Πάει και ο Σάσα Τζόρτζεβιτς. Οπως πήγαν -πριν απ’ αυτόν- ο Ντούσκο Ιβάνοβιτς (πέρυσι), ο Αργύρης Πεδουλάκης (πρόπερσι, στη μέση της σεζόν) και ο υπηρεσιακός Φραγκίσκος Αλβέρτης (στο τέλος της). Η Ιστορία επαναλαμβάνεται. Την πρώτη φορά ως τραγωδία, με τον Πεδουλάκη που δεν έπρεπε να φύγει, και τις επόμενες ως φάρσα, με τον Μαυροβούνιο και τον Σέρβο που δεν έπρεπε να έρθουν.
Τέσσερις κόουτς σε τέσσερα χρόνια. Σε μια ομάδα που τα προηγούμενα 13 (1999-2012) πορεύτηκε με τον ίδιο άνθρωπο στον πάγκο της: τον Ζέλικο Ομπράντοβιτς. Για τέταρτη φορά μετά το 2012, ο Παναθηναϊκός θα πάρει από την αρχή την ανηφόρα που οδηγεί στην ευρωπαϊκή (επανα)καταξίωσή του. Με νέο σχέδιο, νέο προπονητή και -ασφαλώς- έξι επτά νέους παίκτες, στις θέσεις άλλων τόσων που θα αποχωρήσουν.
Μόνο που, αυτή τη φορά, η επανεκκίνηση θα είναι ακόμα δυσκολότερη. Διότι χθες -19η Απριλίου 2016- γράφτηκε οριστικά κι αμετάκλητα το τέλος της χρυσής εποχής του Ομπράντοβιτς, του Διαμαντίδη, του Τσαρτσαρή, του Μπατίστ, του Σάρας. Της ομαδάρας που ακολούθησε το όνειρο του πιο επιτυχημένου κόουτς στην Ευρώπη και έγινε η κορυφαία δύναμη του ευρωπαϊκού μπάσκετ. Ο τελευταίος συνδετικός κρίκος εκείνης της αυτοκρατορίας με τον σύγχρονο Παναθηναϊκό, ο Δημήτρης Διαμαντίδης, έδωσε την τελευταία του παράσταση στην Ευρωλίγκα. Στο τέλος της σεζόν, αποχωρεί από την ενεργό δράση. Μετά τον αρχηγό, μόνο οι ένδοξες μνήμες θα έχουν απομείνει. Και το «πάλι με χρόνια με καιρούς». Η προσδοκία της παλιγγενεσίας εκείνης της ομάδας που νικούσε (σχεδόν) παντού και πάντα, ακόμα κι όταν δεν έπαιζε καλά.
Οπως αποδείχτηκε (και) με τον οδυνηρό αποκλεισμό από τη Λαμποράλ Κούτσα, ο Τζόρτζεβιτς δεν ήταν ο κατάλληλος καθοδηγητής για την επανακατάληψη της κορυφής. Πολλά μπορεί να του προσάψει κανείς: λάθος κοουτσάρισμα, λάθος αλλαγές, λάθος εμμονές (αμάν, πια, μ’ αυτόν τον Πάβλοβιτς). Αλλά ο Σέρβος απέτυχε παταγωδώς για δυο -κυρίως- λόγους.
Ο πρώτος είναι, πως δεν μπορούσε να εμπνεύσει τους παίκτες του. Να τους δώσει αυτοπεποίθηση, κίνητρο, «τσαγανό». Να τους ανάψει αυτή τη φωτιά στα μάτια που κερδίζει τους αγώνες. Ο Παναθηναϊκός αποκλείστηκε από το Final Four του Βερολίνου με «σκούπα», με τρεις ήττες στη σειρά, από μία ομάδα που -όσον αφορά το ρόστερ- δεν ήταν ανώτερή του. Δυο εκατομμύρια δολάρια ξόδεψε ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος, για να προετοιμάσει τη μετά-Διαμαντίδη εποχή. Ο Νικ Καλάθης, για παράδειγμα, χρυσοπληρώθηκε για να είναι ο επόμενος ηγέτης της ομάδας, αλλά δεν… ακούμπησε καν, η ευθύνη δεν είναι μόνο δική του. Καλός παίκτης είναι. Τουλάχιστον ήταν, πριν έρθει στον Παναθηναϊκό. Αν απέτυχε επειδή δεν διάβασε τον ρόλο του, επειδή υπήρξε άτολμος ή αδιάφορος, φταίει και ο προπονητής.
Και η αλήθεια είναι, οτι πολλά παιχνίδια χάθηκαν -για τους «πράσινους»- πριν καν γίνει το τζάμπολ. Η ομάδα «φώναζε», οτι αγωνιζόταν ψυχικά και πνευματικά απροετοίμαστη. Το ακριβώς αντίθετο έδειξε η Λαμποράλ, απέναντι στον Παναθηναϊκό και σε όλα τα ματς της σεζόν. Αυτή, άλλωστε, είναι η μεγάλη επιτυχία που πιστώνεται στον Περάσοβιτς: οτι καταφέρνει να παίρνει απ’ όλους τους παίκτες του το… 101%.
