Ο Θανάσης Κωνσταντινίδης κατέκτησε την Τρίτη το πρώτο χρυσό μετάλλιο της Ελλάδας στους Παραολυμπιακούς Αγώνες 2024. Στη σφαιροβολία, στην κατηγορία F32, που αφορά αθλητές στίβου με δυσκολία στην κίνηση και στον συντονισμό, στον κορμό, στα πόδια και στα χέρια.
Σε ηλικία 54 ετών ο πρωταθλητής μας από τον Λαγκαδά ξεπέρασε τον εαυτό του για ακόμη μια φορά. Ταξίδεψε στο Παρίσι με ατομικό ρεκόρ 11,60 μ. και εφετινή κορυφαία επίδοση 10,56 μ. Εκεί, στον τελικό του αγωνίσματος, πέταξε τη σφαίρα πιο μακριά από ποτέ, καταρρίπτοντας δύο φορές το ευρωπαϊκό ρεκόρ (στα 11,92 και 11,93 μ.). Απίθανο!
Το Σάββατο είχε κατακτήσει και άλλο μετάλλιο (αργυρό), στην κορίνα, που είναι η σφύρα των Παραολυμπιακών Αγώνων (οι αθλητές πετούν ένα ξύλινο μπαστούνι). Πάλι με ατομικό ρεκόρ. Ηταν η τρίτη φορά που αναδείχθηκε «αργυρός» Παραολυμπιονίκης σε αυτό το αγώνισμα. Στη σφαιροβολία είχε κερδίσει το χρυσό και το 2016, στο Ρίο ντε Τζανέιρο.
Υποφέρει από δυστονία, μια κινητική διαταραχή που αφορά περίπου το 1% του πληθυσμού. Αλλά η ατυχία του δεν τον λύγισε. Με τη συμπαράσταση της συζύγου του, Δόμνας, ο Κωνσταντινίδης, πατέρας τριών παιδιών, βίωσε στον αθλητισμό στιγμές «που δεν θα αντάλλασσε με τίποτα στον κόσμο», όπως ο ίδιος τόνισε τον Αύγουστο του 2021 στο site της Ελληνικής Παραολυμπιακής Επιτροπής. Προπονείται έξι μέρες την εβδομάδα, τρεις ώρες κάθε μέρα. «Για μένα τα σπορ είναι τρόπος ζωής, ιδεολογία, κίνητρο. Τα μετάλλια είναι απλά η επιβράβευση μια μεγάλης προσπάθειας».
Ο Λάζαρος Στεφανίδης, που την Τρίτη συμμετείχε μαζί με τον Κωνσταντινίδη στον τελικό της σφαιροβολίας και κατέκτησε το χάλκινο μετάλλιο, πέτυχε αυτόν τον άθλο στα 67 του – είναι ο γηραιότερος της ελληνικής Παραολυμπιακής αποστολής. Η αφετηρία του δικού του υπέροχου αγώνα δεν ήταν κάποια ασθένεια, αλλά ένα φρικτό ατύχημα.
Πριν από 45 χρόνια ήταν αθλητής της ελευθέρας πάλης στα 68 κιλά. Από τους καλύτερους της εποχής του. Οι επιδόσεις του, του έδιναν το δικαίωμα να ονειρεύεται τη συμμετοχή του στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Μόσχας (1980). Μέχρι την αποφράδα μέρα που η ζωή του άλλαξε για πάντα, το καλοκαίρι του 1979. Σπαστική τετραπάρεση. Ηταν εξαιρετικά δύσκολο για έναν νέο 20 ετών να συμβιβαστεί με τη ζοφερή πραγματικότητα. Να αποδεχτεί ότι θα περνούσε το υπόλοιπο της ζωής του καθηλωμένος σε αμαξίδιο. Στη θέση του οι περισσότεροι θα είχαν παραδοθεί στη μοίρα τους. Εκείνος, όμως, αναζήτησε ένα κίνητρο, κάτι για το οποίο θα άξιζε να προσπαθήσει να ζήσει ξανά. Και το βρήκε στην αγάπη του για τον αθλητισμό.
Το 2021, στο Τόκιο, έγινε ο πρώτος αθλητής στα χρονικά της διοργάνωσης που αγωνίστηκε μαζί με τον γιο του. Στο ίδιο άθλημα μάλιστα, σε διαφορετικές κατηγορίες. Ο Λάζαρος στη F33, ενώ ο (τότε) 22χρονος Λεόντιος, που είχε μαθησιακή δυσκολία, στη F-20. Ο πρωταγωνιστής της ιστορίας μας είχε συμμετάσχει και στους τρεις προηγούμενους Παραολυμπιακούς, αλλά με την ιδιότητα του προπονητή. Τώρα, στο Παρίσι, βίωσε την πιο μεγάλη του στιγμή. «Ηρθα για τη συμμετοχή, γιατί αυτή έχει σημασία» δήλωσε στην ΕΡΤ. «Αλλά αυτό το μετάλλιο μου το χρωστούσε η ζωή, γιατί είμαι αγωνιστής».
