Ενα από τα πιο εμβληματικά μετάλλια στην ιστορία του αθλητισμού, το «χρυσό» που κατέκτησε στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1968 ο Μπομπ Μπίμον με το απίθανο άλμα του (8,90μ) στο μήκος, βγαίνει την Πέμπτη σε δημοπρασία από τον οίκο Κρίστις στη Νέα Υόρκη. Μαζί με μια κιθάρα του Ελβις Πρίσλεϊ, ένα γιλέκο της Τζάνις Τζόπλιν και έναν πίνακα που ζωγράφισαν οι Μπιτλς.
Οι «ειδικοί» περιμένουν προσφορές που θα φτάσουν ή θα ξεπεράσουν τα 600.000 δολάρια (555.000 ευρώ). Το μετάλλιο που έχει πουληθεί ακριβότερα από κάθε άλλο, είναι ένα από τα τέσσερα που κέρδισε ο Τζέσε Οουενς το 1936 στο χιτλερικό Βερολίνο. Κατακυρώθηκε στον αγοραστή του, πριν από 10 χρόνια, στα 1.466.574 δολάρια (περίπου 1,35 εκατ. ευρώ). Αυτό του Μπίμον δεν θα «πιάσει» ούτε τα μισά. Αλλά για όσους γνωρίζουν την ιστορία του, η αξία του είναι ανεκτίμητη.
Στη μια του όψη, διαμέτρου 6 εκατοστών, απεικονίζει τη θεά της Νίκης, έργο του ιταλού καλλιτέχνη, Τζιουζέπε Κασιόλι, και αναγράφει «XIX OLIMPIADA MEXICO 1968». Στην άλλη, είναι χαραγμένη η φράση «Salto de longitud varonil». Που σημαίνει, «άλμα εις μήκος ανδρών». Ζυγίζει μόλις 128 γραμμάρια, αλλά το ιστορικό του βάρος είναι τεράστιο. Η επίδοση του αμερικανού άλτη εκείνη τη μέρα, 18 Οκτωβρίου 1968, ήταν τόσο εξωπραγματική για την εποχή, ώστε ενέπνευσε έναν νέο όρο: «Beamonesque». Για να περιγράφει ένα κατόρθωμα πέρα από κάθε φαντασία.
Τα 8,90μ που είχε πηδήσει ο Μπίμον στην Πόλη του Μεξικό δεν τα ξεπέρασε κανείς επί 23 ολόκληρα χρόνια. Μέχρι τις 30 Αυγούστου του 1991. Τότε, στο παγκόσμιο πρωτάθλημα του Τόκιο, ο συμπατριώτης του, Μάικ Πάουελ, κατάφερε να φτάσει 5 εκατοστά πιο μακριά, σε μια επική μονομαχία του με τον θρυλικό Καρλ Λιούις, που τερμάτισε δεύτερος (8,87μ). Το παγκόσμιο ρεκόρ του Μπίμον καταρρίφθηκε, όμως η επίδοσή του παραμένει, 55 χρόνια μετά, η κορυφαία όλων των εποχών σε Ολυμπιακούς Αγώνες. Σήμερα αποτελεί το πιο ανθεκτικό ρεκόρ (παγκόσμιο ή ολυμπιακό) στον στίβο.
«Οποιος πλειοδοτήσει για το μετάλλιο, θα αγγίξει μια ιστορική στιγμή», δήλωσε ο διευθυντής του οίκου Κρίστις στη Νέα Υόρκη, Κέισι Ρότζερς. Θα αποκτήσει, όμως, και ένα ενθύμιο μιας πολύ ξεχωριστής χρονικής περιόδου, όπως υπογραμμίζει η Marca. Ο ανταγωνισμός για την κατάκτηση του Διαστήματος βρισκόταν στο peak του: ένα χρόνο αργότερα ο άνθρωπος πάτησε στο φεγγάρι. Το κίνημα εναντίον των φυλετικών διακρίσεων στις ΗΠΑ άφησε το αποτύπωμά του σε εκείνους τους Αγώνες. Ηταν η χρονιά της «Ανοιξης της Πράγας». Αλλά και μιας πολύ ξεχωριστής διοργάνωσης: με ηλεκτρονικούς πίνακες να ενημερώνουν για τις επιδόσεις των αθλητών, το ταρτάν (συνθετικός τάπητας από πολυουρεθάνη) να κάνει την πρώτη του εμφάνιση σε Ολυμπιακούς Αγώνες και την τηλεόραση να έχει, πλέον, παγκόσμια εμβέλεια.
