| Shutterstock
Επικαιρότητα

Σοκ στη Γαλλία: 55χρονος κρατούσε φυλακισμένη και βασάνιζε τη σύζυγό του επί 12 χρόνια

Η γυναίκα βρισκόταν σε ένα δωμάτιο, γυμνή, με ξυρισμένο το κρανίο, υποσιτισμένη, με εμφανή κατάγματα στα πόδια και στα δάχτυλα, σύμφωνα με αστυνομική πηγή. Ομως ο εισαγγελέας αμφισβητεί τα λεγόμενά της
Protagon Team

Οι γείτονες δεν την είχαν δει «ποτέ», άκουγαν τις κραυγές της αλλά νόμιζαν ότι ήταν βαριά άρρωστη και «πέθαινε»: η γαλλική αστυνομία απελευθέρωσε τη Δευτέρα μια 53χρονη Γερμανίδα που ζούσε επί 12 χρόνια αιχμάλωτη σε ένα διαμέρισμα, όπου την βασάνιζε ο σύζυγός της.

Ο 55χρονος φερόμενος ως δράστης συνελήφθη στις τέσσερις τα ξημερώματα στην πόλη Φορμπάκ, στα σύνορα της Γαλλίας με τη Γερμανία. Η γυναίκα βρισκόταν σε ένα δωμάτιο, γυμνή, με ξυρισμένο το κρανίο, υποσιτισμένη, με εμφανή κατάγματα στα πόδια και στα δάχτυλα. Ο εισαγγελέας του Σαρεγκεμίν, Ολιβέ Γκλαντί, δεν διευκρίνισε ποια είναι η κατάσταση της υγείας της, περιοριζόμενος να πει μόνο ότι «δεν είναι καλή».

Ο Γκλαντί αναμενόταν να δώσει αργότερα τη Δευτέρα συνέντευξη Τύπου για την υπόθεση αυτήν.

Σύμφωνα με όσα έγιναν ήδη γνωστά, η 53χρονη ζούσε σε ένα δωμάτιο με κάγκελα στα παράθυρα, μετέδω σε το Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων. Τοπικά ΜΜΕ ανέφεραν ότι ο σύζυγός της κρατούσε «ημερολόγιο» στο οποίο περιέγραφε τις πράξεις του και σημείωνε πότε την τάιζε, ωστόσο η πληροφορία αυτή δεν έχει επιβεβαιωθεί μέχρι στιγμής.

«Δεν έβγαινε ποτέ από το σπίτι»

Η γυναίκα κατάφερε να τηλεφωνήσει σε μια γερμανική οργάνωση για την προστασία θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας, η οποία με τη σειρά της επικοινώνησε με την αστυνομία του Βισμπάντεν. Οι Γερμανοί αστυνομικοί ενημέρωσαν του γάλλους συναδέλφους τους.

Μια αστυνομική πηγή είπε στο Γαλλικό Πρακτορείο ότι ήταν εμφανές πως η 53χρονη ήταν θύμα βασανιστηρίων.

Ο σύζυγος της, που είναι άνεργος, εργαζόταν στο παρελθόν «σε εργοστάσιο στη Γερμανία». Το ζεύγος ζούσε στον δεύτερο όροφο μιας τριώροφης πολυκατοικίας, στο κέντρο του Φορμπάκ, σε πολύ μικρή απόσταση από το δημαρχείο.

«Δεν είχα δει ποτέ την κυρία, δεν έβγαινε ποτέ από το σπίτι», είπε στους δημοσιογράφους μια γειτόνισσα, η Αλίσια, εξηγώντας ότι δεν είχε δει την 53χρονη εδώ και έξι χρόνια. «Ο ιδιοκτήτης (του σπιτιού) μου είπε ότι είχε καρκίνο, αυτό έλεγε (ο σύζυγος) σε όλον τον κόσμο στο κτίριο», πρόσθεσε.

