Protagon A περίοδος

Τελειωμένο ποδόσφαιρο

Άλλη μία τελειωμένη ιστορία σε μία σχεδόν τελειωμένη χώρα. Ένα βρώμικο συσσίτιο φτιαγμένο να γεννάει πείνα, να συντηρεί την εξάρτηση χαλασμένων στομαχιών.

Οδυσσέας Ιωάννου

Στις 26 Μαΐου 1989 έγινε ένας από τους πλέον θρυλικούς αγώνες του αγγλικού πρωταθλήματος ποδοσφαίρου. Ένα παιχνίδι που έγραψε ιστορία λόγω της συγκλονιστικής του εξέλιξης και όσων ακολούθησαν. Είχα την τύχη να το δω ζωντανά στην τηλεόραση, μόνο που για χρόνια πίστευα πως ήταν ένα φανταστικό παιχνίδι, πως δεν έγινε ποτέ, παρά για κάποιους αδιευκρίνιστους λόγους είχε γεννηθεί, παιχτεί και σφηνωθεί μόνο στο δικό μου μυαλό.

Για χρόνια όταν όταν το ανέφερα σε φίλους ποδοσφαιρόφιλους δεν το θυμόταν κανένας, μέχρι που σταμάτησα να το μοιράζομαι με άλλους παρά το γεγονός πως το ανακαλούσα πολλές φορές στη μνήμη μου. (Όταν οδηγώ μόνος, πέρα από τραγούδια, θυμάμαι ολόκληρα ποδοσφαιρικά παιχνίδια, κυρίως εθνικών ομάδων, φάσεις, γκόλ, δοκάρια, συνδυασμούς, αναπτύξεις…). Πριν από έναν χρόνο κυκλοφόρησε ένα ολόκληρο βιβλίο στην Αγγλία, γραμμένο από τον Jason Cowley, με τίτλο “Το τελευταίο παιχνίδι” (στα ελληνικά από τις εκδόσεις Τόπος σε εξαιρετική μετάφραση του Χρήστου Χαραλαμπόπουλου), γραμμένο για αυτό ακριβώς το παιχνίδι! Η Λίβερπουλ υποδέχεται την τελευταία αγωνιστική στο γήπεδό της την Άρσεναλ. Η Λίβερπουλ ακόμη κι αν χάσει με ένα γκολ διαφορά παίρνει το πρωτάθλημα. Το είχαμε όλοι σχεδόν σίγουρο. Όμως η Άρσεναλ σκοράρει και προηγείται 0-1 μέσα στο Άνφιλντ. Δευτερόλεπτα πριν την λήξη του αγώνα -νομίζω στις καθυστερήσεις- η Άρσεναλ βάζει και δεύτερο γκολ και παίρνει το πρωτάθλημα!

Οι παίκτες της Λίβερπουλ στο χορτάρι, και οι οπαδοί της μετά το αρχικό μούδιασμα -σχεδόν κάταγμα- χειροκροτούν τους παίκτες της Άρσεναλ, τους νέους πρωταθλητές. Έφυγαν από το γήπεδο όλοι ζωντανοί! Νομίζω κι αγκαλιασμένοι. Βέβαια το παιχνίδι έγινε έναν μόλις μήνα μετά την τραγωδία του Χίλσμπορο όπου η Λίβερπουλ θρήνησε τις ζωές 96 φιλάθλων της. Αλλά και τέσσερα χρόνια μετά τον τελικό του Χέιζελ όπου  οι οπαδοί της Λίβερπουλ μαχαίρωσαν 39 φιλάθλους της Γιουβέντους. Ήταν πολύ φρέσκο τόσο το αίμα όσο και το πόσο αξίζει η ζωή και μόλις εκείνη την εποχή -1989- ξηλώθηκαν τα κάγκελα από τα αγγλικά γήπεδα.
 
Θυμάμαι αυτό το παιχνίδι κάθε φορά που παρακολουθώ στην Ελλάδα έναν αγώνα σαν τον προχθεσινό στο Καραϊσκάκη, και κυρίως όσα έπονται του αγώνα. Όλο το αποκρουστικό πακέτο. Όχι τα φάλτσα σφυρίγματα που τα βλέπω καλόπιστα και τα συγχωρώ- έχουμε δει χειρότερα διαιτητικά τέρατα στην Ευρώπη και σε Μουντιάλ- όσο τα θλιβερά μεροκάματα όσων σιτίζονται από αυτό το ποδόσφαιρο.  Άλλη μία τελειωμένη ιστορία σε μία σχεδόν τελειωμένη χώρα. Ένα βρώμικο συσσίτιο φτιαγμένο να γεννάει πείνα, να συντηρεί την εξάρτηση χαλασμένων στομαχιών. Δεν είναι πια το λαϊκό “ξεμπούκωμα” της Κυριακής -όπως υποστηρίζουν κάποιες “λαογραφικές” και ρομαντικές γραφίδες- αλλά το ξεδοντιασμένο στόμα μιας κοινωνίας που μασάει πια με τα ανοιγμένα ούλα της και καταπίνει το ίδιο της το πύον.