Στην πολιτική και την οικονομία είναι όπως και στο ποδόσφαιρο: παίζουν όλοι, αλλά στο τέλος κερδίζουν οι Γερμανοί. Μπορεί να μην συμβαίνει πάντα, αλλά στην περίπτωση της κρίσης χρέους της Ελλάδας, το Βερολίνο δείχνει να διατηρεί ακόμη για τον εαυτό του τον σημαίνοντα ρόλο.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ της αμερικανικής εφημερίδας Wall Street Journal, η Γερμανία εναποθέτει στους ώμους του ΔΝΤ ισχυρές δόσεις πίεσης έτσι ώστε να το κάνει να υποκύψει και να παραμείνει ενεργό στο ελληνικό πρόγραμμα, χωρίς να υπάρξει άμεση διευθέτηση στο ελληνικό χρέος.
Κι όμως, το νέο δεν είναι αυτό (είναι γνωστό άλλωστε ότι το Βερολίνο θέλει το Ταμείο… εντός), αλλά ότι προσπαθεί να πείσει την Ουάσιγκτον να δεχθεί την υποθετική εξασφάλιση ότι το βάρος του ελληνικού χρέους θα απομειωθεί στο μέλλον, εάν χρειάζεται. Τη στιγμή, όμως, που το Ταμείο ζητάει, ως όρο εκ των ων ουκ άνευ, να γίνει κάτι τέτοιο άμεσα και αποφασιστικά.
Ο αρθρογράφος της εφημερίδας Μάρκους Γουόκερ, επικαλείται ως πηγές ανθρώπους που βρίσκονται πολύ κοντά στις συζητήσεις που διεξάγονται αυτή τη στιγμή μεταξύ Γερμανίας και ΔΝΤ και γνωρίζουν το θέμα.
Σύμφωνα με αυτούς, το Βερολίνο πιστεύει ότι το ΔΝΤ θα αποδεχθεί την προσφορά, αν και όχι με μεγάλη ευχαρίστηση. Το ζήτημα για το Ταμείο είναι ότι δέχεται ισχυρή πίεση όχι μόνο από τη Γερμανία, αλλά και από άλλους Ευρωπαίους να αποδεχθεί τις πολιτικές λιτότητας που προωθεί η ελληνική κυβέρνηση. Το πρόβλημα είναι ότι αυτές οι πολιτικές δεν είναι λεπτομερείς όπως θα ήθελαν οι επιτελείς του Ταμείου και σίγουρα δεν έχουν το απαιτούμενο… βάθος. Επί του παρόντος, κάποια συμφωνία δεν έχει υπάρξει και δεν είναι λίγοι εκείνοι που θεωρούν πως θα πάρει αρκετό χρόνο μέχρι να φτάσουμε στο σημείο του «ναι» από την πλευρά του ΔΝΤ.
Η αχίλλειος πτέρνα
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, η αχίλλειος πτέρνα του ΔΝΤ είναι ότι εντός των κόλπων του συνωθούνται μέλη που προέρχονται από την Ευρώπη και τις ΗΠΑ και τα οποία δεν θέλουν με τίποτα να αναθερμανθεί ο φόβος επιστροφής της Ελλάδας σε καθεστώς κρίσης. Αυτό το γεγονός αδυνατίζει αισθητά τις δυνάμεις του Ταμείου και κάνει λιγότερο απτή την πιθανότητα να εξέλθει εντελώς από το ελληνικό πρόγραμμα.
Η Ευρώπη αυτή τη στιγμή αντιμετωπίζει πολλαπλά προβλήματα που θέτουν σε κίνδυνο το 60χρονο όραμα της ενοποίησης. Από το Προσφυγικό έως το Brexit και από την άνοδο των ευρωσκεπτικιστικών κομμάτων έως τη γενικότερη οικονομική κατάσταση, το τελευταίο που θα ήθελαν να δουν οι ηγέτες της ΕΕ είναι να ξαναζήσουν το δράμα της Ελλάδας, όπως το βίωσαν το 2015. Γι’ αυτό αποζητούν να υπάρξει μια λύση τις επόμενες εβδομάδες που θα θέτει τα πράγματα ξανά σε τροχιά.
