Οι υπόγειοι δίαυλοι μεταξύ υποτίθεται διακριτών εξουσιών –εκτελεστικής και δικαστικής–, οι συγκρούσεις μεταξύ ενός υπουργού και του αναπληρωτή του, ο ρόλος του πολιτικού τους προϊστάμενου, δηλαδή του Πρωθυπουργού της χώρας και όλα αυτά με φόντο μια έρευνα για παράνομες πρακτικές μιας κολοσσιαίας φαρμακοβιομηχανίας η οποία όμως εκφυλίστηκε σε ένα παιχνίδι πολιτικών διώξεων. Με λίγα λόγια: η «σκευωρία», όπως χαρακτηρίζεται, της Novartis…
Αυτό το πλέγμα της εξουσίας και της παραεξουσίας που έλαβε χώρα την τελευταία διετία αποκαλύπτεται στην 19σελιδη κατάθεση του αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ιωάννη Αγγελή, η οποία περιλαμβάνεται στη δικογραφία που διαβιβάστηκε στη Βουλή και αναφέρει τόσο τον πρώην αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης Δημήτρη Παπαγγελόπουλο όσο και τον τέως Πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα.
Χαρακτηριστική η φράση «η απόφαση πρέπει να ληφθεί από άλλον, τον οποίο και θα ενημερώσω», την οποία ο κ. Αγγελής αποδίδει στον τέως υπουργό Δικαιοσύνης Μιχάλη Καλογήρου. Με αυτή τη φράση ο αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου θέλησε να δείξει εμμέσως πλην σαφώς ότι η τότε πολιτική ηγεσία και μάλιστα στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο –πάνω από τον υπουργό Δικαιοσύνης, άρα ποιος;–, γνώριζε τι συνέβαινε αναφορικά με τους επίμαχους χειρισμούς στην υπόθεση της Novartis. Ο κ. Αγγελής δεν κατονομάζει τον κ. Τσίπρα.
Στη 19σέλιδη κατάθεση Αγγελή πάντως δεν υπάρχει μόνο η φράση του κ. Καλογήρου, αλλά και η ενόχληση του τελευταίου για τους χειρισμούς του αναπληρωτή του, κ. Παπαγγελόπουλου. Αποτυπώνεται δε η «εκρηκτική» σχέση με την εισαγγελέα Διαφθοράς Ελένη Τουλουπάκη αναφορικά με τους χειρισμούς της στην υπόθεση Novartis.
Υπάρχει για παράδειγμα ένα περιστατικό που εμφανίζει τον κ. Καλογήρου (υπ. Δικαιοσύνης το διάστημα Αύγουστος ’18 – Ιούλιος ’19) όχι μόνον να είναι πλήρως ενημερωμένος από τον ίδιο, αλλά και να στρέφεται κατά των χειρισμών της Τουλουπάκη.
Το περιγράφει το ρεπορτάζ του Λάμπρου Σταυρόπουλου και της Μίνας Μουστάκα στα «Νέα» της Παρασκευής:
Μετά το περίφημο ταξίδι στη Βιέννη, στο οποίο συμμετείχε και ο Αγγελής μαζί με την Τουλουπάκη και τους αντεισαγγελείς Τζούρα και Μανώλη, όπου υπήρξε συνάντηση με εκπροσώπους του FBI για θέματα δικαστικής συνδρομής, ο ίδιος επιδίωξε αμέσως συνάντηση με τον Καλογήρου. Μάλιστα, με την επιστροφή του στις 4 Δεκεμβρίου 2018 καταθέτει ότι πήγε κατευθείαν από το αεροδρόμιο στο γραφείο του υπουργού Δικαιοσύνης μαζί με την τότε επιθεωρήτρια Δημόσιας Διοίκησης, που είχε άμεση εμπλοκή στην έρευνα για τη Novartis, Μαρία Παπασπύρου. Εκεί εξέθεσε στον Καλογήρου τα όσα διημείφθησαν στη Βιέννη και την έντονη διαφωνία που είχε με την Τουλουπάκη, η οποία, σύμφωνα με την κατάθεση του Αγγελή, επεδίωκε να κάνει γνωστό στους Αμερικανούς ότι «θα ασκούσε ποινική δίωξη κατά τριών πολιτικών προσώπων, δηλαδή Λοβέρδου, Γεωργιάδη και Σαλμά». Τότε, φέρεται ο Αγγελής να διερωτήθηκε «ποιος τέλος πάντων κάνει κουμάντο σ’ αυτήν τη δικογραφία», δηλαδή «ποιος καθορίζει τη στρατηγική των ενεργειών των εισαγγελέων Διαφθοράς». Ο ίδιος, σύμφωνα με πληροφορίες, αναφέρει στην κατάθεσή του ότι «ήμουν απολύτως βέβαιος ότι οι εισαγγελείς Διαφθοράς δεν ενεργούσαν με δική τους πρωτοβουλία» και πίστευε ότι «πίσω από αυτούς υπήρχε μια αόρατη δύναμη, ένα τρίτο πρόσωπο που κινούσε τα νήματα στους χειρισμούς της υπόθεσης με εμφανέστατες συνέπειες».
