Ηταν που ήταν απελπιστικά χαμηλό το επίπεδο των ελλήνων μαθητών, σύμφωνα με την περιοδική έρευνα PISA του ΟΟΣΑ, ήρθαν και οι καραντίνες της πανδημίας —με τη χώρα μας, δυστυχώς, να είναι πρωταγωνίστρια, αν όχι πρωταθλήτρια, στον άτυπο διαγωνισμό για τις περισσότερες εβδομάδες κλειστών σχολείων (σε αντίθεση με άλλες δραστηριότητες, βλέπε κέντρα αισθητικής)— και τους αποτελείωσε: η έρευνα PISA 2022 –έρευνα που διεξήγαγε ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης σε 81 χώρες και με συμμετοχή 700.000 μαθητών–, κατέδειξε ότι οι έλληνες 15χρονοι όχι μόνο κατέγραψαν χειρότερες επιδόσεις σε σύγκριση με το 2018, αλλά αυτές ήταν κατά πολύ χαμηλότερες από τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ —που και αυτές, βέβαια, υποχώρησαν συνολικά εξαιτίας των επιπτώσεων της Covid-19 και των περιοριστικών μέτρων που ελήφθησαν.
Οι επιδόσεις των 15χρονων Ελλήνων στα μαθηματικά, στην κατανόηση κειμένου και στις φυσικές επιστήμες είναι αποκαρδιωτικές: Στα μαθηματικά, είχαν 430 μονάδες κατά μέσο όρο σε σύγκριση με τις 472 του μέσου όρου των χωρών του ΟΟΣΑ, στην κατανόηση κειμένου 438 μονάδες (με 476 μέσο όρο στον ΟΟΣΑ) και στις φυσικές επιστήμες 441 μονάδες (με τον μ.ο. στις χώρες του ΟΟΣΑ τις 485). Στα μαθηματικά το 47% των 15χρονων Ελλήνων δεν μπορούσε να μετατρέψει σε μια απλή εξίσωση ένα πρόβλημα.
Σύμφωνα με την έρευνα του 2022 για την Ελλάδα, ο μέσος όρος των αποτελεσμάτων του 2022 στη χώρα μας μειώθηκε σε σύγκριση με την PISA 2018 και στα τρία πεδία αναφοράς: στα μαθηματικά, στην κατανόηση κειμένου και στις φυσικές επιστήμες.
Στα τρία αυτά γνωστικά αντικείμενα, η μέση επίδοση ήταν χαμηλότερη το 2022 απ’ ό,τι σε οποιαδήποτε προηγούμενη εκτίμηση: σύμφωνα με την έρευνα, η απότομη πτώση ανάμεσα στο 2018 και το 2022 επιβεβαίωσε και ενίσχυσε μια μείωση η οποία είχε ξεκινήσει πολύ νωρίτερα.
Σε κάθε περίπτωση όμως, το να πέσει η επίδοση στα μαθηματικά από 451 πριν τέσσερα χρόνια -ήδη πολύ χαμηλά- στις 430 μονάδες το 2022 συνιστά κατάρρευση —η αντίστοιχη πτώση στον μ.ο. των χωρών του ΟΟΣΑ ήταν 15 μονάδες— και μεταφράζεται σε απώλεια σχεδόν ενός ολόκληρου σχολικού έτους! Στην κατανόηση κειμένου, από τις 457 μονάδες του 2018, η μέση επίδοση των 15χρονων μαθητών και μαθητριών στη χώρα μας υποχώρησε κατά 19 και στις φυσικές επιστήμες από τις 452 μονάδες της προηγούμενης μέτρησης χάθηκαν 11 μέσα σε μια τετραετία.
Φαίνεται λοιπόν ότι παρά τις θριαμβολογίες περί ψηφιακού άλματος και θαύματος της τηλεκπαίδευσης, η νέα ηγεσία του υπουργείου Παιδείας και ο Κυριάκος Πιερρακάκης κληρονομούν ένα εκπαιδευτικό ναυάγιο…
H κυριαρχία της Ασίας
Κατά τα άλλα, η Ασία, με επικεφαλής τη Σιγκαπούρη, βρίσκεται για μια ακόμη φορά στην κορυφή της έρευνας PISA, κύριο χαρακτηριστικό της οποίας είναι πάντως μια «άνευ προηγουμένου μείωση» των επιδόσεων των μαθητών μετά την κρίση της Covid.
Η έρευνα PISA, που δημοσιεύεται κάθε τρία χρόνια -αλλά μετατέθηκε αυτή τη φορά κατά έναν χρόνο λόγω της πανδημίας της Covid-19- έχει καταστεί παγκόσμιο σημείο αναφοράς που εξετάζεται εξονυχιστικά από τις κυβερνήσεις.
Εξετάζει από το 2000 τις επιδόσεις των εκπαιδευτικών συστημάτων, μέσω των δεξιοτήτων στις φυσικές επιστήμες, στα μαθηματικά και στην κατανόηση κειμένου, των μαθητών ηλικίας 15 ετών. Κάθε φορά ένα από αυτά τα τρία πεδία αναπτύσσεται διεξοδικά, τα μαθηματικά αυτή τη φορά. Στις ασκήσεις υποβλήθηκαν το 2022 690.000 νέοι σε 81 χώρες και περιοχές.
Όπως και στην προηγούμενη έρευνα, όπου τέσσερις κινεζικές μητροπόλεις και επαρχίες (Πεκίνο, Σανγκάη, Τσιανγκσού, Τσετσιάνγκ, οι οποίες δεν συμμετείχαν αυτή τη φορά στην έρευνα) είχαν βρεθεί στην κορυφή, οι μαθητές σε πολλές ασιατικές χώρες βρίσκονται μεταξύ των καλύτερων μαθητών στα μαθηματικά, στις φυσικές επιστήμες και στην κατανόηση κειμένου.
