«Στην πρωτεύουσα του Κοσόβου δεν υπάρχει άγαλμα του Ζακ Σιράκ ούτε πλατεία Γκέρχαρντ Σρέντερ και λεωφόρος Χαβιέ Σολάνα. Τέτοιες τιμές οι Κοσοβάροι απέδωσαν μόνο στους Αμερικανούς, στον Μπιλ Κλίντον, στη Μαντλίν Ολμπραϊτ και σε άλλους που πρωτοστάτησαν στον βομβαρδισμό της Γιουγκοσλαβίας από ΝΑΤΟϊκά μέσα το 1999». Για ποιον λόγο επιδαψιλεύτηκαν τέτοιες περιποιήσεις στο αμερικανικό προσωπικό από το εκεί αλβανικό στοιχείο; Επειδή «οι Αμερικανοί απέτρεψαν τις σερβικές δυνάμεις από το να σφαγιάσουν τον αλβανικό πληθυσμό του Κοσόβου».
Το κείμενο που δημοσίευσε ο ιστότοπος Politico γράφτηκε στην Πρίστινα. «Πολλά ΝΑΤΟϊκά κράτη συνέβαλαν στην επιχείρηση [του 1999], όμως οι Κοσοβάροι δεν έχουν αυταπάτες για το ποιος τους έσωσε πραγματικά από τη γενοκτονία». Ο αρθρογράφος (Μάθιου Κάρνιτσνιγκ, Αμερικανός, εδρεύων στο Βερολίνο) θυμήθηκε τι είπε ο «πρωθυπουργός της χώρας» Ράμους Χαραντινάι στον Κλίντον το 2019, στα εικοσάχρονα του βομβαρδισμού της Γιουγκοσλαβίας: «Εχουμε την ελευθερία και τη δημοκρατία μας και μπορέσαμε να οικοδομήσουμε το κράτος του Κοσόβου». Πάντως, ο αρθρογράφος λησμόνησε ότι ο εν λόγω Χαραντινάι υπήρξε διοικητής του διαβόητου Ου Τσε Κα και απολογήθηκε στο Δικαστήριο της Χάγης για εγκλήματα πολέμου, προτού αθωωθεί ελλείψει στοιχείων.
Η γνώμη του Κάρνιτσνιγκ για τα σημερινά ευρωατλαντικά πράγματα διαμορφώθηκε, λοιπόν, από την κοσοβάρικη εμπειρία του: «Λίγα πράγματα έχουν αλλάξει. Τώρα η Ευρώπη εξαρτάται περισσότερο από την αμερικανική ασφάλεια από ό,τι τότε. Δείτε την Ουκρανία…» Και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «χωρίς τη βοήθεια των ΗΠΑ στην Ουκρανία, η ρωσική σημαία θα κυμάτιζε από τη Χερσώνα μέχρι στο Λβιβ, ενώ τα ρωσικά στρατεύματα θα βρίσκονταν στα σύνορα της ΕΕ από τη Βαλτική μέχρι τη Μαύρη Θάλασσα».
Ανέφερε πώς οι Αμερικανοί κινήθηκαν αστραπιαία όσο οι Ευρωπαίοι διύλιζαν τον κώνωπα («η Γερμανία έσερνε τα πόδια της επί μήνες» έγραψε). «Οι ΗΠΑ έχουν διαθέσει στην Ουκρανία στρατιωτική βοήθεια άνω των 43 δισ. ευρώ, πολύ πάνω από το σύνολο της βοήθειας των ευρωπαϊκών κρατών». Τα έβαλε, δε, κυρίως με τη Γαλλία: «Ο Μακρόν φαντασιώνεται εδώ και χρόνια την ευρωπαϊκή ‘‘στρατηγική αυτονομία’’ και έχει δώσει στην Ουκρανία μόνο 447 εκατ. ευρώ, αν και η μικρή Τσεχία έδωσε στρατιωτική βοήθεια 566 εκατ. ευρώ». Κατόπιν ασχολήθηκε με τα πεπραγμένα της Γερμανίας, όπου δραστηριοποιείται ο ίδιος.
Ο φόβος της ρωσικής προέλασης «έπεισε τον καγκελάριο Ολαφ Σολτς να δεσμευτεί να δαπανήσει 100 δισ. ευρώ για τον επανεξοπλισμό της Γερμανίας, ενώ ο υπουργός Αμυνας Μπόρις Πιστόριους ομολόγησε ότι η Γερμανία δεν διαθέτει δυνάμεις ικανές να αμυνθούν σε έναν επιθετικό πόλεμο». Σχολίασε αρνητικά τις περιορισμένες αμυντικές δαπάνες της Γερμανίας κατά το παρελθόν και κάπως εξευμενίστηκε με τη μεταστροφή της: «Τώρα η γερμανική κυβέρνηση παρουσίασε τη νέα στρατηγική ασφαλείας της, προβλέπουσα αύξηση των αμυντικών δαπανών στο 2% του ΑΕΠ». Επίσης «έχει επιταχύνει δραματικά τη στρατιωτική βοήθεια που στέλνει στην Ουκρανία».
Το συμπέρασμά του για την ευρωπαϊκή ασφάλεια ήταν αναμενόμενο: «Οι ευρωπαϊκές χώρες βασίζονται στις ΗΠΑ για τα πάντα. Από την αμερικανική πυρηνική ομπρέλα και την παρουσία αμερικανικού στρατού στη Γηραιά Ηπειρο μέχρι την αγορά πολεμικού υλικού. Η Πολωνία αγοράζει άρματα μάχης, μαχητικά τζετ και συστήματα πυροβολικού από τις ΗΠΑ και δεν σκοπεύει να προχωρήσει μόνη της εναντίον της Ρωσίας. Ο πρωθυπουργός της είπε ότι η πολωνική ασφάλεια βασίζεται απολύτως στις ΗΠΑ. Παρά τις μεγάλες δηλώσεις των ευρωπαίων ηγετών, οι ευρωπαϊκές χώρες εξακολουθούν να δαπανούν περισσότερο από το ήμισυ του προϋπολογισμού τους για αμερικανικό εξοπλισμό. Αυτό σημαίνει ότι οι ΗΠΑ παραμένουν ο απαραίτητος σύμμαχος. Ή, όπως ήθελε να λέει ο πρώην πρόεδρος του Κοσσυφοπεδίου Ιμπράημ Ρουγκόβα, ‘‘Ο Θεός να ευλογεί την Αμερική και τους Δυτικούς φίλους μας’’».