Για τους φίλους του Παναθηναϊκού, το αποψινό παιχνίδι στο Κλειστό του Ολυμπιακού Σταδίου (21:45/ΕΡΤ2) είναι συλλεκτικό. Γι’ αυτό είναι και sold out. Οχι επειδή η νίκη εξασφαλίζει το εισιτήριο για τα play-offs της Euroleague, ούτε γιατί η κροατική Τσεντεβίτα είναι μεγάλο και ελκυστικό όνομα στο μπάσκετ. Κάθε άλλο. Το πιο ισχυρό κίνητρο για να ανηφορίσει κάποιος προς το Μαρούσι απόψε (Παρασκευή), είναι το πάρτι του Δημήτρη Διαμαντίδη. Η ανακήρυξη του αρχηγού της ομάδας ως «Euroleague Legend», σε μία από τις τελευταίες παραστάσεις της καριέρας του στο παρκέ.
Οι οπαδοί τον λατρεύουν. Οι αντίπαλοι τον εκτιμούν και τον σέβονται. Το ίδιο το μπάσκετ τον αγαπά, επειδή το υπηρέτησε σεμνά και ταπεινά. Το διαφήμισε με το ταλέντο αλλά και την προσωπικότητά του. Ο «Μήτσος» θα γίνει ο πέμπτος της παρέας των θρύλων -μετά τους Παπαλουκά, Ναβάρο, Σισκάο
Με αυτή τη διάκριση, ο Διαμαντίδης θα αποχωρήσει από το μπάσκετ χωρίς απωθημένα. Δεν υπάρχει τίτλος -ομαδικός ή ατομικός- που να μην κατέκτησε. Είτε με τον Παναθηναϊκό, είτε με την Εθνική. Και είναι πολύ παράξενο, που τα παιδικά όνειρα ενός τόσο επιτυχημένου καλαθοσφαιριστή δεν περιελάμβαναν το μπάσκετ.
Ο πρώτος του έρωτας -στα σπορ- ήταν το ποδόσφαιρο. Ακόμη και σήμερα, δεν το έχει ξεπεράσει. Αλλά το χάρισμα το είχε στα χέρια, όχι στα πόδια. Γεννήθηκε αμφίχειρας (ή αμφιδέξιος). Που σημαίνει ότι μπορεί να χρησιμοποιεί το δεξί του και το αριστερό του με την ίδια ευχέρεια. Στο μπάσκετ, όμως, δεν τον έσπρωξε αυτή η σπάνια, ιδιαίτερη ικανότητα. Το γνώρισε χάρη στον θρίαμβο της Εθνικής μας στο Ευρωμπάσκετ του 1987. Θυμάστε που -την επόμενη κιόλας μέρα- ξεφύτρωσαν μπασκέτες παντού, και χιλιάδες παιδιά ξεχύθηκαν σε σχολεία, πάρκα και πλατείες με πορτοκαλί μπάλες στα χέρια; Ε, ο Διαμαντίδης -επτά ετών τότε- ήταν ένα από αυτά. Παιδί του Ευρωμπάσκετ.
Για πολλά χρόνια το έβλεπε ως ένα παιχνίδι για να γυμνάζεται και να περνά ευχάριστα την ώρα του. Ούτε υποψία δεν είχε, ότι θα γινόταν μπασκετμπολίστας. Μέχρι την ημέρα -το 1999- που ο Παρασκευάς Μουρατίδης τον προέτρεψε να υπογράψει στον Ηρακλή. Μόνο τότε, στα 19 του, άρχισε να πιστεύει ότι θα μπορούσε να κάνει καριέρα παίζοντας μπάσκετ. Οι γονείς του τον ενθάρρυναν και τον στήριξαν. Η οικογένειά του ήταν πάντα στο πλευρό του, στα δύσκολα πρώτα χρόνια. Σήμερα, δεν την έχει μόνο στην καρδιά του αλλά και αποτυπωμένη στο δεξί του χέρι. Το πρώτο του tatoo ήταν τα αρχικά του πατέρα του Θωμά, της μητέρας του Μαίρης και του αδελφού του Βασίλη.