Ο δεύτερος λόγος της αποτυχίας του Τζόρτζεβιτς ήταν η παντελής έλλειψη σχεδίου. Ο Παναθηναϊκός έζησε -στη φετινή Ευρωλίγκα- απρόσωπος, χωρίς ταυτότητα. Αραγε, κατάλαβε κανείς ποιο ήταν το δυνατό σημείο της ομάδας; Αυτό που ο κόουτς σκόπευε να αναδείξει και να εκμεταλλευθεί; Κατάλαβε κανείς, αν ο Τζόρτζεβιτς ήθελε να παίξει άμυνα ή επίθεση; Ποια ήταν η αγωνιστική του φιλοσοφία; Τι μπάσκετ ήθελε να παίξει ο Παναθηναϊκός στις μέρες του;
Είναι αμφίβολο, αν το γνώριζε κι ο ίδιος. Γι’ αυτό ο Παναθηναϊκός άλλαξε εντελώς προσανατολισμό στα μισά της σεζόν, με τον Τζόρτζεβιτς να επιλέγει παίκτες με πολύ διαφορετικά χαρακτηριστικά από εκείνα που διέθεταν όσοι άρχισαν τη σεζόν. Στην αρχή είπε να πορευθεί με τρεις «πύργους» στο «5». Χωρίς αξιόπιστο «τριάρι». Επειτα αποφάσισε οτι λείπει η ταχύτητα και ο δυναμισμός. Ανακάλυψε τρύπες, στο ρόστερ, που δεν είχε δει το περασμένο καλοκαίρι. Ο Γιαννακόπουλος έκανε ό,τι του ζήτησε ο προπονητής και «ξηλώθηκε», μεσούσης της χρονιάς, για να του φέρει τον Ουίλλιαμς, τον Χάντερ, τον Χέινς.
Αλοίμονο, όμως. Οι ομάδες «χτίζονται» στην καλοκαιρινή προετοιμασία, κι όχι στις χειμερινές μετεγγραφές. Είναι σχεδόν αδύνατο, να ενσωματώσεις τρεις κομβικούς παίκτες στη μέση της σεζόν. Το είχε κάνει -κάποτε- ο Ολυμπιακός με τον Ντόρσεϊ και τον Λο. Αλλά ήταν η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα. Τα… μπαλώματα έφεραν, στην αρχή, μια προσωρινή βελτίωση. Η συνέχεια, όμως, ήταν ακόμη χειρότερη από την προ των διορθώσεων εποχή. Με τα γνωστά -πια- αποτελέσματα.
Στο μπάσκετ παίρνεις -συνήθως- ό,τι αξίζεις. Πώς να προκριθεί, αυτό το συνοθύλευμα καλών παικτών, απέναντι σε μια ομάδα με όλη τη σημασία της λέξης; Γιατί ο φετινός Παναθηναϊκός, με τη μετριότατη πορεία σε όλη τη διάρκεια σεζόν, να θεωρείται φαβορί κόντρα στη Λαμποράλ, η οποία μαζί με την ΤΣΣΚΑ και τη Λοκομοτίβ είναι οι πιο σταθερές -σε απόδοση- ομάδες στην Euroleague; Η νέα ήττα – αποκλεισμός (75-84) από τους Βάσκους ήρθε απολύτως φυσιολογικά. Και ο Παναθηναϊκός θα πρέπει να… το κοιτάξει, αυτό που του συμβαίνει με τη συγκεκριμένη ομάδα.
Οταν παίζει με τη Λαμποράλ, όλο κάτι γίνεται. Πριν από 10 χρόνια, πάλι με τον Περάσοβιτς προπονητή, τον είχε νικήσει (στο ΟΑΚΑ) και του άρπαξε τη θέση στο Final Four. Το 2014, η ομάδα από τη Βιτόρια είχε γίνει η αιτία να απολυθεί ο Αργύρης Πεδουλάκης. Και χθες, το κακό τρίτωσε. Ο Γιαννακόπουλος αποφάσισε να διώξει «εδώ και τώρα» τον προπονητή, ελπίζοντας σε ένα… ταρακούνημα της ομάδας του, εν όψει των Τελικών με τον Ολυμπιακό. Ο τίτλος του Πρωταθλήματος, εφόσον ο Παναθηναϊκός καταφέρει να τον κατακτήσει, θα είναι μια κάποια παρηγοριά. Αλλά, κακά τα ψέματα. Η ομάδα θα επιστρέψει στα… κυβικά της, μόνον αν «θυμηθεί» τους ευρωπαϊκούς θριάμβους της. Αυτούς που έκαναν το όνομά της βαρύ σαν Ιστορία.
Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος έκανε όλα τα λάθη του μαζεμένα, τα τρία πρώτα χρόνια. Είναι υπεύθυνος για την απόλυση του Πεδουλάκη, για τις αλλεπάλληλες αλλαγές προπονητών και -πάνω απ’ όλα- για την εγκατάλειψη του σχεδίου ελληνοποίησης της ομάδας, το οποίο ήθελε χρόνο για να προχωρήσει και θα κόστιζε σε τίτλους. Φέτος, όμως, δείχνει να έχει αλλάξει. Να έχει ωριμάσει.
Αν αυτό ισχύει, τον δρόμο τον ξέρει. Ο Παναθηναϊκός τον έχει βαδίσει ξανά, με μεγάλη επιτυχία. Είναι αυτός που ο ίδιος είχε οραματιστεί το 2012: ποιοτικοί Ελληνες σε ώριμη ηλικία, διψασμένοι για επιτυχίες. Βεβαίως, έχει την ατυχία να ηγείται της ΚΑΕ σε εποχές που το χρήμα είναι δυσεύρετο. Θα θυμάται, όμως, τι συνέβη το 2012. Δεν είναι μακριά. Εκείνη τη χρονιά ο Παναθηναϊκός -στον ημιτελικό του Final Four της Πόλης- είχε «νικήσει» την ΤΣΣΚΑ και είχε χάσει από τους διαιτητές. Αξιζε τον Τελικό, στη σεζόν με το χαμηλότερο μπάτζετ μετά το 2004. Αλλά, στη συνέχεια, έλειψε η υπομονή. Κι από τότε (στην Ευρώπη) λέει «κάθε πέρυσι και καλύτερα».