Την «επόμενη μέρα» της ΔΕΗ, τις προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει η επιχείρηση, αλλά και τον ρόλο που θα παίξει το Δημόσιο αφενός, οι ιδιώτες επενδυτές αφετέρου, περιέγραψε μεταξύ άλλων τη Δευτέρα o υπουργός Επικρατείας, Aκης Σκέρτσος.
Σε συνέντευξή του στον ΑΝΤ1, και κληθείς, ειδικότερα, να σχολιάσει την επικείμενη αύξηση μετοχικού κεφαλαίου στη ΔΕΗ με ταυτόχρονη μείωση του ποσοστού του Δημοσίου, ο κ. Σκέρτσος υποστήριξε ότι «αυτός είναι ο τρόπος να παραμείνουν χαμηλές οι τιμές του ρεύματος». Στον αντίποδα, αντέτεινε, «αυτοί οι οποίοι υποστηρίζουν την απόλυτα κρατική ΔΕΗ, είναι αυτοί που τη βούλιαξαν. Κρατισμός και ΔΕΗ οδήγησαν πριν από δύο χρόνια σε μια καταχρεωμένη δημόσια εταιρεία ενέργειας, με 2,5 δισ. ζημιές, η αξία της στο χρηματιστήριο με το ζόρι έπιανε τα 300 εκατ. τη στιγμή που σήμερα είναι πάνω από 2 δισ., είχε ένα ακριβό τιμολόγιο». Και την ίδια στιγμή, συμπλήρωσε, «το ρεύμα παραγόταν από μια “βρώμικη” μορφή ενέργειας, τον λιγνίτη, με βάση τα διεθνή συστήματα εμπορίας ρύπων πρέπει να πληρώνουμε υψηλότερες τιμές ενέργειας λόγω του λιγνίτη».
Και, εστιάζοντας στο από εδώ και πέρα, τόνισε: «Εδώ, πρέπει να γίνουν πολλά βήματα, ταυτόχρονα, για να αλλάξουμε ενεργειακό μείγμα, να γίνουν επενδύσεις από τη ΔΕΗ με ιδιωτικά κεφάλαια, το ελληνικό Δημόσιο δεν έχει τα χρήματα για να κάνει τις αναγκαίες επενδύσεις ώστε να έχουμε καινούρια δίκτυα, καλύτερες υπηρεσίες, φθηνότερο ρεύμα. Η ιδιωτική πρωτοβουλία θα βοηθήσει σημαντικά», δήλωσε ο κ. Σκέρτσος περιγράφοντας και τις προϋποθέσεις της επιτυχίας: «Σοβαρή ιδιωτική πρωτοβουλία και συμμετοχή σε εταιρείες υπό την καθοδήγηση του κράτους, χωρίς να απεμπολείται κανένα απολύτως δικαίωμά του», εν προκειμένω μάλιστα, «το 34% ουσιαστικά εξασφαλίζει στο ελληνικό Δημόσιο κυρίαρχο ρόλο, δεν υπάρχει στρατηγικός επενδυτής, θα υπάρξουν πολλοί (επενδυτές) μικρότερης εμβέλειας από τη συμμετοχή του Δημοσίου, που παραμένει ο κυρίαρχος μέτοχος, αυτός που θα καθορίζει τη στρατηγική της ΔΕΗ».
Και, ευκαιρίας δοθείσης, ο υπουργός Επικρατείας εξαπέλυσε επίθεση κατά της αξιωματικής αντιπολίτευσης σημειώνοντας ότι «η προηγούμενη κυβέρνηση είχε δεσμευθεί σε μια πώληση του 17% της ΔΕΗ, όπου τα χρήματα δεν θα έμεναν στην Ελλάδα, δεν θα πήγαιναν στη ΔΕΗ, θα πήγαιναν στους πιστωτές μας για την εξυπηρέτηση του χρέους. Με τον τρόπο που γίνεται τώρα η ιδιωτικοποίηση του 17% της ΔΕΗ, εξασφαλίζεται ο κυρίαρχος ρόλος του Δημοσίου, σε στρατηγικό ποσοστό 34%, με τρόπο που θα μπουν σοβαροί θεσμικοί επενδυτές αλλά σε μικρότερα ποσοστά».
