Η ιστορία έχει όλα τα συστατικά ενός παιδικού παραμυθιού – λύκους, κυνηγούς, σκοτεινά δάση, ένα πιστό άλογο, θάνατο, μυστικό όρκο εκδίκησης, και μια πρωταγωνίστρια με ισχυρή θέληση και το παρατσούκλι «Μικρό Ρόδο», που είναι είτε ηρωίδα, είτε «κακιά βασίλισσα». Με μια διαφορά: η ιστορία είναι αληθινή, και οδηγεί σε σύγκρουση ανάμεσα στους γραφειοκράτες των Βρυξελλών και τους οικολόγους ακτιβιστές.
Ολα ξεκίνησαν πριν από δύο χρόνια, ένα ομιχλώδες πρωινό του Σεπτεμβρίου, όταν ένας μοναχικός λύκος βγήκε έξω από το δάσος του οικισμού Μπέινχορν, στο γερμανικό κρατίδιο της Κάτω Σαξονίας, και σκότωσε ένα πόνυ σε μια αγροικία. Το πόνι ήταν η Ντόλι, και ιδιοκτήτριά του η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Η 30χρονη Ντόλι ανακαλύφθηκε περίπου 100 μέτρα από την εξοχική κατοικία της Φον ντερ Λάιεν, και σύντομα μετατράπηκε σε σύμβολο των προβλημάτων που δημιουργεί η εξάπλωση του πληθυσμού των λύκων σε όλη την Ευρώπη, όπως επισημαίνει η βρετανική Telegraph. Μόλις έναν χρόνο μετά τον θλιβερό χαμό του πόνι, η Φον ντερ Λάιεν ανακοίνωσε ένα σχέδιο το οποίο οι οικολόγοι ισχυρίζονται ότι έχει οσμή εκδίκησης.
Από αυτή την εβδομάδα, το καθεστώς προστασίας των γκρίζων λύκων στην ΕΕ υποβαθμίστηκε επισήμως και έτσι από τον Μάρτιο του 2025 θα αρχίσει το κυνήγι τους, για πρώτη φορά μετά από 45 χρόνια αυστηρής προστασίας. Οι συστάσεις της ΕΕ επιτρέπουν στα κράτη-μέλη να ορίσουν τις δικές τους ποσοστώσεις για τον αριθμό των λύκων που θα μπορούν να θανατώνονται κάθε χρόνο.
Οι Βρυξέλλες ισχυρίζονται ότι πρόκειται για μικρή αλλαγή του καθεστώτος που αφορά τους λύκους βάσει της Σύμβασης της Βέρνης – από «αυστηρά προστατευόμενο» σε «προστατευόμενο». Λένε ότι αυτή η μετατροπή θα προσφέρει «περισσότερη ευελιξία», και θα επιτρέψει το κυνήγι των λύκων μόνο εάν καταστεί απαραίτητο να ελεγχθεί ο αυξανόμενος πληθυσμός τους.
Οι λύκοι είναι πλέον τόσοι πολλοί στην Ευρώπη, που έχουν χαρακτηριστεί ως είδος «χαμηλότερης ανησυχίας» από τη Διεθνή Ενωση για τη Διατήρηση της Φύσης, όπως αναφέρει η Telegraph. Ωστόσο το Παγκόσμιο Ταμείο για τη Φύση (WWF) υποστηρίζει ότι η Κομισιόν δίνει προτεραιότητα στην πολιτική έναντι της επιστήμης, υπονοώντας ότι η απόφαση ελήφθη λόγω της Ντόλι.
Ευρωπαϊκά δημοσιεύματα της τελευταίας διετίας, παρουσιάζουν την 66χρονη γερμανίδα πρόεδρο της Κομισιόν ως υπεύθυνη για μια «αδυσώπητη προσωπική σταυροφορία» κατά των λύκων, με διπλωμάτες στις Βρυξέλλες να περιγράφουν την πρωτοβουλία της ως «παράξενη» και «άκρως πιεστική». Οι οικολόγοι ανησυχούν ότι η νέα απόφαση μπορεί να οδηγήσει σε επικίνδυνα μονοπάτια.
Το WWF ισχυρίζεται ότι «η υποβάθμιση του καθεστώτος αυστηρής προστασίας ενός είδους για πολιτικούς λόγους και χωρίς επιστημονική τεκμηρίωση, θέτει σε κίνδυνο δεκαετίες προσπαθειών διατήρησης». Το Ταμείο φοβάται ότι η Κομισιόν μπορεί να προτείνει αντίστοιχες αλλαγές στην εμβληματική οδηγία της ΕΕ για τους οικοτόπους – με πιθανές αρνητικές συνέπειες που ξεπερνούν τους λύκους.