Στη Θεσσαλονίκη έμενε σε ένα μικρό διαμέρισμα, στην οδό Καυταντζόγλου απέναντι από το Στρατοδικείο. Το 1999 έπαιρνε 9.000.000 δραχμές τον χρόνο. Πόσο κόστισε στον Ηρακλή η μετεγγραφή του από την Καστοριά; Δέκα εμφανίσεις και δέκα μπάλες. Τη φανέλα με το νούμερο 13 δεν τη διάλεξε. Ηταν η μόνη διαθέσιμη. Κατά σύμπτωση, ακριβώς το ίδιο συνέβη όταν πήγε στον Παναθηναϊκό.
Στο τέλος του 2004, έπειτα από μια καταπληκτική σεζόν με τον Ηρακλή, ο Ζέλικο Ομπράντοβιτς έπιασε τους Γιαννακόπουλους και τους είπε πως δεν θέλει κανέναν άλλο παίκτη, πλην του Διαμαντίδη
Θα μπορούσε να έχει κατέβει στην Αθήνα από το 2001. Τότε που ο Θανάσης Γιαννακόπουλος ταξίδεψε στη Θεσσαλονίκη για να διαπραγματευτεί την απόκτηση του Λάζαρου Παπαδόπουλου (του Ηρακλή). Ο Πρόδρομος Εμφιετζόγλου -μεγαλομέτοχος της ΚΑΕ εκείνη την εποχή- του είχε προτείνει να προσθέσει στο ποσό που θα έδινε για τον Παπαδόπουλο, άλλα 50.000 ευρώ. Για να πάρει «πακέτο» κι έναν ταλαντούχο νεαρό. Ο Γιαννακόπουλος άρχισε τα τηλεφωνήματα: «Ρε παιδιά, ποιος είναι αυτός ο πιτσιρικάς που μου δίνουν με 50.000 ευρώ; Ενας, πώς τον λένε, Διαμαντάτος, Διαμαντάκης; Κάπως έτσι. Αξίζει να τον πάρω;».
Δεν τον πήρε, επειδή ο Διαμαντίδης δεν ήθελε να εγκαταλείψει τον Ηρακλή που βούλιαζε -τότε- λόγω οικονομικών προβλημάτων. Αντί να κοιτάξει την πάρτη του, προτίμησε να μείνει και να παλέψει για την ομάδα, μαζί με τον Λευτέρη Κακιούση και αρκετούς νεαρούς. Οχι μόνο δεν πληρωνόταν, αλλά δάνειζε χρήματα σε συμπαίκτες του για να τα βγάζουν πέρα. Πάντα αισθηματίας ο «Μήτσος». Γι’ αυτό και δεν διανοήθηκε ποτέ να το κουνήσει από τον Παναθηναϊκό, αν και σχεδόν κάθε χρόνο εμφανίζονταν μπροστά του μεγάλοι πειρασμοί.
Στο τέλος του 2004, έπειτα από μια καταπληκτική σεζόν με τον Ηρακλή, ο Ζέλικο Ομπράντοβιτς έπιασε τους Γιαννακόπουλους και τους είπε πως δεν θέλει κανέναν άλλο παίκτη, πλην του Διαμαντίδη. Για να ικανοποιήσουν την επιθυμία του προπονητή τους, ο Παύλος και ο Θανάσης ήταν έτοιμοι να προσφέρουν «γην και ύδωρ» στον Διαμαντίδη. Τι λέτε οτι τους ζήτησε ο 24χρονος -τότε- άσος; Ενα… Μίνι Κούπερ, για να μπορεί να παρκάρει εύκολα. Στις 3 Νοεμβρίου 2004 πραγματοποίησε το ντεμπούτο του στην Ευρωλίγκα, με αντίπαλο την Ουνικάχα Μάλαγα στην Ανδαλουσία. Εκείνη την ημέρα, κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί πόσο μακριά θα έφτανε η βαλίτσα του στο ευρωπαϊκό μπάσκετ.