Παράλληλα, ο υπουργός έστειλε ένα γενικότερο μήνυμα αισιοδοξίας για την οικονομική κατάσταση της χώρας λέγοντας πως «πρέπει να είμαστε συνολικά αισιόδοξοι όχι μόνο για την πανδημία αλλά και για την πορεία της οικονομίας, για το γεγονός ότι ζούμε σε μια χώρα που αλλάζει ραγδαία παρά τις πολλές, παρατεταμένες, δύσκολες, πρωτόγνωρες κρίσεις που έχουμε ζήσει τα τελευταία δύο χρόνια. Η οικονομία αυτή τη στιγμή αναπτύσσεται με ταχύτερο ρυθμό από την υπόλοιπη Ευρώπη, αυτό ήταν κάτι που είχαμε να το δούμε πολλά χρόνια. Η Ελλάδα ήταν σε παρατεταμένη ύφεση και μετά πολύ αργή ανάπτυξη τα προηγούμενα 3 – 4 χρόνια πριν την πανδημία. Η Ελλάδα τώρα αναπτύσσεται ταχύτερα, με πιο ποιοτικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Δεν αναπτύσσεται απλά, μεγεθύνει τις εξαγωγές, τις επενδύσεις, το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών».
Εξάλλου, σημείωσε εμφατικά, «η ανάπτυξη πρέπει να μοιράζεται σε όλη την κοινωνία και αυτό κάνει η κυβέρνηση. Ακόμη και μέσα στην κρίση, τη βαθιά ύφεση που γνωρίσαμε τον προηγούμενο χρόνο για εξωγενείς λόγους (πανδημία), η κυβέρνηση μείωσε φόρους. Αυτό σημαίνει ότι έχει αυξηθεί το διαθέσιμο εισόδημα στην τσέπη του καθενός μας. Έχουμε υπολογίσει ότι με βάση τις μειώσεις που έχουν γίνει σε όλους τους φόρους (ΕΝΦΙΑ, φόρος εισοδήματος, ασφαλιστικές εισφορές) υπάρχει πραγματικό όφελος ετησίως από 365 ευρώ στα χαμηλότερα εισοδήματα ως 1.615 ευρώ στα υψηλότερα εισοδήματα. ‘Αρα, το διαθέσιμο εισόδημα μεγεθύνεται μαζί με την ανάπτυξη της οικονομίας». Αλλωστε, συνέχισε, «ο Πρωθυπουργός στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης έδωσε σειρά νέων ελαφρύνσεων, οι οποίες συμβαδίζουν με τη θετική πορεία της οικονομίας. Η οικονομική ανάπτυξη δεν είναι ανάπτυξη αν δεν την μοιράζεται όλος ο κόσμος», διεμήνυσε επίσης.
Στο θέμα της ακρίβειας παρατήρησε πως «σε αυτή τη συγκυρία έχει εξωγενείς παράγοντες που την τροφοδοτούν, ο ελληνικός πληθωρισμός είναι κάτω από το 2%, είναι διαχειρίσιμος, δεν έχουμε δει ακόμη σοβαρές αυξήσεις». Αναγνώρισε, πάντως, ότι «υπάρχει ένα πρόβλημα στην τιμή του ρεύματος» και αντέτεινε ότι «εκεί πρέπει να ακολουθήσουμε μακροπρόθεσμες πολιτικές που θα αλλάξουν το ενεργειακό μείγμα ώστε να τροφοδοτούμε τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις με φθηνό “πράσινο” ρεύμα, που θα παράγεται από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας -κι αυτή είναι η μεγάλη στροφή που έχουμε κάνει τα τελευταία δύο χρόνια. Για το προσωρινό πρόβλημα τους επόμενους 2 – 3 μήνες, ο καταναλωτής, το μέσο νοικοκυριό δεν θα δει παρά μια αύξηση 1 – 2 ευρώ στο μηναίο λογαριασμό με βάση το ταμείο ενεργειακής μετάβασης, που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός και θα χρηματοδοτήσει αυτό το προσωρινά αυξανόμενο κόστος».
Σε άλλο σημείο της συνέντευξης, αναγνώρισε ότι «οι φόροι και στα καύσιμα είναι υψηλοί, έχουμε ανακοινώσει ότι θα διευρύνουμε περαιτέρω το επίδομα θέρμανσης κατά 20% για να αντιμετωπίσουμε τις πρόσκαιρα αυξημένες τιμές. Τον Δεκέμβριο τα ευάλωτα νοικοκυριά που λαμβάνουν επίδομα αλληλεγγύης, θα πάρουν διπλό (σ.σ. επίδομα)». Συμπερασματικά, «η κυβέρνηση αναδιανέμει το μέρισμα της ανάπτυξης προς όλες τις κατευθύνσεις ώστε να αντιμετωπισθούν και πρόσκαιρα φαινόμενα ακρίβειας. Το ζήτημα της τιμής των καυσίμων το παρακολουθούμε στενά, δεν βλέπουμε σημαντικές αυξήσεις το τελευταίο διάστημα, όποιες παρεμβάσεις μπορούν να γίνουν, θα γίνουν».
