Ο διευθυντής του France Football Πασκάλ Φερέ: ξέρει να κρατάει το μυστικό έως την τελευταία στιγμή | CreativeProtagon
Επικαιρότητα

Χρυσή Μπάλα: Μόνον αυτός ο άνθρωπος ξέρει το πιο καλά κρυμμένο μυστικό των σπορ

Κρυπτογραφημένα e-mails, μυστικές συναντήσεις, αυστηρά πρωτόκολλα ασφαλείας. Η ταυτότητα του νικητή της «Χρυσής Μπάλας», του κορυφαίου ατομικού βραβείου στο ποδόσφαιρο, φυλάσσεται σαν απόρρητο κρατικό μυστικό. Μόνο δύο άνθρωποι γνωρίζουν το όνομά του. Ο υπόλοιπος κόσμος θα το μάθει την ερχόμενη Δευτέρα
Sportscaster

Κάθε χρόνο τέτοια εποχή το τηλέφωνο του Πασκάλ Φερέ χτυπά ασταμάτητα. Τον καλούν άνθρωποι απ’ όλα τα μέρη του Κόσμου. Πρόεδροι ή CEO ποδοσφαιρικών συλλόγων, ατζέντηδες, προπονητές, δημοσιογράφοι. Ενίοτε, κάποιοι από τους πιο διάσημους «αστέρες» των γηπέδων, αυτοπροσώπως.

Οποια κι αν είναι η φωνή στην άλλη άκρη της γραμμής, ο ευγενής και γλυκομίλητος διευθυντής του France Football θα ακούσει, περίπου, τα ίδια λόγια. Στην αρχή του μιλούν «περί ανέμων και υδάτων». Τον ρωτούν για την υγεία του. Κι έπειτα, μπαίνουν στο θέμα.

Ζητούν να μάθουν πώς πάνε οι προετοιμασίες για το ετήσιο γκαλά του φημισμένου γαλλικού περιοδικού. Αυτό στο οποίο ανακοινώνονται οι κορυφαίοι παίκτες και οι κορυφαίες παίκτριες της χρονιάς. «Καλά, καλά», αποκρίνεται εκείνος. Στη συνέχεια, αν η σχετική ψηφοφορία ολοκληρώθηκε, κι αν όλα κύλησαν ομαλά. «Ναι, βεβαίως…». Ο Φερέ ξέρει πολύ καλά την ερώτηση που θα ακολουθήσει -είναι ο πραγματικός σκοπός του τηλεφωνήματος-, όμως ο συνομιλητής του θα μείνει με την απορία.

Μόνον ο ίδιος και ο βοηθός του γνωρίζουν ποιος (και ποια) είναι ο θριαμβευτής της «Χρυσής Μπάλας». Ολοι οι υπόλοιποι, ακόμη και οι συνεργάτες του στο περιοδικό, θα το μάθουν όταν έρθει η ώρα των επίσημων ανακοινώσεων. Εξι χρόνια σε αυτό το πόστο (και υπεύθυνος του event), ποτέ, κανείς δεν κατάφερε να του αποσπάσει το όνομα του νικητή. Οπως τονίζει στους New York Times, η απάντησή του σε όλους όσοι προσπαθούν να το εκμαιεύσουν, είναι, πάντα, η ίδια: «Δεν θέλω να λέω ψέματα, ότι, τάχα, δεν ξέρω. Τους εξηγώ πως δεν μπορώ να το μοιραστώ μαζί τους, επειδή ούτε εκείνος, ο εκλεκτός, δεν το γνωρίζει, και θα ήταν απρέπεια να μην είναι ο πρώτος που θα το μάθει».

Ακόμη και τους νικητές, τους ειδοποιεί «στο παρά πέντε». Ισα – ίσα για να προλάβουν να ταξιδέψουν στο Παρίσι, και να ενημερωθούν για το τελετουργικό. Ολο το προηγούμενο διάστημα ακολουθείται ένα αυστηρό πρωτόκολλο ασφαλείας, το οποίο, όπως ο ίδιος ο Φερέ παραδέχεται στους New York Times, αγγίζει τα όρια της παράνοιας.

Η προετοιμασία

Η εντατική προετοιμασία για την εκδήλωση αρχίζει στα τέλη Σεπτεμβρίου. Δέκα στελέχη του France Football αναλαμβάνουν να καταρτίσουν δύο λίστες: των 30 ανδρών και των 20 γυναικών που, κατά τη γνώμη τους, αξίζουν να περιληφθούν στις αρχικές υποψηφιότητες. Μόλις ολοκληρωθεί αυτή η διαδικασία, όλοι οι εμπλεκόμενοι συγκεντρώνονται στα γραφεία του περιοδικού για μια «συζήτηση», όπως τη χαρακτηρίζει ο Φερέ.

Πολλά από τα ονόματα που προτείνονται, είναι -λίγο ως πολύ- κοινής αποδοχής. Σε ό,τι αφορά τους άνδρες, 20 με 22 παίκτες είναι οι προφανείς επιλογές, που έχουν προκύψει από την παρακολούθηση (περίπου) χιλίων αγώνων μέσα στη χρονιά. Τα μίτινγκ, που διαρκούν δυο τρεις ώρες, γίνονται για να οριστικοποιηθούν οι λίστες, έτσι ώστε να ικανοποιούν -κατά το δυνατόν- όλα τα μέλη του τιμ.

