Ο Σέρχιο Εζεκιέλ Αραούχο «κάνει παπάδες» με την μπάλα από τότε που πρωτοπερπάτησε. Στην κυριολεξία. Στη «Βίλα Κρέσπο», ένα νηπιαγωγείο στο Μπουένος Αϊρες, οι δάσκαλοί του τον είχαν βάλει να παίζει ποδόσφαιρο σάλας από τα πέντε του χρόνια, μπας και γλιτώσουν από την υπερκινητικότητά του. Τα άλλα παιδιά, οκτώ έως δέκα ετών, τα είχαν βρει σκούρα μαζί του. Οταν έγινε δέκα ο ίδιος, φορούσε ήδη τη φανέλα της Μπόκα Τζούνιορς, ενός από τους θρυλικούς συλλόγους της Αργεντινής. Στα 17 του, τον Δεκέμβριο του 2009, έκανε το ντεμπούτο του με την ανδρική ομάδα.
Το ποδόσφαιρο του άρεσε για να κάνει την πλάκα του. Είχε συνηθίσει στα «5Χ5», και τα κανονικά γήπεδα άργησε να τα συνηθίσει. Πάνω απ’ όλα, δεν ήθελε να γίνει επαγγελματίας επειδή έβρισκε τις προπονήσεις βαρετές, και οι μεγάλες απαιτήσεις τον καταπίεζαν. Αν δέχτηκε να μπει σε αυτό το «τριπάκι», ήταν επειδή τον κάλεσε η Μπόκα. Από τότε που θυμόταν τον εαυτό του, πανηγύριζε τα γκολ της κρυφά, σε ένα σπίτι γεμάτο οπαδούς της Ρίβερ Πλέιτ.
Η Μπόκα δεν ήταν στα καλύτερά της, όμως η «La 12» -η κερκίδα των φανατικών οπαδών της- τον λάτρεψε από την πρώτη στιγμή. Στην Αργεντινή, το κοινό γουστάρει τους «φαντεζί» παίκτες και τα θεαματικά τους κόλπα στο χορτάρι. Δεν μπορείς να πεις το ίδιο για τους προπονητές, που απαιτούν πειθαρχία και προσήλωση στην τακτική. Ο μικρός ήταν λίγο… αναρχο-αυτόνομος και, επιπλέον, η ομάδα διέθετε πολλούς καλούς ποδοσφαιριστές στην επιθετική της γραμμή. Ο Σέρχιο δεν «χωρούσε» στην ενδεκάδα, όμως η φήμη του είχε προλάβει να ταξιδέψει μέχρι την Ισπανία. Είχε φροντίσει γι’ αυτό ο πατέρας του, που είναι και ατζέντης του.
Στην Μπαρτσελόνα πήγε, ως δανεικός με option αγοράς, τον Ιούλιο του 2012. Νωρίτερα, στα 15 του, είχε επιχειρήσει και η Ρεάλ Μαδρίτης να τον αποκτήσει, όμως τότε δεν τον έδινε η Μπόκα. Αγωνίστηκε στη δεύτερη ομάδα των Καταλανών, όπου ο ανταγωνισμός από τους «νέους Μέσι» ήταν σκληρός – κι εκείνος προσπαθούσε να προσαρμοστεί σε ένα άγνωστο περιβάλλον, μακριά από την πατρίδα του και τα αγαπημένα του πρόσωπα. Του έλειπε αφόρητα το σπίτι του και με τη μάνα του μιλούσαν στο skype δυο ώρες την ημέρα. Επειτα από 34 εμφανίσεις του με τους «Μπλαουγκράνα» (7 γκολ και 4 ασίστ), επέστρεψε στην Αργεντινή. Ηταν και η υπερβολικά υψηλή ρήτρα των 16 εκατομμυρίων ευρώ, που έκανε την Μπαρτσελόνα να τον στείλει πίσω από την πρώτη, κιόλας, σεζόν.