Στο ζήτημα της φορολογίας, ανέφερε πως «υπάρχουν πολλές αδικίες στο φορολογικό σύστημα ακόμη, τις οποίες αφαιρούμε μία μία με μεγάλη συνέπεια», ενώ για τον ΕΝΦΙΑ ειδικότερα επανέλαβε τις δεσμεύσεις του πρωθυπουργού ότι «του χρόνου θα είναι χαμηλότερος και θα υπάρξει ένας σημαντικός εξορθολογισμός στον τρόπο υπολογισμού του που θα αφορά τη συντριπτική πλειοψηφία».
Στα της πανδημίας, περιέγραψε το στόχο εμβολιασμού 7 εκατ. πολιτών άνω των 12 ετών, (από 6,5 εκατ. που είναι σήμερα), ενώ ζήτησε να συνυπολογισθεί και το 1 – 1,5 εκατ. πληθυσμού που έχει αντισώματα από νόσηση. «Μιλάμε για πανδημία των ανεμβολίαστων που πλήττει κυρίως τους ηλικιωμένους, εκεί πρέπει να στρέψουμε τη διαδικασία της πειθούς, εμείς θα συνεχίσουμε. Σε συνεργασία με Δήμους και Περιφέρειες θα μιλήσουμε στις τοπικές κοινωνίες, να καταλάβουμε γιατί μπορεί να έχουν αντιρρήσεις ή αντιδράσεις.
Δεν είναι ώρα για διχασμούς που μπορεί κάποια μερίδα της αντιπολίτευσης να τους θέλει για τους δικούς της μικροπολιτικούς λόγους αλλά η κοινωνία είναι μακριά από αυτό», ήταν, εξάλλου, το μήνυμα με πολλούς αποδέκτες που έστειλε ο υπουργός Επικρατείας.
Για τη συνέντευξη Σαμαρά
Στο, διαρκές, ερώτημα για τον χρόνο διεξαγωγής της επόμενης εκλογικής αναμέτρησης, ο κ. Σκέρτσος απάντησε ότι «οι εκλογές θα γίνουν στον χρόνο τους, έχει απαντήσει ο πρωθυπουργός».
Ερωτηθείς για όσα δήλωσε, σε συνέντευξή του στα «Νέα Σαββατοκύριακο» ο Αντώνης Σαμαράς, ειδικότερα για την κυβερνητική διεύρυνση, ο κ. Σκέρτσος απάντησε ως εξής: «Εχω υπάρξει συνεργάτης του κ. Σαμαρά την περίοδο 2012-14, στο γραφείο του κ. Στουρνάρα. Ο κ. Σαμαράς είχε κάνει τέτοιες επιλογές στο παρελθόν, συνεπώς είμαι βέβαιος ότι παρερμηνεύονται αυτά τα οποία λέει».
Για τις απόψεις του για τις σχέσεις μας με τα γειτονικά κράτη, ο κ. Σκέρτσος παρατήρησε: «Δεν έχω να κάνω κάποιο σχόλιο σε σχέση με τις θέσεις του για τα ελληνοτουρκικά, τα διεθνή θέματα, είναι γνωστές και απόλυτα σεβαστές, σέβομαι απόλυτα τον πρώην Πρωθυπουργό της χώρας». Ενώ για τα μνημόνια με τη Βόρεια Μακεδονία ειδικότερα –τα οποία ο κ. Σαμαράς έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν πρόκειται να ψηφίσει– ο υπουργός Επικρατείας ανέφερε: «Όλα θα γίνουν στον χρόνο τους και την κατάλληλη στιγμή».
Σε σχόλιό του για τις γερμανικές εκλογές, ο κ. Σκέρτσος δήλωσε ότι «η Γερμανία σίγουρα παίζει έναν πολύ σημαντικό ρόλο στην Ευρωπαϊκή Ένωση», εξάλλου η καγκελάριος Μέρκελ είναι το πρόσωπο που πρωταγωνίστησε τα τελευταία 16 χρόνια. Όμως, πρόσθεσε, «η ΕΕ πρέπει να κινείται πιο γρήγορα και πιο συντεταγμένα, όταν αντιμετωπίζει μεγάλες κρίσεις. Τα τελευταία δύο χρόνια το έχει πράξει, δεν το είχε πράξει ωστόσο στα δύσκολα χρόνιας της ελληνικής δημοσιονομικής κρίσης, όπου τότε άργησαν να ληφθούν αποφάσεις προς όφελος και της Ελλάδας και της υπόλοιπης Ευρώπης. Ελπίζουμε ότι ο συνασπισμός που θα κυβερνήσει τη Γερμανία τα επόμενα χρόνια, θα πάρει μαθήματα από το παρελθόν και θα λάβει καλύτερες αποφάσεις για το μέλλον της Γερμανίας, της Ευρώπης και των μελών της», ευχήθηκε κλείνοντας.