Παρόμοιες πληροφορίες μετέφεραν και άλλοι γείτονες. «Κάποιες φορές άκουγα κραυγές αλλά νόμιζα ότι ήταν από τον πόνο» λόγω του καρκίνου, εξήγησε η Αλίσια. Οι φωνές δεν ακούγονταν πολύ συχνά, «τις άκουσα 5-6 φορές μέσα σε τρεις μήνες», είπε.

Ο σύζυγος ήταν «πολύ ευγενικός» αλλά οι μοναδικές σχέσεις με τους γείτονες περιορίζονταν σε ένα «καλημέρα, καληνύχτα», συνέχισε η γυναίκα.

Μια άλλη γειτόνισσα, η Ερικα, είπε ότι η ίδια ζει στη γειτονιά εδώ και 15 χρόνια και είδε τη γυναίκα «ίσως πριν από δέκα χρόνια» και τότε ήταν «φαλακρή». Η Ερικα πίστευε ότι η 53χρονη «μάλλον πέθανε» ή «έφυγε» και ότι ο σύζυγός της ζούσε μόνος του. Και εκείνον όμως τον έβλεπαν «ελάχιστα», πρόσθεσε, εξηγώντας ότι πριν από καμιά δεκαπενταριά ημέρες τον είδε να φροντίζει τα λουλούδια στο μπαλκόνι του.

Αμφισβητεί τη γυναίκα ο εισαγγελέας

Η κράτηση του 55χρονου Γερμανού παρατάθηκε, όμως ο εισαγγελέας που έχει αναλάβει την υπόθεση εξέφρασε πολλές αμφιβολίες για την εκδοχή που παρουσιάζει το θύμα.

Ο εισαγγελέας του Σαρεγκεμίν, Ολιβιέ Γκλαντί, υπογράμμισε ότι προς το παρόν δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να επιβεβαιώνει τα λεγόμενα της 53χρονης.

Σύμφωνα με τις πρώτες εξετάσεις στις οποίες υποβλήθηκε, η γυναίκα δεν έχει «κανένα κάταγμα», δεν φέρει «εμφανείς εκχυμώσεις», ούτε «πληγές».

Από τις αιματολογικές εξετάσεις δεν διαπιστώθηκε να πάσχει από αφυδάτωση, πρόσθεσε ο Γκλαντί, σημειώνοντας ότι είναι πιθανόν να πάσχει από καρκίνο, όπως ανέφεραν πολλοί γείτονες του ζεύγους.

«Ο κέρσορας μετακινείται ευλογοφανώς προς ένα τρομακτικό σενάριο της ανεπαρκούς διαχείρισης μιας ασθένειας», συνέχισε, λέγοντας ότι οι δηλώσεις της γυναίκας ήταν «ασυνάρτητες».

«Το σενάριο, τη στιγμή που σας μιλώ, φαίνεται να απομακρύνεται από την πιθανότητα να έχουμε έναν Γαλαζογένη (σ.σ. από το παραμύθι του Περό για τον άρχοντα που σκότωνε τις συζύγους του) στον Ανατολικό Μοζέλα», κατέληξε.

Γυναίκες σε αιχμαλωσία

Η περίπτωση της 53χρονης θυμίζει παρόμοιες τραγικές περιπτώσεις γυναικών σε όλον τον κόσμο, τις οποίες σταχυολόγησε στο σχετικό τηλεγράφημά του το Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων:

Στην Αυστρία, η Ελίζαμπεθ Φριτσλ έζησε επί 24 χρόνια κλεισμένη στο υπόγειο του σπιτιού της στο Αμστετεν, όπου την βίαζε συστηματικά ο πατέρας της, Γιόζεφ. Η φρίκη αποκαλύφθηκε το 2008, όταν ένα από τα επτά παιδιά που απέκτησε η Ελίζαμπεθ με τον βιαστή πατέρα της χρειάστηκε να νοσηλευτεί σε νοσοκομείο. Ο Γιόζεφ Φριτσλ καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη και διατάχθηκε ο εγκλεισμός του σε ψυχιατρείο.

