Ο Γιώργος Δαρίβας είχε τιμηθεί από τον Ολυμπιακό για την προσφορά του στον σύλλογο | ΜΠΑΜΠΟΥΚΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ / IntimeNews
Επικαιρότητα

Το ποδόσφαιρο στα χρόνια του Δαρίβα

Η καριέρα του Γιώργου Δαρίβα ιστορεί τα πρώτα βήματα του μεταπολεμικού ελληνικού ποδοσφαίρου. Ακολουθώντας τα ίχνη του μπορεί κανείς να ταξιδέψει σε εκείνη τη μακρινή εποχή, που μόνο ένα κοινό σημείο έχει με τη σημερινή βιομηχανία αθλητικού θεάματος: την αγάπη του κόσμου για το παιχνίδι και τους παίκτες
Sportscaster

Ηταν ο γηραιότερος εν ζωή βετεράνος ποδοσφαιριστής του Ολυμπιακού – σχεδόν συνομήλικος με τον σύλλογο. Ο Γιώργος Δαρίβας, που «έφυγε» τη Δευτέρα λίγο πριν κλείσει τα 98, γεννήθηκε στις 12 Μαρτίου 1926. Ο Ολυμπιακός, ένα χρόνο νωρίτερα: στις 10 Μαρτίου 1925.

Υπήρξε εξέχον μέλος της πρώτης δυναστείας των «ερυθρόλευκων», της ομάδας που από το 1953 έως το 1959 σάρωσε τους τίτλους και ονομάστηκε «Θρύλος». Συμπαίκτης του Ρωσίδη, του Μουράτη, του Μπέμπη, του Κοτρίδη, του Πολυχρονίου, του Υφαντή, του Θεοδωρίδη, του Στεφανάκου, του Παπάζογλου… Σταρ του καιρού του, κι ας είχε μόνο ένα ζευγάρι παπούτσια για να κλωτσάει εκείνη την πρωτόγονη, θεόβαρη μπάλα με τις ραφές.

Η καριέρα του, από το 1945 έως τα τέλη της δεκαετίας των ‘50s, ιστορεί τα πρώτα βήματα του μεταπολεμικού ελληνικού ποδοσφαίρου: από το -ας το πούμε- πρωτάθλημα που διήρκεσε μόλις ένα μήνα (30 Μαΐου 1946 – 30 Ιουνίου 1946), μέχρι την καθιέρωση της Α’ Εθνικής κατηγορίας, τον Οκτώβριο του 1959. Ακολουθώντας τα ίχνη του Δαρίβα μπορεί κανείς να ταξιδέψει σε εκείνη τη μακρινή εποχή, που μόνο ένα κοινό σημείο έχει με τη σημερινή βιομηχανία αθλητικού θεάματος: την αγάπη του κόσμου για το παιχνίδι και τους παίκτες.

Το πρώτο του σωματείο ήταν η Νίκη Πλάκας, που είχε την έδρα της σε ένα αυτοσχέδιο γήπεδο στον χώρο που βρίσκονται οι στύλοι του Ολυμπίου Διός. Οι ομάδες της γειτονιάς έπαιζαν, τότε, το ρόλο των ποδοσφαιρικών ακαδημιών. Δάσκαλοι, βεβαίως, δεν υπήρχαν. Σε αρκετές περιπτώσεις, ούτε, καν, προπονητές. Ο Δαρίβας, ο οποίος δεν ήθελε μόνο να κάνει το κέφι του, αλλά και να παίξει σε μεγάλο σύλλογο, γράφτηκε και σε άλλα δυο (σωματεία): τη Βικτώρια και τον Αττικό. Οσο πιο πολλές ώρες περνούσε κάποιος στο γήπεδο, τόσο περισσότερες πιθανότητες είχε, να τον εντοπίσει κάποιος… σκάουτερ.

Εκείνα τα χρόνια οι «κυνηγοί ταλέντων» ήταν παίκτες ή παράγοντες που ανήκαν, ήδη, σε μεγάλες ομάδες. Ακόμη και απλοί φίλαθλοι, που ο λόγος τους «μετρούσε». Στην περίπτωση του Δαρίβα, ο Λουκιανός Γκιόκας: γείτονάς του στην περιοχή του Ψυρρή, που έπαιζε στον Ολυμπιακό. Μίλησε για ‘κείνον στον Βαγγέλη Χέλμη, έφορο του συλλόγου, και κανόνισαν ραντεβού για μια δοκιμή. Ο 20χρονος Δαρίβας πήρε το τρένο από το Θησείο και κατέβηκε στον Πειραιά.