Την απίστευτη εξέλιξή του την οφείλει, εν πολλοίς, στον Ομπράντοβιτς. Ο κόουτς τον συνάντησε ως έναν καλό αμυντικό, και όταν πια η συνεργασία τους είχε ολοκληρωθεί, ο Διαμαντίδης ήταν ήδη ένας από τους κορυφαίους παίκτες στην Ευρώπη. Στην αρχή το σουτ του ήταν σκέτη απογοήτευση. Δούλεψε πολύ πάνω σε αυτό, και τα επόμενα χρόνια πέτυχε μαγικά τρίποντα, που έκαναν ευτυχισμένο τον Παναθηναϊκό και την Εθνική. Με αποκορύφωμα το αξέχαστο «βάλτο, αγόρι μου» στον ημιτελικό με τη Γαλλία, στο Ευρωμπάσκετ 2005.
Η σχέση του Διαμαντίδη με την Εθνική άρχισε στις 15 Ιανουαρίου 2002, δίπλα σε έναν άνθρωπο που δεν ήταν εύκολος για κανέναν παίκτη. Ο Γιάννης Ιωαννίδης, όμως, του έδειξε εμπιστοσύνη πριν καν γίνει σταρ στον Ηρακλή. Στις προπονήσεις τον… πέθαινε στα σουτ. Του έλεγε πως όταν βελτιώσει την ευστοχία του, θα είναι ασταμάτητος. Ηταν ο πρώτος που πίστεψε οτι θα μπορούσε να γίνει κάτι πολύ σπουδαιότερο από ένα χρήσιμο «εργαλείο». Ηγέτης.
Η μετριοφροσύνη του δεν τον άφησε ποτέ να χαρεί τις ατομικές διακρίσεις του, τα κομπλιμέντα, τις ερωτήσεις των δημοσιογράφων που υπέκρυπταν τον θαυμασμό τους για ‘κείνον
Η βραδιά της 24ης Φεβρουαρίου 2009 ήταν πολύ ξεχωριστή από τις προηγούμενες. Ο Διαμαντίδης, έπειτα από πέντε χρόνια στον Παναθηναϊκό, είχε πάρει -στην αρχή εκείνης της σεζόν- το περιβραχιόνιο του αρχηγού από τον Φραγκίσκο Αλβέρτη. Στον 10ο τελικό της καριέρας του με την πράσινη φανέλα, ήρθε η ώρα να σηκώσει το Κύπελλο Ελλάδας στον ουρανό του Ελληνικού. Ακόμα κι εκείνη τη στιγμή, όμως, σκέφτηκε τον «Φράγκι». Του ζήτησε να το κάνουν μαζί. Την επομένη εξήγησε το γιατί: «Δεν ήταν ο προηγούμενος αρχηγός. Είναι και θα είναι ο αρχηγός του Παναθηναϊκού».
Ο Διαμαντίδης και ο Αλβέρτης συνυπήρξαν στον Παναθηναϊκό μόνο πέντε χρόνια. Αλλά πρόλαβαν να πανηγυρίσουν 12 από τους 15 τίτλους που διεκδίκησε η ομάδα: δύο κούπες Ευρωλίγκας και πέντε νταμπλ. Ολα αυτά εξηγούν το γιατί ο Αλβέρτης, ο οποίος δόξασε την πράσινη φανέλα επί 19 συναπτά έτη, επελέγη να παραδώσει -απόψε- το βραβείο στον Διαμαντίδη. Αν δεν ήταν αυτός, θα ήταν ο Ομπράντοβιτς.