Στον επόμενο σταθμό του, την Τίγκρε του Μπουένος Αϊρες, στάθηκε άτυχος. Στην αρχή εντυπωσίασε, όμως ο προπονητής που τον έφερε στην ομάδα, απολύθηκε. Ο Αραούχο μαράζωσε. Από πολύ μικρός είχε ανάγκη να νιώθει πως τον εκτιμούν και τον εμπιστεύονται. Ακόμα και ο πατέρας του, προσπαθούσε να τον «ανεβάσει» με λάθος τρόπο. Με φωνές, κι όχι με την στοργή που πάντοτε αναζητούσε. Ενώ βρισκόταν στα πρόθυρα της κατάθλιψης, εμφανίστηκε η Λας Πάλμας -που τότε έπαιζε στη Β’ Κατηγορία της Ισπανίας- και τον ζήτησε δανεικό.
Στις Καναρίους Νήσους ο «Ελ Τσίνο» -αυτό είναι το παρατσούκλι του- άρπαξε από τα μαλλιά τη δεύτερη ευκαιρία του να διακριθεί στην Ευρώπη. Στα δέκα πρώτα του ματς πέτυχε εννέα γκολ, και συνολικά 24 σε 39 παιχνίδια εκείνης της σεζόν (2014-2015). Ανάμεσά τους, και το τέρμα που σφράγισε την επιστροφή της Λας Πάλμας στην κορυφαία κατηγορία του ισπανικού ποδοσφαίρου. Η Λας Πάλμας έσπευσε να καταβάλει τα 2,5 εκατ. ευρώ που προέβλεπε η σύμβαση του δανεισμού του, και να αγοράσει τα δικαιώματά του. Στα 23 του ήταν ο «ήρωας» του νησιού – και περιζήτητος στην αγορά της μπάλας. Ομάδες όπως η Σοσιεδάδ, η Λα Κορούνια, η Σέλτικ και η Παλέρμο (έδινε 14 εκατ. ευρώ) ήταν πρόθυμες να πληρώσουν αδρά για να τον αποκτήσουν. Αλλά, ο πρόεδρος Ραμίρεζ τους το ξέκοψε: «Το πλάνο μας για την Πριμέρα Ντιβιζιόν περιλαμβάνει και τον Αραούχο. Είναι υπερπολύτιμος για μας».
Η πρώτη του σεζόν στα δύσκολα (2015-2016) δεν ήταν κακή. Σε 30 ματς πέτυχε πέντε γκολ και έκανε κάποιες εξαιρετικές εμφανίσεις. Τα μαύρα σύννεφα, όμως, είχαν αρχίσει να μαζεύονται στον ουρανό της καριέρας του. Η Λας Πάλμας προσπάθησε να «κουκουλώσει» τις φήμες που τον ήθελαν να διασκεδάζει μέχρι τελικής πτώσης και να πίνει περισσότερο αλκοόλ απ’ όσο μπορούσε να αντέξει. Του συγχώρεσε όλα του τα παραστρατήματα, πιστεύοντας ότι σύντομα θα συνέλθει.
Στο τρέχον πρωτάθλημα μπήκε φουριόζος. Μάλιστα, στα τέλη του περασμένου Σεπτεμβρίου σκόραρε απέναντι στη Ρεάλ. Αλλά, δυο μέρες μετά, το πρόβλημά του το έμαθαν όλοι με τον χειρότερο τρόπο. Ενα περιπολικό τον σταμάτησε για αλκοτέστ, το οποίο ο Αργεντινός αρνήθηκε να κάνει. Κατέληξε στο δικαστήριο, όπου -τον Νοέμβριο του 2016- καταδικάστηκε σε εννεάμηνη φυλάκιση, με αναστολή, ενώ του αφαιρέθηκε η άδεια οδήγησης για δυο χρόνια. Στην Ισπανία, κάτι τέτοια δεν τα περνάνε «στο ντούκου». Η Λας Πάλμας τον έθεσε στο περιθώριο. Εκτοτε, έπαιξε μόνο σε ένα ματς Κυπέλλου, την 1η Δεκεμβρίου. Ο Αραούχο άρχισε να αντιλαμβάνεται πως το κλίμα δεν τον σηκώνει. Αντί να προσπαθήσει να το αναστρέψει, λύγισε. Για ακόμα μία φορά.