Οι τελικοί κατάλογοι αποστέλλονται στο εκλογικό σώμα της «Χρυσής Μπάλας» (170 δημοσιογράφοι – συνεργάτες του France Football σε όλο τον Κόσμο) και δημοσιοποιούνται στις αρχές Οκτωβρίου. Οι εκλογείς, ένας σε κάθε κράτος, επιλέγουν πέντε ονόματα και στέλνουν τις προτιμήσεις τους με mail σε αυτό που ο Φερέ περιγράφει στους New York Times ως «ιδιωτικό σέρβερ». Ο αμερικανός δημοσιογράφος τον πίεσε να του αποκαλύψει το φορμάτ, όμως εκείνος αρνήθηκε να μπει σε λεπτομέρειες. Αρκέστηκε να του πει ότι μόνον ο ίδιος και ο βοηθός του έχουν πρόσβαση στο σύστημα. Κανένας άλλος από το περιοδικό.

«Είμαστε πολύ προσεκτικοί», τόνισε. «Η ταυτότητα του νικητή είναι ένα επτασφράγιστο μυστικό, που όμοιό του δεν υπάρχει άλλο στα σπορ». Ούτε τα αποτελέσματα των βραβείων Οσκαρ δεν φυλάσσονται τόσο καλά, σαν κρατικό μυστικό. «Επιμένουμε σε αυτό», εξήγησε, «επειδή γνωρίζουμε τι σημαίνει αυτό το βραβείο για τους ποδοσφαιριστές». Οταν ο αρχισυντάκτης του France Football τηλεφώνησε στον Λούκα Μόντριτς, θριαμβευτή του 2018, για να του ανακοινώσει τα ευχάριστα νέα, ο κροάτης διεθνής της Ρεάλ Μαδρίτης έκλαψε σαν μικρό παιδί.

Λάμψη και γόητρο

Το ειδικό βάρος αυτού του βραβείου αυξάνεται, χρόνο με το χρόνο. Το 2010 συγχωνεύτηκε με το αντίστοιχο της FIFA. Οταν αυτή η συνεργασία έληξε, το 2015, και η FIFA θεσμοθέτησε τα «The Best», πολλοί πίστεψαν πως η «Χρυσή Μπάλα» θα έχανε τη λάμψη της. Κάτι τέτοιο, όμως, δεν συνέβη. Μια σειρά από διασημότητες των γηπέδων, όπως ο Εμπαπέ, ή ο Πογκμπά, εξακολουθούν να δηλώνουν δημοσίως ότι ονειρεύονται να κερδίσουν, κάποτε, αυτό το βραβείο. Ακόμη και ο Ρόμπερτ Λεβαντόφσκι, που το 2017 ένιωσε αδικημένος με την 9η θέση που κατέλαβε στην ψηφοφορία. Ο πολωνός αρχισκόρερ της Μπάγερν Μονάχου ήταν το γκραν φαβορί πέρυσι, όμως η πανδημία ματαίωσε την απονομή.

Τα τελευταία χρόνια η «Χρυσή Μπάλα» υπηρέτησε την αντιπαλότητα του Λιονέλ Μέσι με τον Κριστιάνο Ρονάλντο, κι έμοιαζε περισσότερο με μέτρο του ποδοσφαιρικού τους μεγαλείου. «Ο Ρονάλντο έχει μόνο μια φιλοδοξία, και αυτή είναι να κλείσει την καριέρα του με περισσότερες “Χρυσές Μπάλες” από εκείνες του Μέσι – το γνωρίζω γιατί μου το είπε ο ίδιος», αποκάλυψε ο Φερέ στους New York Times. «Δείτε τα στατιστικά και των δύο. Θα διαπιστώσετε ότι πάντοτε σκοράρουν πολλά γκολ τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο, τους μήνες που η ψηφοφορία βρίσκεται σε εξέλιξη. Δεν πιστεύω πως πρόκειται για σύμπτωση».

Παρόλα αυτά, το κορυφαίο ατομικό βραβείο στο ποδόσφαιρο διατηρεί την αίγλη του αμείωτη. Επειδή είναι ιστορικό (απονέμεται από το 1956), και γιατί το έχουν κατακτήσει, μεταξύ άλλων, ο Τζορτζ Μπεστ, ο Φραντς Μπεκενμπάουερ (δύο φορές), ο Αλφρέδο ντι Στέφανο (δύο φορές) και ο Γιόχαν Κρόιφ (τρεις φορές). Οποιος το κερδίζει, εξασφαλίζει μια περίοπτη θέση στο Πάνθεον του ποδοσφαίρου. Γι’ αυτό όλοι ανυπομονούν να μάθουν το όνομα του νικητή. Αλλά ο Φερέ κατάφερε, κι εφέτος, να κρατήσει το μυστικό του.