Επικαιρότητα

Στο βυθό της θάλασσας κρυμμένη η θεραπεία του προστάτη

Μία νέα τεχνική η οποία συνδυάζει λέιζερ και βακτήρια που βρίσκονται στο βυθό της θάλασσας υπόσχεται πλήρη θεραπεία χωρίς ανεπιθύμητες παρενέργειες. Τι έδειξαν οι κλινικές δοκιμές σε 413 ασθενείς
Protagon Team

Φυτά και ζώα από τη θάλασσα έχουν προσφέρει την πρώτη ύλη για πολλές σύγχρονες θεραπείες. Δεν είναι τυχαίο ότι τα μεγαλύτερα επιστημονικά κέντρα στον κόσμο στρέφουν την έρευνά τους σε θαλάσσιους οργανισμούς. Το πιο πρόσφατο φάρμακο προέρχεται από το σκοτεινό βυθό και υπόσχεται να θεραπεύσει τον καρκίνο του προστάτη.

Οι κλινικές δοκιμές έγιναν σε 413 ασθενείς από όλη την Ευρώπη με μία νέα τεχνική η οποία συνδυάζει λέιζερ και βακτήρια που βρίσκονται στο βυθό της θάλασσας, σύμφωνα με όσα δημοσιεύονται στην επιστημονική επιθεώρηση The Lancet Oncology.

Στο πλαίσιο της εφαρμογής της μεθόδου μία φωτοευαίσθητη ουσία που προέρχεται από θαλάσσια βακτήρια μεγάλου βάθους εισέρχεται με ένεση στο αίμα του ασθενή, σκοτώνοντας, όπως δείχνουν οι πρώτες έρευνες, τα καρκινικά κύτταρα. Επιπλέον, αφήνει ανέπαφο και αβλαβή τον υγιή ιστό που τα περιβάλλει.

«Πρόκειται για μία εξαιρετική είδηση για τους άνδρες με καρκίνο του προστάτη σε αρχικό στάδιο, αφού τους προσφέρει τη θεραπεία που μπορεί να σκοτώσει αποκλειστικά και μόνο τον καρκίνο χωρίς την αφαίρεση ή την καταστροφή μέρους του ανδρικού αδένα», δήλωσε ο ουρολόγος Μαρκ Έμπερντον από το Πανεπιστημιακό Κολέγιο του Λονδίνου.

Η τεχνική VTP, (vascular-targeted photodynamic therapy) αναπτύχθηκε από επιστήμονες στο Ινστιτούτο Weizmann του Ισραήλ σε συνεργασία με την εταιρεία STEBA Biotech. Η νέα θεραπεία χρησιμοποιεί ένα φάρμακο το οποίο έχει παρασκευαστεί από βακτήρια που ζουν στο βυθό της θάλασσας και σε απόλυτο σκοτάδι. Τα βακτήρια αυτά γίνονται τοξικά όταν εκτεθούν σε φως. Οι επιστήμονες τοποθετούν δέκα οπτικές ίνες λέιζερ στον προστάτη του ασθενή και όταν ανάψει το κόκκινο φως, ενεργοποιούνται τα βακτήρια τα οποία με τη σειρά τους μετατρέπονται σε τοξικά για τα καρκινικά κύτταρα του προστάτη. Μάλιστα, δύο χρόνια μετά την εφαρμογή της κανένας από τους συμμετέχοντες στη μελέτη δεν παρουσίασε ανεπιθύμητες αντιδράσεις που έχουν οι άλλες κλασικές και σύγχρονες μέθοδοι, όπως είναι η μειωμένη στυτική λειτουργία, προβλήματα με τη συχνότητα ούρησης κ.ά.