Κάπου εδώ μπαίνει η ΑΕΚ. Μεγάλο δίλημμα. Από τη μία, πρόκειται για έναν παίκτη που -κάτω από άλλες συνθήκες- ούτε που θα γύριζε να κοιτάξει το ελληνικό πρωτάθλημα. Είναι τεχνίτης όσο λίγοι, γρήγορος, με δυο δυνατά πόδια, καλός πασαδόρος, μαχητής μέσα στο γήπεδο και -πάνω απ’ όλα- χαρισματικός γκολτζής. Πολλά από τα γκολ που έχει πετύχει, θα μπορούσαν να κοσμήσουν το σήμα μιας αθλητικής εκπομπής. Στα 25 του, ένας τέτοιος ποδοσφαιριστής αξίζει -κανονικά- όσα η ΑΕΚ δεν θα μπορούσε να πληρώσει. Αλλά, από την άλλη, είναι ένα προβληματικό παιδί που κανένας μέχρι σήμερα δεν κατάφερε να «στρώσει». Αν δεν τον έβαλε στον ίσιο δρόμο κοτζάμ ισπανικό πρωτάθλημα, πώς θα το κάνει η ΑΕΚ που ψάχνεται και η ίδια αυτή την εποχή; Ασε που, η νυχτερινή Αθήνα δεν είναι η ιδανική πόλη για… αποτοξίνωση.
Ο ΠΑΟΚ προτίμησε να μην… μπλέξει, και τον απέρριψε, όμως η ΑΕΚ είχε έναν καλό λόγο να ρισκάρει: ο Μανόλο Χιμένεθ, ο νέος προπονητής της που τον γνωρίζει καλά, εγγυήθηκε ότι μπορεί να τον κουλαντρίσει. Ποντάρει, κι εκείνος, στην αγωνία του Αραούχο να σώσει την καριέρα του. Η αλήθεια είναι, ότι ο «Ελ Τσίνο» συγκλόνισε με την αυτοκριτική του, αποχαιρετώντας τη Λας Πάλμας στο Radio Marca Gran Canaria και στον σταθμό του συλλόγου, το UD Radio: «Οι τελευταίος ενάμισι χρόνος ήταν αποτυχημένος για μένα. Το καλύτερο ήταν να φύγω. Από ‘δω και πέρα θέλω να ξαναγίνω όπως παλιά. Πάω στην ΑΕΚ του Μανόλο Χιμένεθ για να βρω την ευτυχία και τον παλιό, καλό εαυτό μου. Η απόφασή μου να φύγω είναι πάνω από τα χρήματα. Θέλω να ξεκινήσω από το μηδέν. Να παίξω και να αποδείξω ποιος είμαι. Ζητώ συγγνώμη από τους συμπαίκτες μου που δεν έδωσα το 100%, που δεν έπαιξα στο επίπεδο που περίμεναν από εμένα. Ζητώ συγγνώμη από όλους και για τη συμπεριφορά μου εκτός γηπέδου. Καταλαβαίνω, πως οι οπαδοί της Λας Πάλμας είχαν κουραστεί με τα λάθη μου».
Ο Αραούχο αναζητεί ένα ισχυρό κίνητρο, ώστε να αφοσιωθεί στο ποδόσφαιρο. Να απολαύσει, πάλι, τη χαρά του παιχνιδιού. Είναι αμφίβολο, εάν η σημερινή ΑΕΚ -και το ελληνικό πρωτάθλημα- μπορεί να του το προσφέρει. Αλλά, το πιο ανησυχητικό είναι το προσωρινό του πράγματος. Οπως είπε ο ίδιος ο αργεντινός επιθετικός, «ο πρόεδρος της Λας Πάλμας μου είπε ότι θέλει να γυρίσω τον Ιούλιο, και ελπίζω να είμαι ξανά στην Ισπανία στις 30 Ιουνίου». Αν το σχέδιο είναι, απλώς, να πάρει μερικά ματς στα πόδια του, ούτε η καριέρα του θα ωφεληθεί από τον ερχομό του, ούτε η ΑΕΚ.