Η απόφαση της ΕΚΤ για αγορές ελληνικών ομολόγων αποτελεί παράθυρο ευκαιρίας για τη χώρα, τονίζει ο Γιάννης Στουρνάρας | Δελτίο Τύπου/Pool
Επικαιρότητα

Στουρνάρας: Προς το τέλος του 2022 η Ελλάδα θα αποκτήσει επενδυτική βαθμίδα

Με την αναβάθμιση θα ανοίξουν νέοι δρόμοι για την προσέλκυση επενδύσεων, τη χρηματοδότηση επιχειρήσεων και την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, τονίζει ο διοικητής της ΤτΕ
Protagon Team

Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, προέβλεψε ότι το 2021 ο ρυθμός ανάπτυξης θα εκπλήξει πλησιάζοντας το 9%, ενώ για το 2022, τα υποδείγματα της ΤτΕ δείχνουν ότι μία αύξηση του ΑΕΠ της τάξεως 4,5% με 5% είναι εφικτή. Ο ίδιος εκτιμά ότι η χώρα μπορεί να ανακτήσει την επενδυτική της βαθμίδα προς το τέλος του 2022 και σίγουρα το 2023.

Σήμερα το ΔΝΤ, αναθεώρησε επί τα χείρω τις προβλέψεις του για τον ρυθμό ανάπτυξης της ευρωζώνης, κατεβάζοντας τον πήχη κατά 0,4% στο 3,9% για φέτος, ενώ για το 2022 προβλέπει περαιτέρω επιβράδυνση στο 2,5%. Παράλληλα προβλέπει τη διατήρηση του πληθωρισμού σε υψηλά επίπεδα.

Παρά ταύτα, η ΕΚΤ, όπως υπογράμμισε ο διοικητής της ΤτΕ σε συνέντευξη που παραχώρησε τη Δευτέρα στο Μega, δεν πρόκειται να προχωρήσει σε αύξηση των επιτοκίων της εντός του 2022, καθώς ο πληθωρισμός θα αρχίσει να μειώνεται από τα μέσα του έτους φέτος.

Ο ίδιος συμπλήρωσε ότι η απόφαση της ΕΚΤ για την συνέχιση των αγορών ελληνικών ομολόγων αποτελεί ένα παράθυρο ευκαιρίας για την αποκτήσει η χώρα την επενδυτική βαθμίδα. «Πρέπει όμως να σπεύσουμε να την αποκτήσουμε, διότι τα οφέλη της ξεπερνούν τα οφέλη που θα έχουμε λόγω ελληνικών ομολόγων και Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, καθώς θα προσελκυστούν κεφάλαια.

» Να σας δώσω ένα παράδειγμα: Αυτή τη στιγμή γύρω στα 100 περίπου funds – κεφαλαιακοί οργανισμοί – ασχολούνται με την Ελλάδα. Όταν πάρουμε την επενδυτική βαθμίδα, θα γίνουν 1.000. Αρα, καταλαβαίνετε ότι θα ανοίξουν νέοι δρόμοι για την προσέλκυση επενδύσεων, τη χρηματοδότηση επιχειρήσεων και την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Σημειώνεται ότι σήμερα Τρίτη η απόδοση του 10ετούς ομολόγου αναφοράς υποχώρησε στο 1,63% από 1,64% χθες, έναντι -0,08% του αντίστοιχου γερμανικού, με αποτέλεσμα το περιθώριο να περιοριστεί στο 1,71.