O Αλέξανδρος Πασχαλάκης ήταν εξαιρετικός και στην Τρίπολη | IntimeSports
Επικαιρότητα

Ο γκολκίπερ που ο ΠΑΟΚ περίμενε 30 χρόνια

Με τις καταπληκτικές του αποκρούσεις κράτησε όρθιο τον ΠΑΟΚ στο ματς - μισός τίτλος, στην Τρίπολη. Από την εποχή του Φούρτουλα και του Γκιτσιούδη, εδώ και τρεις δεκαετίες, οι ΠΑΟΚτσήδες αναζητούσαν τον τερματοφύλακα που θα τους χαρίζει βαθμούς. Αλλά, για να φτάσει ως εδώ, ο Αλέξανδρος Πασχαλάκης πέρασε πολλά
Sportscaster

Η αμηχανία από την ξαφνική φυγή του Πρίγιοβιτς ήταν φανερή. Το ίδιο και η απουσία του Κάνιας – άλλον καθαρόαιμο αμυντικό χαφ, ο ΠΑΟΚ δεν έχει. Προτού συμπληρωθούν 20 λεπτά στο ματς οι διαιτητές δεν κατακύρωσαν κανονικό γκολ του Μπίσεσβαρ. Η νίκη του Ολυμπιακού, νωρίτερα στη Λιβαδειά, έκανε την ανάγκη των βαθμών ακόμη πιο επιτακτική. Ολα αυτά, σε ένα γήπεδο στο οποίο ο «Δικέφαλος του Βορρά» δυσκολεύεται, κατά παράδοση, να πάρει θετικό αποτέλεσμα, συνέθεταν για τον πρωτοπόρο της Σούπερ Λιγκ την τέλεια παγίδα.

Η ώρα του Βιεϊρίνια, του λυτρωτή, που άνοιξε το σκορ με αριστουργηματική εκτέλεση φάουλ στο 65′, πιθανότατα δεν θα είχε έρθει, εάν ο Αλέξανδρος Πασχαλάκης δεν στεκόταν ανίκητος μπροστά στο τέρμα του, αποκρούοντας τα κύματα των επιθέσεων του Αστέρα Τρίπολης από το 20′ έως το τέλος του πρώτου ημιχρόνου. Δεν ήταν η πρώτη φορά που ο 29χρονος γκολκίπερ έσωσε την ομάδα του. Ο ΠΑΟΚ διαθέτει, επιτέλους, έναν τερματοφύλακα που του χαρίζει βαθμούς. Το έκανε στο «Γ. Καραϊσκάκης», στο «Κλεάνθης Βικελίδης», χθες στο «Θεόδωρος Κολοκοτρώνης», αλλά και σε άλλα παιχνίδια.

Μόνον οι άνω των 40 οπαδοί του ΠΑΟΚ μπορούν να θυμηθούν κάποιον άλλον πραγματικά σπουδαίο γκολκίπερ, που τους ενέπνευσε εμπιστοσύνη και τους πρόσφερε μεγάλες συγκινήσεις. Ο τελευταίος ήταν, θαρρώ, ο Γιάννης Γκιτσιούδης (1985-1992). Πριν απ’ αυτόν, ο Μλάντεν Φορτούλα (1975-1984), τον οποίο λανθασμένα λέγαμε Μπλάντεν Φορτούλα – έχουμε «σκοτώσει» πολλά ονόματα αλλοδαπών ποδοσφαιριστών στην Ελλάδα. Ηταν ο Νο 1 του ΠΑΟΚ στον πρώτο του τίτλο πρωταθλήματος, το 1976. Οι πιο παλιοί θα προσθέσουν στη λίστα και τον Γιάννη Στέφα, μέλος της φοβερής ομάδας του 1972-1973 (με Κούδα, Σαράφη, Τερζανίδη, Παρίδη). Αν και έπαιξε σε μόλις 49 ματς (το καλοκαίρι του 1975 επέστρεψε στην Κόρινθο, τη γενέτειρά του), πρόλαβε να πρωταγωνιστήσει στον αλησμόνητο τελικό Κυπέλλου Ελλάδας του 1974, με τον Ολυμπιακό στη Νέα Φιλαδέλφεια, που τον κέρδισε ο ΠΑΟΚ στα πέναλτι.