Στη Βιέννη ο Αγγελής κατάλαβε, όπως φέρεται να έχει πει στον αντεισαγγελέα Ευάγγελο Ζαχαρή, ότι «η δίωξη ήταν στοχοποιημένη και προαποφασισμένη στο πρόσωπο των τριών πολιτικών». Οταν βρέθηκε στο γραφείο του Καλογήρου και του εξέθεσε αναλυτικά ποια γραμμή ακολουθούσε η Τουλουπάκη εν αγνοία του, αν και επόπτης της Εισαγγελίας Διαφθοράς, αλλά και εν αγνοία της εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, ο υπουργός Δικαιοσύνης «εξεμάνη στην κυριολεξία, δείχνοντας ότι δεν συμφωνούσε με αυτή την τακτική, και άρχισε να καταφέρεται κατά του “Ρασπούτιν” που κατηύθυνε την κυρία Τουλουπάκη», όπως φέρεται να αναφέρει στην κατάθεσή του με έμφαση. Ο Αγγελής τού είπε ότι δεν είναι διατεθειμένος να συνδέσει το όνομά του με αυτές τις τακτικές και τέθηκε ευθέως ζήτημα απομάκρυνσης της Τουλουπάκη από τη θέση της. Ο δε υπουργός Δικαιοσύνης φέρεται να διευκρίνισε ότι συμφωνούσε προσωπικά με την απομάκρυνσή της, «πλην όμως η απόφαση θα έπρεπε να ληφθεί από άλλον, τον οποίο και θα ενημέρωνε». «Δεν γνωρίζω ποιον ενημέρωσε και πώς, γνωρίζω όμως ότι η κυρία Τουλουπάκη όχι μόνο δεν απομακρύνθηκε, αλλά αντιθέτως ανανεώθηκε η θητεία της» έχει πει ο Αγγελής, ο οποίος ενημέρωσε και την εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, η οποία φέρεται και εκείνη να συμφώνησε με την απομάκρυνση της Τουλουπάκη. Παρά ταύτα, η Τουλουπάκη, σύμφωνα με τον Αγγελή, «ακολουθούσε κατά γράμμα το αρχικό της σχέδιο που ήταν να ασκηθεί ποινική δίωξη το ταχύτερο δυνατό κατά των τριών πολιτικών προσώπων».
Μάλιστα, την εμφανίζει να πίεζε την Παπασπύρου «να περαιώσει το ταχύτερο δυνατό την έρευνά της “όπως όπως”, προκειμένου να μπορέσει να ασκήσει την προγραμματισμένη ποινική δίωξη». Επιπλέον, ο Αγγελής διαψεύδει πλήρως ότι ο ίδιος αρνήθηκε να παραλάβει στη Βιέννη στικάκι με κρίσιμα στοιχεία για την υπόθεση Novartis. Οπως φέρεται ειπών, «ούτε στικάκι υπήρχε ούτε δικαστική συνδρομή, παρά μόνο συνάντηση για να πιούμε καφέ με τους αμερικανούς ερευνητές της υπόθεσης σε διάδρομο ενός ξενοδοχείου και υπό μορφή αγγαρείας γι’ αυτούς, όπως διαπίστωσα». Εμφανίζει δε τον «Ρασπούτιν» να έχει «κατά λογική συνέπεια άμεση πρόσβαση στην εφημερίδα “Δημοκρατία”», στην οποία δημοσιεύθηκαν οι παραπάνω πληροφορίες. Για το τι έγινε στη Βιέννη ο Αγγελής ενημέρωσε με αναφορά του την εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, η οποία «αρρώστησε διαβάζοντάς την και πήγε δύο φορές στο νοσοκομείο», αλλά τον έπεισε να την αποσύρει «για να μην τινάξει όλο το εισαγγελικό σύστημα στον αέρα». «Με την επιμονή της αλλά και την επιμονή της κυρίας Παπασπύρου και ύστερα από την υπόσχεση αμφοτέρων ότι ή θα απομακρυνθεί η κυρία Τουλουπάκη ή θα απομακρυνθεί ο “Ρασπούτιν” από την κυβέρνηση (όλοι γνωρίζαμε ότι ο “Ρασπούτιν” ήταν υπουργός της κυβέρνησης), πήρα πίσω την αρχική αναφορά μου και κατέθεσα άλλη πιο επιεική» αναφέρει, σύμφωνα με πληροφορίες, στην κατάθεσή του ο Αγγελής. Μάλιστα, στο ερώτημα του εισαγγελέα ποιος είναι ο “Ρασπούτιν” φέρεται να απαντά: «Το πραγματικό όνομα του “Ρασπούτιν” το γνωρίζουν όλοι οι ασχολούμενοι με την υπόθεση Novartis, φοβούνται όμως να το κατονομάσουν…».