Η υπόσχεση και το «αν»
Αρκετοί αξιωματούχοι της ΕΕ είναι βέβαιοι πως θα υπάρξει συμφωνία στα τέλη Μαΐου (το πολύ αρχές Ιουνίου) και σε αυτήν αναμένεται να υπάρξει μια υπόσχεση της Γερμανίας και άλλων χωρών της Ευρωζώνης ότι θα διατηρήσουν το χρέος της Ελλάδας κάτω από ένα συγκεκριμένο ύψος. Μόνο που σε αυτή την υπόσχεση θα προστεθεί και ένας ακόμη όρος «εάν χρειαστεί». Σαν να λέμε: θα δώσουν κάτι στην Αθήνα, αλλά μπορεί και να μην το δώσουν ποτέ.
Το σίγουρο είναι ότι η Γερμανία δεν θα δεχθεί με τίποτα μια τέτοια «γενναία» προσφορά προς την Ελλάδα πριν από το 2018. Οι λόγοι είναι προφανείς: το 2017 θα διεξαχθούν οι εθνικές εκλογές στη χώρα και αυτό σημαίνει ότι οι Μέρκελ-Σόιμπλε δεν θα ήθελαν με τίποτα να βρεθούν στην άβολη θέση να πρέπει να εξηγούν μέσα στην Μπούντεσταγκ γιατί πήραν αυτή την αντιδημοφιλή απόφαση.
Δεν θα λύσει τα προβλήματα
Κατά τον Γουόκερ, η συμφωνία θα επιτρέψει στην Αθήνα να βγάλει το καλοκαίρι, αλλά δεν θα της λύσει τα προβλήματα που έχουν συσσωρευτεί έπειτα από επτά χρόνια κρίσης. Ολοι οι εμπλεκόμενοι με το ελληνικό θέμα είναι βέβαιοι πως θα συνεχίσουν να το συζητούν και τα κατοπινά χρόνια.
Επί του παρόντος, το ΔΝΤ ορθώνει πολλές αντιρρήσεις ως προς τα μέτρα που λαμβάνει η Ελλάδα, το βαρύτατο χρέος της που δεν είναι διαχειρίσιμο και τους δημοσιονομικούς στόχους που έχουν τεθεί, τους οποίους θεωρεί ότι η Αθήνα δεν θα καταφέρει να τους πιάσει. Επίσης, δεν αποδέχεται την ad hoc λήψη έκτακτων μέτρων σε περίπτωση που η Ελλάδα ξεφύγει από τους στόχους, λέγοντας πως κάτι τέτοιο δεν μπορεί να θεωρηθεί αξιόπιστο.
Για το τελευταίο, φαίνεται πως το Ταμείο και η Λαγκάρντ μπορούν να κάνουν τα στραβά μάτια και να δεχθούν ότι πολλά από αυτά τα μέτρα θα συζητηθούν στο μέλλον. Αυτό τουλάχιστον σημειώνουν άνθρωποι που είναι κοντά στις συζητήσεις.
Από την άλλη, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος πέτυχε να πείσει τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ότι περαιτέρω μείωση των συντάξεων, όπως ζητάει το ΔΝΤ, είναι πολιτικά μια τοξική απόφαση που δεν θα μπορούσε να διαχειριστεί η παρούσα κυβέρνηση. Είναι βέβαιο, όμως, ότι ο Σόιμπλε και οι λοιποί Γερμανοί δεν μπορούν να σκεφτούν το ελληνικό πρόγραμμα δίχως την παρουσία του ΔΝΤ. Είναι πολιτικό και νομικό το θέμα, σημειώνουν με νόημα γερμανοί αξιωματούχοι, αλλιώς το Βερολίνο δεν θα μπορεί να εκταμιεύσει στο μέλλον χρήματα προς την Ελλάδα.
Αυτό δεν σημαίνει ότι η Γερμανία συμπλέει με όλες τις απόψεις του Ταμείου. Αντιθέτως, αρκετοί αναλυτές σημειώνουν πως η Γερμανία δεν κρύβει τον εκνευρισμό της για την πεσιμιστική στάση που διατηρεί το Ταμείο ως προς τα δεδομένα της Ελλάδας. Απόψεις που δυσκολεύουν ακόμη περισσότερο την ύπαρξη μιας συμφωνίας. Οι γερμανοί αξιωματούχοι θυμίζουν με νόημα ότι πολλές φορές οι προβλέψεις του ΔΝΤ έχουν αποδειχθεί λανθασμένοι επομένως δεν θα πρέπει να γίνονται δεκτοί ως «ευαγγέλιο».
Η απάντηση της Ουάσιγκτον; Κατηγορεί τους Ευρωπαίους για «μη ρεαλιστικές» προβλέψεις. Στο μεταξύ, οι συζητήσεις συνεχίζονται με πυρετώδεις ρυθμούς.