Η Σιγκαπούρη βρίσκεται μακράν μπροστά στα τρία αυτά πεδία, όπως και το 2016. Ακολουθούν το Μακάο, η Ταϊβάν, το Χονγκ Κονγκ, η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα στα μαθηματικά. «Συνεχίζουμε να έχουμε χώρες της Ασίας να μονοπωλούν τις καλύτερες επιδόσεις, κυρίως στα μαθηματικά», υπογράμμισε ο Ερίκ Σαρμπονιέ, ειδικός για την εκπαίδευση στον ΟΟΣΑ.
Όμως το κύριο στοιχείο που διακρίνει αυτή την έρευνα του 2022 βρίσκεται αλλού: σε μια «άνευ προηγουμένου μείωση των επιδόσεων» των μαθητών, σημείωσε από την πλευρά της η Ιρέν Χου, ειδική στην εκπαίδευση για τον ΟΟΣΑ.
«Στα μαθηματικά, ο μέσος όρος των χωρών του ΟΟΣΑ έπεσε κατά 15 μονάδες σε σχέση με το 2018, ενώ η διαφορά ανάμεσα σε κάθε κύκλο δεν είχε ξεπεράσει ποτέ τις τέσσερις μονάδες προηγουμένως. Στην κατανόηση κειμένου, η μείωση είναι 10 μονάδες κατά μέσο όρο στον ΟΟΣΑ» και τα αποτελέσματα στις φυσικές επιστήμες παρέμειναν σταθερά, είπε.
Αυτό αντιστοιχεί σχεδόν στο μισό ενός έτους εκμάθησης της ανάγνωσης και στα τρία τέταρτα ενός έτους στα μαθηματικά, εκτίμησε ο ΟΟΣΑ για τον οποίο οι 20 μονάδες ισοδυναμούν με ένα έτος φοίτησης.
Η Covid επιτάχυνε τη μείωση
Ποιος είναι κυρίως ο λόγος που εξηγεί αυτή τη «δραματική πτώση» των επιδόσεων; Η κρίση της πανδημίας της Covid, η οποία «βέβαια έχει αντίκτυπο σε αυτό που παρατηρείται» και ήταν ένας «επιταχυντής της μείωσης των επιδόσεων», ανέφερε ο Ερίκ Σαρμπονιέ.
Όμως, συνέχισε, «δεν πρέπει ούτε να τα αποδίδουμε όλα στην Covid», καθώς «υπήρχε ήδη μια πτωτική τάση εδώ και δεκαπέντε χρόνια» παγκοσμίως και «δεν έχουμε δει μια άμεση σχέση ανάμεσα στο κλείσιμο των σχολείων και τις επιδόσεις».
Όσον αφορά τη Γαλλία, βρίσκεται στον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ «σε ένα επίπεδο που συγκρίνεται με εκείνο της Ισπανίας, της Ουγγαρίας και της Λιθουανίας στα τρία πεδία», σημείωσε η Ιρέν Χου. Κατατάσσεται 22η στα μαθηματικά, 24η στην κατανόηση κειμένου και 22η στις φυσικές επιστήμες, μεταξύ των 38 χωρών του ΟΟΣΑ.
Όμως τα αποτελέσματά της είναι «από τα χειρότερα που έχουν καταμετρηθεί ποτέ» από τον ΟΟΣΑ. Στα μαθηματικά, κατέγραψε μεταξύ 2018 και 2022 «ιστορική μείωση του επιπέδου των μαθητών», υπογράμμισε ο Ερίκ Σαρμπονιέ.
Αλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Γερμανία -η οποία πέτυχε ωστόσο από το 2000 μια θεαματική διόρθωση, το λεγόμενο «σοκ Pisa»-, η Φινλανδία, όπου οι ανισότητες ανάμεσα στα κορίτσια και τα αγόρια βαθαίνουν, ή ακόμη η Νορβηγία καταγράφουν πιο σημαντική πτώση από τη Γαλλία στα μαθηματικά.
Αντίθετα, στην Ευρώπη, η Εσθονία, η Ελβετία, η Ιρλανδία, η Αυστρία, η Βρετανία, η Τσεχική Δημοκρατία, η Σουηδία και η Δανία βρίσκονται πάνω από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ, όπως και ο Καναδάς.
«Αυτή η πτώση των επιδόσεων δεν είναι πλέον ένα παγκόσμιο πεπρωμένο, εφόσον ορισμένες χώρες κατάφεραν να την περιορίσουν» αν όχι να «διατηρήσουν» τις επιδόσεις αυτές, «όπως στην Ελβετία ή στην Κορέα, ή να τις αυξήσουν όπως στην Ιαπωνία», ανέφερε η Ιρέν Χου.
Εκτός της Covid, άλλοι παράγοντες που προβάλλει ο ΟΟΣΑ προκειμένου να εξηγήσει τη γενική πτώση των αποτελεσμάτων: η κρίση ελκυστικότητας του εκπαιδευτικού επαγγέλματος, που πλήττει όλο και περισσότερο τις χώρες και επηρεάζει την ποιότητα της εκπαίδευσης, η έλλειψη υποστήριξης προς τους εκπαιδευτικούς και τους μαθητές ή συνεργασίας στα σχολικά συγκροτήματα, ή ακόμη η εμπλοκή των γονέων στη σχολική εκπαίδευση, που έχει μειωθεί σε σχέση με το 2018.