλό υψόμετρο, όπως οι Τόμαχοκ των Αμερικανών. Οι Ρώσοι προέβησαν στην εγκατάσταση των S-400 στην αεροπορική τους βάση στην περιοχή της Λατάκειας το 2015, αμέσως μετά την κατάρριψη ενός ρωσικού βομβαρδιστικού από μαχητικό αεροσκάφος των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων.
Οι πύραυλοι 9M96, που συνήθως εκτοξεύονται από τα S-400 κατά εχθρικών πυραύλων, εντοπίζουν τον στόχο τους σε ποσοστό 70%, οπότε συστήνεται η εκτόξευση δύο πυραύλων ανά στόχο ώστε να είναι σίγουρο το πλήγμα. Αλλά είναι πολύ πιθανό οι Αμερικανοί να ξεπεράσουν το εν λόγω ζήτημα, εκτοξεύοντας έναν υπερβολικό αριθμό πυραύλων Τόμαχοκ. Ειδικά γνωρίζοντας πως οι Ρώσοι φέρεται να έχουν στη διάθεσή τους έως το πολύ 60 πυραύλους.
Αυτό σημαίνει ότι μία επίθεση ανάλογη με εκείνη που πραγματοποιήθηκε κατά της βάσης Αλ Σαϊράτ δεν θα μπορούσε να αποκρουστεί από τους Ρώσους. Αλλά αποτελεί γεγονός πως εάν τελικά πραγματοποιηθεί η επίθεση των Αμερικανών και των συμμάχων τους στη Συρία, τότε θα είναι η πρώτη φορά που τα δύο υπερσύγχρονα οπλικά συστήματα θα βρεθούν αντιμέτωπα.