Δύο χρόνια νωρίτερα, επίσης στην Αυστρία, η 18χρονη Νατάσα Κάμπους βρέθηκε να περιπλανιέται στα περίχωρα της Βιέννης, αφού το έσκασε από το υπόγειο όπου την κρατούσε αιχμάλωτη ο απαγωγέας της επί οκτώ χρόνια. Ο 35χρονος Βόλφγκανγκ Πρίκλοπιλ την άρπαξε όταν ήταν 10 ετών, στον δρόμο για το σχολείο της. Ο Πρίκλοπιλ αυτοκτόνησε, πηδώντας στις γραμμές του τρένου, την ίδια ημέρα που η Νατάσα ανέκτησε την ελευθερία της.

Το 2009, στον κήπο ενός σπιτιού στο Σαν Φρανσίσκο βρέθηκε η 29χρονη Τζέισι Ντάγκαρντ, την οποία κρατούσε αιχμάλωτη ένα ζευγάρι επί 18 χρόνια. Ηταν 11 ετών όταν την απήγαγε ο Φίλιπ Γκαρίντο, με τον οποίο απέκτησε στη συνέχεια δύο παιδιά. Ο Γκαρίντο και η σύζυγός του καταδικάστηκαν σε ισόβια κάθειρξη.

Το 2013 αποκαλύφθηκε ότι ο Αριέλ Κάστρο, ένας άνεργος οδηγός λεωφορείου, κρατούσε αιχμάλωτες επί μια δεκαετία τρεις νεαρές γυναίκες μέσα στο σπίτι στου το Κλίβελαντ. Ενα από τα θύματά του κατάφερε να διαφύγει και να ενημερώσει τις αρχές. Ο Κάστρο καταδικάστηκε σε ισόβια, συν 1.000 χρόνια κάθειρξη, αλλά αυτοκτόνησε στη φυλακή.

Το 2018 στο Πέρις, στα νότια του Λος Αντζελες, η αστυνομία βρήκε 13 αδέλφια, ηλικίας από 2 έως 29 ετών, φυλακισμένα επί χρόνια στο σπίτι των γονιών τους. Ζούσαν στο σκοτάδι, υποσιτισμένα, μέσα σε ακαθαρσίες ζώων και κάποια ήταν αλυσοδεμένα στο κρεβάτι τους. Οι γονείς, ο Ντέιβιντ και η Λουίζ Τέρπιν, καταδικάστηκαν σε ισόβια.

Στο Λονδίνο, ο «γκουρού» μιας «μαοϊστικής» αίρεσης, ο Αραβιντάν Μπαλακρίσναν, 75 ετών, καταδικάστηκε το 2016 σε κάθειρξη 23 ετών για τον βιασμό δύο πιστών και την αιχμαλωσία της κόρης του επί 30 χρόνια. Σύμφωνα με τα λεγόμενά του, ξυλοκοπούσε την κόρη του από την ηλικία των 4 ετών για να «εξορκίσει τις φασιστικές τάσεις της». Η γυναίκα κατάφερε να διαφύγει όταν έκλεισε τα 30 της χρόνια, με τη βοήθεια μιας οργάνωσης.

Το 2008, στην περιοχή της Νάπολης, απελευθερώθηκε η ιταλίδα Μαρία Μονάκο, 47 ετών, την οποία είχε κλείσει η οικογένειά της σε ένα δωμάτιο επί 18 χρόνια για να την τιμωρήσει επειδή απέκτησε παιδί εκτός γάμου. Ο 17χρονος γιος της πάντως ζούσε ελεύθερος και φοιτούσε κανονικά στο σχολείο.

Στην Κίνα, τέλος, το βίντεο μιας γυναίκας, αλυσοδεμένης από τον λαιμό σε μια αποθήκη στην επαρχία Τζιανγκσού, προκάλεσε σοκ το 2022. Οπως διαπιστώθηκε αργότερα, η γυναίκα ήταν θύμα σωματεμπορίας: είχε απαχθεί από το χωριό της και πουλήθηκε πολλές φορές τα επόμενα χρόνια. Ο «σύζυγος» της, με τον οποίο είχε αποκτήσει οκτώ παιδιά, καταδικάστηκε σε κάθειρξη 9 ετών.