Αγωνιστής από εκείνους που μπορούν να εμπνεύσουν με το παράδειγμά τους είναι και ο Αντώνης Τσαπατάκης, ο οποίος τη Δευτέρα κατέκτησε για δεύτερη φορά μετάλλιο σε Παραολυμπιακούς: το αργυρό στα 100 μ. πρόσθιο SB4, έπειτα από μια απίθανη κούρσα στον τελικό. Τον προσπέρασε μόνον ο κάτοχος του παγκοσμίου ρεκόρ, Ντμίτρι Τσερνιάεφ.
Λάτρευε το κολύμπι από μικρό παιδί – ονειρευόταν να γίνει βατραχάνθρωπος στο Πολεμικό Ναυτικό. Αλλά, όπως συνηθίζει να λέει, «κάθε μέρα η ζωή μάς επιφυλάσσει έναν αγώνα που δεν ξέρεις ότι υπάρχει». Ο δικός του μεγάλος αγώνας άρχισε το 2006, στα 18 του. Ενα ατύχημα με τη μηχανή του έξω από το κολυμβητήριο των Χανίων, εκεί όπου μεγάλωσε, τον καθήλωσε σε αμαξίδιο. «Είχα δύο επιλογές» τόνισε σε συνέντευξή του πολλά χρόνια μετά. «Είτε να καθίσω στο σπίτι μου και να περιμένω τη μέρα που θα πεθάνω είτε να προχωρήσω χωρίς να περπατάω, με τη δύναμη της ψυχής μου».
Το 2008 άρχισε πάλι να κολυμπάει. Αρχισε πάλι να ζει. Εχει γυρίσει όλη την Ελλάδα, από σχολείο σε σχολείο, για να διηγηθεί την ιστορία του στα παιδιά. Εγραψε και ένα βιβλίο («Ο Τόνυ και ο Κύριος Φόβος»), με μηνύματα που πιστεύει ότι θα βοηθήσουν τους άλλους. «Δεν δίνω μαθήματα ζωής, απλά υπενθυμίζω αυτά που ξέρουμε, αλλά ξεχνάμε» δήλωσε μετά τον άθλο του στο Παρίσι.
Η Λήδα Μανθοπούλου κατέκτησε αργυρό μετάλλιο στα 100 μ. σε ηλικία 19 ετών και 74 ημερών. Μικρή ονειρευόταν να γίνει Ολυμπιονίκης, όμως η σκλήρυνση κατά πλάκας τής άλλαξε τα σχέδια. Εγινε, λοιπόν, Παραολυμπιονίκης.
Η επίσης 19χρονη Χριστίνα Γκέντζου κέρδισε το πρώτο μετάλλιο (χάλκινο) της Ελλάδας στο τάε-κβον-ντο σε Παραολυμπιακούς Αγώνες, και το πρώτο της χώρας μας στο Παρίσι. Με αναπηρία 50% στο αριστερό της χέρι, άρχισε να ασχολείται με αυτό το αγώνισμα στα 12. Εχει πάθος με τα σπορ, όπως και με τη ζωγραφική. Το μότο της είναι «εφόσον έδωσες το 100% είσαι νικητής, ακόμη και αν χάσεις».
Η 22χρονη Ελένη Παπασταματοπούλου, φοιτήτρια της Ιατρικής Σχολής Ιωαννίνων, η οποία γεννήθηκε με ανατομικό πρόβλημα στο δεξί άνω άκρο, κατέκτησε και εκείνη χάλκινο μετάλλιο στο ίδιο άθλημα, το οποίο περιλήφθηκε για πρώτη φορά εφέτος στο αγωνιστικό πρόγραμμα της διοργάνωσης.
Ο 43χρονος Γρηγόρης Πολυχρονίδης, που πάσχει από νωτιαία μυϊκή ατροφία, είναι ήδη θρύλος του μπότσια. Το χάλκινο που κέρδισε στο Παρίσι είναι το έβδομο μετάλλιό του σε Παραολυμπιακούς Αγώνες, στους οποίους διακρίνεται από το 2008. Η διάρκεια των επιτυχιών του σπανίζει. Ξεπέρασε τον Πύρρο Δήμα, που κατέκτησε μετάλλια σε τέσσερις διαδοχικούς Ολυμπιακούς Αγώνες στην άρση βαρών.
Ο Κωνσταντίνος Τζούνης πήρε χάλκινο μετάλλιο στη δισκοβολία. «Μάνα, τα καταφέραμε!» αναφώνησε μπροστά στην κάμερα της ΕΡΤ.
Ενα χρυσό, τρία ασημένια και πέντε χάλκινα μέχρι στιγμής. Οι «πρωταθλητές της ζωής», με μετάλλιο ή χωρίς, συνεχίζουν να μας διδάσκουν ότι καμία δυσκολία δεν είναι ανυπέρβλητη.