Η συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν στο περιθώριο της Συνόδου του ΝΑΤΟ είχε προγραμματιστεί να είναι ένα τετ-α-τετ των δύο ανδρών. Μόνοι μάρτυρες της συζήτησης τους θα ήταν οι δύο μεταφραστές, όπερ και θα έδινε στους δύο την ελευθερία κινήσεων να συζητήσουν πιο ανοιχτά, μετά από ενάμιση χρόνο ακραίας έντασης. Κι όμως, προς επιβεβαίωση του προϋπάρχοντος χάσματος εμπιστοσύνης, η τουρκική πλευρά ζήτησε την παρουσία του Ιμπραήμ Καλίν, του έμπιστου, αμερικανοσπουδαγμένου συμβούλου του Ερντογάν στην αίθουσα, εν είδει μεταφραστή. Κάπως έτσι, στην εξίσωση μπήκε και η διπλωματική σύμβουλος του Μητσοτάκη, η πρέσβης Ελένη Σουρανή.
Πρόκειται για ένα ντουέτο που, έστω και από τα παρασκήνια, πρωταγωνιστεί στην ελληνο-τουρκική κρίση του τελευταίου έτους. Ο Καλίν, καίτοι το παρουσιαστικό του παραπέμπει στην βαθιά Ανατολία, έχει αμερικανικό υπόβαθρο, μιλά εξαιρετικά Αγγλικά και ανήκει στη σφαίρα των πολύ στενών συνεργατών του Ερντογάν. Δεν έχει πάντα την ίδια προσέγγιση με τον Μεβλούτ Τσαβούσογλου, ο οποίος θεωρείται «γεράκι», ενώ η παρουσία του σε διαδικασίες, όπως ο πρώτος γύρος των διερευνητικών μετά από χρόνια τον περασμένο Μάρτιο, είναι η σφραγίδα του τουρκικού «παλατιού» για τη θωράκιση μιας διαδικασίας. Ο Καλίν είναι τα μάτια και τα αυτιά του Ερντογάν.
Από την άλλη, η Σουρανή είναι επίσης ένα πρόσωπο της απόλυτου εμπιστοσύνης του Μητσοτάκη. Διπλωμάτης καριέρας, με θητεία σε καίριες πρεσβείες, αλλά και στη διεύθυνση Α4 (Διεύθυνση Τουρκίας) του υπουργείου Εξωτερικών, βρέθηκε στο Μαξίμου τον Ιανουάριο του 2020, διαδεχόμενη την Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου, η οποία βρέθηκε σε θέση πρέσβεως στην Ουάσιγκτον. Μετά από ενάμιση χρόνο, όλοι ξέρουν πλέον ότι η κυρία Παπαδοπούλου ποτέ δεν κατάφερε να βρει modus operandi με τον τότε ισχυρό πρωθυπουργικό σύμβουλο Δημήτρη Μητρόπουλο, ο οποίος, με τη σειρά του, εκπαραθυρώθηκε δύο μήνες μετά. Αυτή είναι όμως μια άλλη ιστορία που απλά αποτέλεσε τη θρυαλλίδα, προκειμένου η κυρία Σουρανή να βρεθεί στο Μέγαρο Μαξίμου. Χαμηλών τόνων, εργατική και έμπειρη, κάνει καθημερινά τακτικά τη διαδρομή Μαξίμου – υπουργείο Εξωτερικών, αποφεύγει τις δημόσιες σχέσεις με δημοσιογράφους και δημοσιολογούντες και χειρίζεται κάτω από τα ραντάρ δύσκολες καταστάσεις.
Καλίν και Σουρανή είναι πλέον ένα «παράξενο ζευγάρι» στον άξονα της ελληνοτουρκικής σχέσης. Τον περασμένο Αύγουστο, όταν το «Oruc Reis» έκανε βόλτες στο Αιγαίο και ο Ερντογάν εκτόξευε μονίμως απειλές, η κυρία Σουρανή ήταν αυτή που είχε αναλάβει να επικοινωνεί με την Τουρκία και συγκεκριμένα με τον κ. Καλίν. Η επικοινωνία τους, είτε τηλεφωνική είτε μέσω μηνυμάτων, αποδείχθηκε χρήσιμη, προκειμένου να μην καταρρεύσει πλήρως ο δίαυλος. Τότε, μέρος ενός άτυπου «τριμερούς» σχήματος ήταν και ο σύμβουλος της Μέρκελ Γιαν Χέκερ, ο οποίος ήταν και αυτός που είχε καλέσει τους δύο συμβούλους σε εκείνη την περίφημη συνάντηση του Βερολίνου που έληξε με τον κ. Καλίν να μην συναινεί σε ένα μορατόριουμ, ελλείψει εντολής από τον κ. Ερντογάν.
Οι δύο διπλωματικοί σύμβουλοι δεν έκοψαν ποτέ την επικοινωνία. Ανταλλάσσουν ενίοτε ακόμα και ευχές σε μεγάλες γιορτές. Και, βεβαίως, ο Καλίν ξέρει πως, όταν του μιλάει η Σουρανή είναι σαν να ακούει τον Μητσοτάκη και αντιστοίχως και η Σουρανή ξέρει ότι ο Καλίν εκφράζει γνησίως τις διαθέσεις του προέδρου Ερντογάν. Και μπορεί η παρουσία τους στο ραντεβού του ΝΑΤΟ να ήταν εν τελεί διακοσμητική, με δεδομένο ότι δεν συνεισέφεραν στη συζήτηση, ήταν όμως μάρτυρες ενός σκηνικού εξομάλυνσης. Σαν μια «δικλείδα ασφαλείας» στον δρόμο προς ένα μορατόριουμ, το οποίο όμως μένει να φανεί επί του εδάφους.