Ο Μπίμον ήταν 22 ετών τη μέρα που κέρδισε αυτό το μετάλλιο – σήμερα είναι 77. Είχε να ανταγωνιστεί δυο αθλητές που μοιράζονταν το παγκόσμιο ρεκόρ (8,35μ): τον Ρώσο Ιγκόρ Τερ-Οβανεσιάν και τον Αμερικανό Ραλφ Μπόστον. Το δικό του (προσωπικό) ρεκόρ ήταν 8,33μ. Ηξερε πως, για να ανέβει στο πρώτο σκαλί του πόντιουμ, έπρεπε να κάνει «το άλμα της ζωής του». Ηταν πολύ αγχωμένος. Την προηγούμενη νύχτα την είχε περάσει σε ένα μπαρ πίνοντας σφηνάκια τεκίλας.
Η ιστορική του προσπάθεια έχει μελετηθεί εξαντλητικά, όπως της έπρεπε. Εξι δευτερόλεπτα, 19 βήματα, ένα άλμα. Απίστευτο άλμα, 55 εκατοστά πέρα από το παγκόσμιο ρεκόρ. Η ηλεκτρονική εγκατάσταση που είχε τοποθετηθεί δίπλα στο σκάμμα, αδυνατούσε να το μετρήσει. Δεν είχε προβλεφθεί ότι ένας αθλητής θα μπορούσε να φτάσει τόσο μακριά. Οι κριτές χρειάστηκαν την παραδοσιακή μεζούρα -και 20 λεπτά της ώρας- για να το κατακυρώσουν. Οταν τον ενημέρωσε ο Μπόστον (πήρε το χάλκινο με 8,16μ) για την ετυμηγορία τους, ο Μπίμον κατέρρευσε. Χρειάστηκε χρόνο για να συνειδητοποιήσει τον άθλο του.
«Ολα ήταν με το μέρος μου», είχε παραδεχθεί το 2001 στο Sky Sports. «Με λίγο πιο ευνοϊκό άνεμο το ρεκόρ δεν θα μετρούσε. Ο καιρός ήταν υπέροχος – άρχισε να βρέχει αμέσως μετά το άλμα μου. Βεβαίως, βοήθησε και το υψόμετρο (2.250 μέτρα)».
Εμαθε ότι ο Πάουελ κατέρριψε το ρεκόρ του, το 1991, από έναν φίλο του. Του τηλεφώνησε στη Φλόριντα, όπου ζούσε, και του είπε: «Μπομπ, δεν είσαι πια ο βασιλιάς». Είχε αποσυρθεί από τους στίβους σχεδόν αμέσως μετά τον θρίαμβό του, λόγω τραυματισμού. Για τον ίδιο λόγο δεν κατάφερε να παίξει στο ΝΒΑ, αν και είχε επιλεγεί στο draft του 1969 από τους Φίνιξ Σανς. Εγινε ατζέντης αθλητικών εκδηλώσεων και προπονητής ταλέντων στο Μαϊάμι. Σπούδασε κοινωνιολογία και ασχολήθηκε με τη μεγάλη του αγάπη, τη μουσική. Ακόμη και σήμερα παίζει ντραμς στο συγκρότημα «The Bone Squad».
Είναι παράξενο, που αποφάσισε να πουλήσει αυτό το κειμήλιο – δεν έχει μεγάλη ανάγκη τα χρήματα. «Το χάρηκα 55 ολόκληρα χρόνια», εξήγησε στο Sports Illustrated. «Η δημοπρασία είναι ένας θαυμάσιος τρόπος να το θαυμάσει ο κόσμος και να διατηρηθούν οι μνήμες γύρω από αυτό. Ελπίζω μόνο να καταλήξει σε κάποιον που είναι σε θέση να εκτιμήσει την αξία του».