Θα… κοκκινήσει, πάλι, ο «Μήτσος». Η μετριοφροσύνη του δεν τον άφησε ποτέ να χαρεί τις ατομικές διακρίσεις του, τα κομπλιμέντα, τις ερωτήσεις των δημοσιογράφων που υπέκρυπταν τον θαυμασμό τους για ‘κείνον. Τη δόξα, τέλος πάντων, που δικαιούται ένας τέτοιος αθλητής. Συνήθως κοιτάζει το πάτωμα και απαντά: «Ας μη μιλήσουμε για μένα. Τι να πούμε, δηλαδή;». Τον ρωτούσαν πώς «σκότωσε» τον Ολυμπιακό σε έναν τελικό με τα αλλεπάλληλα τρίποντά του, και τους έλεγε: «Εκανα τα σουτ και μπήκαν. Δεν έγινε και τίποτα…». Είδε κι έπαθε, ο Ομπράντοβιτς, να τον πείσει να μιλάει λίγο περισσότερο. Να μην… κρύβεται έπειτα από κάθε μεγάλη του παράσταση, επειδή κάτι τέτοιο δεν ταιριάζει σε ένα ηγέτη. Αυτή η σεμνότητα, άλλωστε, δεν τον άφησε να δοκιμάσει την τύχη του στο ΝΒΑ. «Δεν θα πω ότι δεν θέλω να παίξω στο NBA, όμως το επίπεδο εκεί είναι πολύ ψηλό και δεν μπορώ να ανταποκριθώ». Ποιος άλλος -στα δικά του κυβικά- το έχει παραδεχτεί τόσο ξεκάθαρα, με τέτοια ειλικρίνεια;
Την αποφράδα 1η Σεπτεμβρίου 2015 ο Διαμαντίδης ανακοίνωσε ότι σταματά το μπάσκετ στο τέλος της σεζόν. Στα 36 του (γεννήθηκε στις 6 Μαΐου 1980), και έχοντας ζήσει πολύ περισσότερα απ’ όσα είχε ονειρευτεί: Με τον Παναθηναϊκό, τρία Πρωταθλήματα Ευρώπης (Ευρωλίγκα), εννέα
«Ξέρω πως θα μου λείψει το μπάσκετ, γιατί είναι αυτό που κάνω τόσα χρόνια, ο τρόπος της ζωής μου, αυτό που αγαπάω. Τώρα πια, που έχω κάνει τη δική μου οικογένεια, τα παιδιά μου και η σύζυγός μου παίζουν τον σπουδαιότερο ρόλο. Αλλά, σίγουρα, θα μου λείψει το μπάσκετ. Πολύ. Το πώς θα είναι και όλα τα σχετικά, θα το δούμε όταν έρθει εκείνη η ώρα». Με αυτά τα λόγια είχε προετοιμάσει τους φαν του για το «αντίο», που όλο και πλησιάζει.
Και μετά; «Θα κάνουμε χρόνια να τον ακούσουμε ξανά», λένε όσοι τον γνωρίζουν καλά. Πολύ πιθανό να εγκατασταθεί στην Καστοριά, την οποία λατρεύει (είναι επίτιμος δημότης και κάτοχος του χρυσού κλειδιού της πόλης), και να κάθεται με τις ώρες να χαζεύει τη λίμνη. Στο βίντεο που ετοίμασε η Ευρωλίγκα γι’ απόψε, στο οποίο μιλούν ο Ομπράντοβιτς, ο Αλβέρτης, ο Σπανούλης, ο Γιασικεβίτσιους και ο Ναβάρο, σχεδόν όλοι εκφράζουν την ελπίδα πως ο «3D» θα αλλάξει γνώμη και θα παραμείνει στο μπάσκετ. Δύσκολο. Είναι κι αυτό χαρακτηριστικό των σπουδαίων παικτών: ξέρουν πότε πρέπει να γράψουν «τέλος».