Ακόμη και οι δυο τερματοφύλακες που μοιράστηκαν τη σεζόν του δεύτερου τίτλου (1984-1985), ο Τάκης Παντέλης και ο Λάκης Στεργιούδας, δεν έμειναν αξέχαστοι στην Τούμπα. Και μετά τον Γκιτσιούδη, τα τελευταία 27 χρόνια, κανείς δεν κατάφερε να στεριώσει στον ΠΑΟΚ. Ούτε, καν, ο Βαγγέλης Πουρλιοτόπουλος, που αργότερα, παίζοντας για τον Πανιώνιο αναδείχτηκε δύο φορές κορυφαίος γκολκίπερ στην Α’ Εθνική. Για σχεδόν τρεις δεκαετίες ο «Δικέφαλος» δεν είχε «ήρωα» στο Νο 1. Ωσπου εμφανίστηκε -από το πουθενά- ο Πασχαλάκης. Ενας βέρος «χαμουτζής» (από την Τερψιθέα Γλυφάδας), που έγινε ίνδαλμα στη Θεσσαλονίκη.

Πέρασε πολλά, ο Αλέξανδρος, για να φτάσει ως εδώ. Είναι απίστευτο, αλλά ο τερματοφύλακας που στο τέλος αυτής της σεζόν θα σηκώσει (όπως όλα δείχνουν) το τρόπαιο του πρωταθλητή, έπρεπε να περιμένει μέχρι τα 27 του για να παίξει βασικός σε οποιαδήποτε ομάδα. Η Τύχη ήταν σκληρή μαζί του, όμως εκείνος δεν το έβαλε κάτω. Από τα εννέα του χρόνια, που κάθισε κάτω από τα γκολποστ για πρώτη φορά, δούλευε, βελτιωνόταν και υπέμενε. Αλλος στη θέση του θα τα είχε παρατήσει.

Ο πρώτος που αναγνώρισε το ταλέντο του, όταν ακόμη έπαιζε στην ομάδα της γειτονιάς του (Τερψιθέα), ήταν ο Ευγένιος Γκέραρντ. Ο Πασχαλάκης ήταν 12 ετών, όταν ο Ολλανδός τον πήγε στην ΑΕΚ. Υπήρχε, όμως, ένα μεγάλο πρόβλημα: το σπίτι του ήταν πολύ μακριά από τις ακαδημίες της «Ενωσης». Εμεινε ένα χρόνο και πήγε στον Ολυμπιακό. Στο Ρέντη έμεινε για περίπου δυόμισι χρόνια, όμως δεν του δόθηκε η πρέπουσα σημασία. Στα 15 του υπέγραψε το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο, στην Ηλιούπολη. Εκεί, στη Γ’ Εθνική, μια έπαιζε δυο δεν έπαιζε.

Η πραγματική του ατυχία αρχίζει το 2007. Στα 18 του, πλέον, δοκιμάζεται από τη Γαλατάσαραϊ, και οι προπονητές της ενθουσιάζονται. Τον παίρνουν μαζί τους στην προετοιμασία της ομάδας, στη Σουηδία, και αποφασίζουν να του προσφέρουν συμβόλαιο. Οι Τούρκοι του είχαν βρει και σπίτι στην Κωνσταντινούπολη, για να μένει με τους γονείς του. Ωσπου, στο τέλος της μεταγραφικής περιόδου, ανακάλυψαν ότι οι θέσεις των ξένων στο ρόστερ της Γαλατά είχαν καλυφθεί.

