Γυναίκες εναντίον γυναικών, παραταγμένες αντικριστά και έτοιμες να ριχτούν στη μάχη, μια μάχη για το σεξ, τη συναίνεση και το γυναικείο σώμα, μια μάχη στο πλαίσιο της οποίας δύσκολα μπορεί να αποφανθεί κανείς ποιος έχει δίκιο και ποιος άδικο.
Το αναπάντεχο και συγχρόνως «ιστορικό», σύμφωνα τουλάχιστον με εκπρόσωπο των νικητριών, συμβάν έλαβε χώρα στο Σέφιλντ της Βόρειας Αγγλίας, όπου ένας συνασπισμός φεμινιστικών οργανώσεων προέβη σε πλήθος ενεργειών με στόχο το οριστικό σφράγισμα ενός «strip club», στριπτιτζάδικου κοινώς.
Στο τέλος, ωστόσο, οι τοπικές αρχές αποφάνθηκαν υπέρ της ανανέωσης της άδειας λειτουργίας του, χαροποιώντας ιδιαίτερα τις στριπτιζέζ που εργάζονται εκεί. Οι οποίες, μάλιστα, θέλοντας να προασπιστούν το δικαίωμα στην εργασία αλλά και στην αυτοδιάθεση του σώματός τους, δεν δίστασαν κατά τους προηγούμενους μήνες να πραγματοποιήσουν πορείες και συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας στους δρόμους της πόλης τους, φορώντας τα ρούχα της δουλειάς.
Οι προσπάθειες για το κλείσιμο του εν λόγω καταστήματος που ανήκει στην Spearmint Rhino (μια αμερικανική αλυσίδα strip clubs με μαγαζιά στις ΗΠΑ, τη Βρετανία και την Αυστραλία) ξεκίνησαν πριν από καιρό. Κορυφώθηκαν, ωστόσο, τον περασμένο Φεβρουάριο, όταν τα μέλη μίας από τις εμπλεκόμενες φεμινιστικές οργανώσεις προσέλαβαν ντετέκτιβ για να καταγράψουν μυστικά με κάμερες όλα όσα λάμβαναν χώρα στους χώρους του κλαμπ.
Στο πλαίσιο της έρευνας που διεξήγαγαν στη συνέχεια οι δημοτικές αρχές της πόλης διαπιστώθηκε πως μερικές από τις γυναίκες άγγιζαν με σεξουαλικό τρόπο – όπως αναφέρει ο Guardian σε ρεπορτάζ του – άλλοτε τους πελάτες και άλλοτε τις συναδέλφισσές τους, πέρα από τον ίδιο τους τον εαυτό, παραβιάζοντας 74 φορές τους κανόνες που ορίζονται στην άδεια λειτουργίας και 145 φορές τον εσωτερικό κώδικα δεοντολογίας του κλαμπ.
Την περασμένη Δευτέρα, ωστόσο, έπειτα από μια ακρόαση διάρκειας οχτώ ωρών ενώπιον των μελών του δημοτικού συμβουλίου κατά την οποία κατέθεσαν οι άμεσα εμπλεκόμενες στην υπόθεση, νικήτριες αναδείχθηκαν οι στριπτιζέζ. Οι ηττημένες φεμινίστριες καταδίκασαν, φυσικά, την απόφαση, και δεσμεύτηκαν πως θα συνεχίσουν τον αγώνα τους.
Αλλά η Σίλια Λίστερ που εργάζεται στο επίμαχο μαγαζί δήλωσε πως τόσο η ίδια όσο και η συναδέλφισσές της «πετάξαμε στον έβδομο ουρανό» στο άκουσμα της απόφασης, την οποία χαρακτήρισε «ορόσημο στην πορεία για την άρση του κοινωνικού στίγματος που περιβάλλει τη σεξουαλική εργασία».
Μια άλλη χορεύτρια αναγνώρισε πως πρέπει να γίνουν ακόμα πολλά ώστε να καταστεί η βιομηχανία του σεξ «πιο ασφαλής και πιο δίκαιη», κάνοντας λόγο για μια ιδιαίτερα δύσκολη χρονιά για όλες τις στριπτιζέζ της Βρετανίας οι οποίες έπεσαν θύματα «σεξουαλικής αντικειμενοποίησης, απόρριψης και εκδικητικής πορνογραφίας» ενώ «οι φεμινίστριες που διατείνονται ότι μας διασώζουν μας αγνοούσαν».
«Δεν είμαστε αντικείμενα του σεξ, όπως μας περιέγραψαν», υπογράμμισε μια τρίτη εργαζόμενη, «είμαστε σύνθετες και πολυεπίπεδες όπως ο καθένας και στην πραγματικότητα, οι πελάτες μας αντιμετωπίζουν ως ανθρώπους, περισσότερο από τις υποτιθέμενες φεμινίστριες».
Οι οποίες, αντιθέτως, χαρακτήρισαν την απόφαση του δημοτικού συμβουλίου «συγκλονιστική», υποστηρίζοντας πως οι υπερβολικά θετικές μαρτυρίες των γυναικών που εργάζονται στο μαγαζί, αποδεικνύει ότι «καταδυναστεύονται» από τους ίδιους τους εργοδότες τους. «Τα strip clubs ενισχύουν την άποψη σύμφωνα με την οποία οι άνδρες έχουν κυριαρχικά δικαιώματα επί των σωμάτων των γυναικών», σημείωσε μια από τις επικεφαλής των φεμινιστριών.
Αλλά μαζί με τις εργαζόμενες του Spearmint Rhino συμπαρατάχθηκαν επίσης ακαδημαϊκοί και φοιτητικές ενώσεις του τοπικού πανεπιστημίου, υπογραμμίζοντας πως η κρυφή βιντεοσκόπηση των χορευτριών εν ώρα εργασίας σίγουρα δεν μπορεί να χαρακτηριστεί φεμινιστική ενέργεια.
Σύμφωνα, μάλιστα, με τη Ρόζα Βινς, κάτοικο του Σέφιλντ και ακαδημαϊκό με ειδίκευση στη σεξουαλική αντικειμενοποίηση, «ως φεμινίστριες πρέπει να ενδιαφερόμαστε για τη συναίνεση στη σεξουαλική επαφή, και αυτό συνεπάγεται ότι θα πρέπει να πιστεύουμε τις γυναίκες όταν δηλώνουν πως συναινούν».