Ο Ολυμπιακός πατάει απόψε (21.45) το Αλιάντς Αρίνα, το πιο σύγχρονο και από τα τρία – τέσσερα κορυφαία γήπεδα της Ευρώπης, έδρα της Μπάγερν Μονάχου, το οποίο εγκαινιάστηκε τον Μάιο του 2005 και κόστισε 286 εκατ. ευρώ. Αλλά χαλάλι τα λεφτά. Για το χορτάρι του, που σου δίνει την αίσθηση ότι η μπάλα κυλάει πάνω σε τεντωμένη τσόχα, για την ακουστική του, την οποία θα ζήλευαν οι κορυφαίες όπερες του κόσμου, για τον τέλειο φωτισμό του, που λατρεύει την τηλεόραση, για την εξαιρετική αρχιτεκτονική του, για τις ανέσεις υπερπολυτελούς ξενοδοχείου που προσφέρει σε διαγωνιζόμενους και θεατές.
Το γήπεδο, το οποίο εξωτερικά φωτίζεται στα χρώματα της γηπεδούχου ομάδας (το χρησιμοποιούν, επίσης, η Μόναχο 1860 και η εθνική της Γερμανίας), έχει χωρητικότητα 71.137 θεατών (περιλαμβάνονται 2.200 θέσεις VIP, 400 για τους εκπροσώπους του Τύπου,106 σουίτες και 165 θέσεις για αναπηρικές πολυθρόνες) και διαθέτει 550 τουαλέτες, 190 κάμερες παρακολούθησης, τέσσερις αίθουσες αποδυτηρίων για τις ομάδες (δύο για τις γηπεδούχους ομάδες και δύο για τις αντιπάλους τους), τέσσερις για προπονητές, άλλες δύο αίθουσες προπόνησης – 110 τετραγωνικών μέτρων η κάθε μία -, τις μπουτίκ της Μπάγερν Μονάχου και της Μόναχο 1860, καταστήματα, εστιατόρια και τον μεγαλύτερο χώρο στάθμευσης στην Ευρώπη, με 11.000 θέσεις για αυτοκίνητα, 350 για λεωφορεία και άλλες 130 για άτομα με αναπηρίες.
Κάπου εδώ τελειώνουν τα όμορφα και αρχίζουν τα τρομακτικά. Χωρίς κανέναν ενδοιασμό, το Αλιάντς Αρίνα δικαιούται τον τίτλο της πιο… εφιαλτικής έδρας του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου, για τις ομάδες που το επισκέπτονται ως αντίπαλοι της Μπάγερν. Ιδίως από την περίοδο 2013- 2014, που ο Πεπ Γκουαρδιόλα κάθισε στο τιμόνι της τότε πρωταθλήτριας Ευρώπης. Στο διάστημα αυτό, η Μπάγερν πετυχαίνει στα ευρωπαϊκά της παιχνίδια (κατά μέσο όρο) 3,28 γκολ ανά αγώνα, ενώ στα πέντε τελευταία ματς στη Βαυαρία έχει σημειώσει συνολικά 26 τέρματα (μέσος όρος 5,2 γκολ)! Αρσεναλ και Ντινάμο Ζάγκρεμπ επέστρεψαν φέτος στις πατρίδες τους με πέντε γκολ (η καθεμία), ενώ πέρυσι, στις νοκ άουτ φάσεις του Τσάμπιονς Λιγκ, η Μπάγερν συνέτριψε τη Σαχτάρ (7-0), την Πόρτο (6-1) και νίκησε την Μπαρτσελόνα (3-2) στον επαναληπτικό ημιτελικό. Ξέρετε ποιος είναι ο αντίστοιχος μέσος όρος στις άλλες δυο φοβερές έδρες του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου; Στο Καμπ Νου της Μπαρτσελόνα 2,61 γκολ/αγώνα και στο Σαντιάγο Μπερναμπέου της Ρεάλ Μαδρίτης 2,64 γκολ/αγώνα.
Επιπλέον, οι Βαυαροί αρέσκονται να… βασανίζουν τα θύματά τους, προτού τα αποτελειώσουν. Επί ημερών των ημερών του Γκουαρδιόλα, καταγράφουν ποσοστό κατοχής της μπάλας 63%. Οι αντίστοιχοι μέσοι όροι για την Μπαρτσελόνα και τη Ρεάλ φτάνουν το 60% και το 52%. Μάλιστα, στο πρόσφατο παιχνίδι της Μπάγερν κόντρα στην Ντινάμο Ζάγκρεμπ, το ποσοστό κατοχής των Γερμανών έφτασε το… εξωπραγματικό 71%. Τέτοιο νούμερο σε παιχνίδι Τσάμπιονς Λιγκ, η Μπαρτσελόνα ή η Ρεάλ δεν έχουν πιάσει ποτέ. Όσο για τις τελικές προσπάθειες, η Μπάγερν παράγει (στην έδρα της) 22 ανά αγώνα, εκ των οποίων οι μισές καταλήγουν στην αντίπαλη εστία. Πολύ περισσότερες από τις αντίστοιχες των δυο ισπανικών «θηρίων».