Το 2008 είχε μείνει χωρίς ομάδα. Κατέληξε στον Λεβαδειακό, αλλά… τον έφαγε ο πάγκος. Εκανε το ντεμπούτο του (στη Φούτμπολ Λιγκ) τον Ιούλιο του 2011, στα μπαράζ. Ο Λεβαδειακός κέρδισε την άνοδό του, όμως εκείνος δεν αγωνίστηκε στη Σούπερ Λιγκ ούτε λεπτό. Στην ΠΑΕΚ της Κύπρου, όπου πήγε το 2012, έπαιξε ελάχιστα. Στην Ακίσασπορ, ακολούθως, στα βάθη της Τουρκίας, καθόλου. Επέστρεψε στην Ελλάδα για τον Πανθρακικό. Προπονητής ήταν -τότε- ο Δημήτρης Ελευθερόπουλος, ο παλιός τερματοφύλακας του Ολυμπιακού, που τον βοήθησε πολύ να εξελιχθεί. Αλλά η ατυχία, ατυχία. Στο ντεμπούτο του στη Σούπερ Λιγκ, στις 2 Φεβρουαρίου 2014, αγωνίστηκε για… πέντε λεπτά. Εκανε πέναλτι και αποβλήθηκε. Δεν κατάφερε, ποτέ, να γίνει βασικός στην ομάδα.

Στην Κομοτηνή μέτρησε μόλις 13 συμμετοχές σε δυο χρόνια, και τον Χειμώνα του 2016 πήγε στα Γιάννενα για να αντικαταστήσει τον Βελλίδη, που είχε φύγει για τον ΠΑΟΚ. Στο πρώτο του εξάμηνο στον ΠΑΣ δεν αγωνίστηκε ούτε λεπτό. Αρχισε να παίρνει ευκαιρίες όταν τραυματίστηκε ο βασικός τερματοφύλακας (Περιστερίδης) και τα πήγε θαυμάσια. Το παιχνίδι «της ζωής του» το έκανε απέναντι στον ΠΑΟΚ, στην Τούμπα, χαρίζοντας στην ομάδα του ένα σπουδαίο «διπλό».

Ο ΠΑΟΚ εντυπωσιάστηκε, ρώτησε και έμαθε. Μέχρι τα 26 του ο Πασχαλάκης ήταν ανώριμος για την ηλικία του, επιπόλαιος, και στους αγώνες είχε πρόβλημα συγκέντρωσης. Αλλά στον ΠΑΣ, την πρώτη ομάδα που ασχολήθηκε σοβαρά μαζί του, έγινε «άλλος άνθρωπος». Καλό παιδί υπήρξε, ανέκαθεν. Ο ΠΑΟΚ ζύγισε τις πληροφορίες και το καλοκαίρι του 2017 τον απέκτησε, για αναπληρωματικό του Ροντρίγκο Ρέι. Διστακτικά στην αρχή. Με μονοετές συμβόλαιο. Στις 4 Δεκεμβρίου 2017, όμως, η ΠΑΕ ανακοίνωσε την επέκτασή του έως τον Δεκέμβριο του 2019. Ο Αλέξανδρος χρειάστηκε μόλις μερικούς μήνες για να γίνει βασικός – και σύνθημα στα χείλη των οπαδών.

Είναι εξαιρετικός τερματοφύλακας. Τέτοια αντανακλαστικά και τόση ευλυγισία, σπανίως συναντάς σε ένα κορμί 197 εκατοστών. Είναι και σεμνός. Τον ρωτάς για τις εκπληκτικές του αποκρούσεις και σου απαντά για την ωραία μπάλα που παίζει η ομάδα του, για το πόσο εξαιρετικοί είναι οι συμπαίκτες του. Μα, πάνω απ’ όλα, είναι διψασμένος για διάκριση. Είναι η προσωποποίηση της αδημονίας του ΠΑΟΚ για τον τίτλο που, επιτέλους, πλησιάζει.