Οι… οντισιόν των ταλέντων πραγματοποιούνταν, συνήθως, στα φιλικά ματς που έδιναν οι αναπληρωματικοί των ομάδων πριν από τους αγώνες. Εκείνη τη μέρα διεξαγόταν το μεγάλο πειραϊκό ντέρμπι: Ολυμπιακός – Εθνικός. Και πριν από αυτό, τα «δεύτερα» του Ολυμπιακού έπαιζαν με τα «δεύτερα» του Αρη Πειραιώς. Στο πρώτο 45λεπτο του φιλικού ο Δαρίβας καθόταν στον πάγκο του Ολυμπιακού, με τα μάτια καρφωμένα στην εξέδρα. Δεν είχε ξαναδεί γήπεδο με τόσο πολύ κόσμο. Δεν είχε ξαναπάει στο «Καραϊσκάκη», του οποίου ο αγωνιστικός χώρος είχε διαφορετική φορά από τη σημερινή. Το ένα του τέρμα «έβλεπε» προς τη θάλασσα, και το άλλο προς την Κοκκινιά.

Μπήκε στο παιχνίδι στο δεύτερο ημίχρονο. Παρά το «τρακ» που είχε, ασυνήθιστος να παίζει μπροστά σε χιλιάδες ανθρώπους, και το πρωτόγνωρο για εκείνον τερέν (το υλικό του έμοιαζε με κάρβουνο και γλιστρούσε), πέτυχε δυο γκολ. Εκανε τόσο καλή εντύπωση, ώστε αποφασίστηκε με συνοπτικές διαδικασίες να υπογράψει δελτίο στον Ολυμπιακό.

Ο Αττικός είχε κάποιες αντιρρήσεις, όμως κάμφθηκαν με αντάλλαγμα 11 φανέλες και μερικά ζευγάρια ποδοσφαιρικά παπούτσια. Στις περισσότερες από τις λίγες μεταγραφές εκείνης της εποχής οι ομάδες που άφηναν ελεύθερο έναν παίκτη τους, πληρώνονταν σε είδος. Αλλά και οι ποδοσφαιριστές, σπανίως έπαιρναν χρήματα. Ο Δαρίβας είχε πει σε συνεντεύξεις του ότι ο Ολυμπιακός του έδινε χίλιες δραχμές μόνο στα ντέρμπι, που το γήπεδο γέμιζε: με τον Εθνικό, τον Παναθηναϊκό και την ΑΕΚ. Πολλά χρόνια αργότερα έμαθε ότι ο έφορος του συλλόγου έστελνε κάθε εβδομάδα στη μητέρα του 200 δραχμές.

Αρκετοί παίκτες βρήκαν δουλειά στον δημόσιο τομέα εξαργυρώνοντας την αναγνωρισιμότητά τους – ο Δαρίβας εργάστηκε στη ΔΕΗ. Αλλά το μεγαλύτερο κέρδος τους από το ποδόσφαιρο ήταν η δόξα. Η αγάπη του κόσμου. Μια ιστορία που συνήθιζε να διηγείται ο ίδιος, είναι χαρακτηριστική. Το τρένο που πραγματοποιούσε το δρομολόγιο Αθήνα – Θεσσαλονίκη – Αθήνα έκανε στάση μόνο στη Λάρισα. Οταν, όμως, ταξίδευε με αυτό ο Ολυμπιακός, σταματούσε σε όλους τους σταθμούς που υπήρχαν στη διαδρομή του, επειδή μαζεύονταν εκεί πολλοί άνθρωποι για να δουν τους «ήρωές» τους από κοντά.

Παρά τη δημοφιλία του, την εξορία στη Μακρόνησο δεν τη γλίτωσε. Επαιξε, μάλιστα, στην ομάδα των κρατουμένων που νίκησε (2-1) τον Ολυμπιακό σε φιλικό ματς στο γήπεδο της Λεωφόρου, τον Ιανουάριο του 1949, με 12.000 θεατές στις εξέδρες.

Μετά το τέλος της καριέρας του έγινε προπονητής. Στον Ολυμπιακό των ‘70s ήταν η πρώτη επιλογή για τη θέση του υπηρεσιακού τεχνικού. «Το 100», όπως τον έλεγαν. Από το 1987 και μέχρι τα βαθειά του γεράματα διετέλεσε πρόεδρος των παλαιμάχων του συλλόγου, φροντίζοντας δεκάδες παλιούς ποδοσφαιριστές που τους περίσσευε η δόξα, αλλά τους έλειπαν τα χρήματα, ακόμη και για τα απολύτως απαραίτητα.

Στη μακρινή εποχή του Δαρίβα όλα ήταν διαφορετικά. Παίκτες του Ολυμπιακού, του Παναθηναϊκού και της ΑΕΚ, που… σκοτώνονταν στους αγωνιστικούς χώρους, έβγαιναν παρέα για μία λεμονάδα ή μία πορτοκαλάδα. Τον Ολυμπιακό τον λάτρευε (αν και στα μικρά του χρόνια ήταν Παναθηναϊκός, όπως έχει αποκαλύψει ο γιος του, Κυριάκος Δαρίβας, ντράμερ του Παύλου Σιδηρόπουλου, του «Πρίγκιπα της Rock»). Μα, πάνω απ’ όλα, έβαζε το ποδόσφαιρο.