Η ομάδα του Γκουαρδιόλα είναι ένα κράμα της παλιάς Μπάγερν και της νέας Μπαρτσελόνα. Η επιτυχημένη Μπάγερν των '70 και των '80 ήταν μια μισητή – για το ευρωπαϊκό κοινό – ομάδα, επειδή ήταν αποτελεσματική αλλά μονότονη και βαρετή. Νικούσε χάρη στη δύναμη, το πείσμα και τη μεθοδικότητά της, και ο κόσμος – μοιραία – τη συνέκρινε με τις μεγάλες αντιπάλους της εκείνες τις εποχές, τον Αγιαξ και τη Λίβερπουλ, που έπαιζαν ποδόσφαιρο και όχι μπάλα. Οχι μόνο για να νικούν, αλλά και για να προσφέρουν ελκυστικό θέαμα.
Σήμερα, ο Γκουαρδιόλα έχει εξελίξει ακόμη περισσότερο το παλιό (δικό του) μοντέλο. Η Μπάγερν είναι μια Μπαρτσελόνα (στο passing game, στους αυτοματισμούς και στην ταχύτητα), ίσως ακόμη πιο αποτελεσματική όταν φτάνει στην αντίπαλη περιοχή – και πολύ πιο αθλητική, όταν οι αντίπαλοι προσπαθούν να την αντιμετωπίσουν με τη δύναμη. Για πολλούς, είναι η τέλεια ομάδα των ημερών μας. Με ένα μικρό προβληματάκι στα σέντερ μπακ της, έτσι για να μην τη… ματιάζουν.
Παράλληλα, όσο κι αν πρόκειται για ένα αρμονικό σύνολο, στο οποίο οι ποδοσφαιριστές μπαινοβγαίνουν χωρίς να πολυφαίνονται οι απουσίες, υπάρχουν τέσσερις παίκτες που αξίζει να τους προσέξουμε ιδιαιτέρως. Αντε, πέντε. Ο Ντάγκλας Κόστα, ο Βραζιλιάνος που ήρθε από τη Σαχτάρ Ντόνετσκ το καλοκαίρι, έχει σερβίρει ως τώρα 14 ασίστ, από το ξεκίνημα της σεζόν. Ακόμη κι αν τον χάσετε στο ματς, θα τον δείτε να συμμετέχει σε κάποιο γκολ. Ο Βιδάλ είναι μακράν το πιο χρήσιμο ποδοσφαιρικό «εργαλείο». Οι κινήσεις του από τη μια περιοχή στην άλλη, είναι για σεμινάριο. Ο Τόμας Μίλερ είναι ένας χαφ που, όταν πλησιάζει την αντίπαλη περιοχή, τύφλα να 'χει ο καλύτερος σέντερ φορ. Ακόμη και στις κακές βραδιές του, ένα γκολάκι θα το… χώσει. Για το καλό… Ο Λεβαντόφσκι έχει μια καταπληκτική ικανότητα να στέλνει την μπάλα στα δίχτυα, με όλους τους πιθανούς και απίθανους τρόπους. Συχνά με χατ-τρικ και… πεντάρες (όπως έκανε στη μυθική εμφάνισή του κόντρα στη Βόλφσμπουργκ, με 5 γκολ σε 9 λεπτά!). Τέλος, ο Νόιερ είναι μακράν ο κορυφαίος τερματοφύλακας των ημερών μας, αν και από υπερβολική αυτοπεποίθηση μπορεί να την κάνει την γκέλα του. Δυστυχώς για τον Ολυμπιακό, την έκανε πολύ πρόσφατα, στο γκολ που δέχτηκε το περασμένο Σάββατο από τη Σάλκε, και δεν προβλέπεται άλλη τόσο σύντομα.
Η ισοπαλία που αναζητεί ο Ολυμπιακός για να κλειδώσει την πρόκρισή του στην επόμενη φάση του Τσάμπιονς Λιγκ, ασχέτως με το τι θα κάνει η Αρσεναλ στο δικό της παιχνίδι απέναντι στην Ντινάμο, ισοδυναμεί με ένα ποδοσφαιρικό θαύμα. Όμως, δεν έχει κανένα λόγο να «τρέμει» την Μπάγερν. Έχοντας προϋπολογίσει ότι δεν έχει να περιμένει τίποτα από αυτό το ματς, θα παίξει για να απολαύσει αυτή την σπάνια εμπειρία. Και ό,τι βγει. Ακόμη κι αν το γήπεδο… γείρει απόψε, κανένας δεν θα τον κατηγορήσει για μια ήττα (όποιας έκτασης), απέναντι στην ομάδα που, τον τελευταίο ενάμισι χρόνο, έπαθε ζημιά μόνο σε μία περίπτωση: στους περυσινούς ημιτελικούς του Τσάμπιονς Λιγκ με την Μπαρτσελόνα. Το άγχος, ο Ολυμπιακός, το κρατάει για το ματς με την Αρσεναλ. Εκτός κι αν ο διάβολος σπάσει το ποδάρι του…