Ωστόσο, ανακοινώνοντας την αναθεώρηση των νόμων για την προστασία των λύκων τον περσινό Σεπτέμβριο, η Φον ντερ Λάιεν – σύμφωνα με την Τelegraph είναι γνωστή στην οικογένειά της με το παρατσούκλι «Μικρό Ρόδο», και στην πολιτική ως «Αυτοκράτειρα των Βρυξελλών»– ισχυρίστηκε ότι ο αυξανόμενος αριθμός των λύκων που κυκλοφορούν ως αγέλες, «συνιστά πραγματικό κίνδυνο για τα ζώα, ενδεχομένως ακόμα και για τους ανθρώπους».
Οι ακτιβιστές για τα δικαιώματα των ζώων συμφωνούν με το πρώτο μέρος της παρατήρησης, αλλά απορρίπτουν το δεύτερο ως «ανοησία». Το WWF επισημαίνει ότι δεν υπήρξε ούτε μια θανατηφόρα επίθεση σε ανθρώπους στην Ευρώπη τον 21ο αιώνα, ενώ μια έρευνα ανακάλυψε μόλις έξι μη θανατηφόρες επιθέσεις λύκων εναντίον ανθρώπων σε χώρες της ΕΕ μεταξύ 2002 και 2020. Οι λύκοι σπανίως πλησιάζουν τους ανθρώπους – προτιμούν τα αγριογούρουνα.
Οι οικολόγοι παραπέμπουν και σε μία 25ετή έρευνα που διεξήχθη στις πολιτείες του Αϊνταχο, της Μοντάνα και του Ουαϊόμινγκ των ΗΠΑ, σύμφωνα με την οποία η σφαγή λύκων οδήγησε σε ένα φαύλο κύκλο θανάτωσης ζώων. Η θεωρία που προβάλλει η έρευνα είναι ότι η εξόντωση της αγέλης επιταχύνει την ταχύτητα με την οποία σχηματίζονται νέα ζεύγη αναπαραγωγής – ακριβώς όπως το κλάδεμα ενός θάμνου ενθαρρύνει την εκ νέου ανάπτυξή του.
Η Γαλλία συμφώνησε στις σφαγές λύκων το 2017 και περίπου το ένα πέμπτο του πληθυσμού τους πυροβολείται κάθε χρόνο, αλλά ο αριθμός των νεκρών προβάτων συνέχισε να αυξάνεται – φτάνοντας τις 12.000 μόνο το 2022. Οι πολέμιοι του νέου μέτρου ισχυρίζονται ότι οι πολιτικοί πυροδοτούν έναν πολιτισμικό πόλεμο, μεγαλοποιώντας την απειλή των λύκων για να μετριάσουν τις αντιδράσεις των αγροτών, που έχουν ξεσηκωθεί εναντίον των Βρυξελλών λόγω των μειωμένων επιδομάτων.
Για τους οικολόγους, ο ευρωπαϊκός γκρίζος λύκος έγινε ένα ισχυρό σύμβολο της ικανότητας της φύσης να αυτοθεραπεύεται, αλλά και της δυνατότητας του ανθρώπου να συνυπάρχει με άλλα αρπακτικά. Στοιχεία ερευνών στις ΗΠΑ υποδηλώνουν ότι η επανεισαγωγή ενός κορυφαίου αρπακτικού σε μια περιοχή μπορεί να οδηγήσει σε μια σειρά από οφέλη στο σύνολο του οικοσυστήματος.
Οταν οι λύκοι επέστρεψαν στο Εθνικό Πάρκο Yellowstone του Γουαϊόμινγκ, ο αριθμός των φυτοφάγων ζώων μειώθηκε – γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα μια πιο ποικιλόμορφη βλάστηση, προς όφελος των εντόμων. Στη Βρετανία, μια από τις λίγες ευρωπαϊκές χώρες όπου το κυνήγι των λύκων δεν καταργήθηκε ποτέ, ο αριθμός των ελαφιών στην ύπαιθρο έχει διπλασιαστεί στα δύο εκατομμύρια από το 1999, προκαλώντας προβλήματα στη γεωργία.
Στην Ευρώπη, οι λύκοι δείχνουν πιο εξοικειωμένοι με τους ανθρώπους, αλλά αυτό τους φέρνει σε στενή εγγύτητα με τα ζώα εκτροφής.
Η διατροφική ανάλυση δείχνει ότι οι λύκοι τρέφονται κυρίως με ζαρκάδια και αγριογούρουνα, ενώ μόλις το ένα έκτο της διατροφής τους αποτελείται από εξημερωμένα ζώα. Σύμφωνα με έρευνα της ίδιας της ΕΕ, περίπου 40.000 πρόβατα θανατώνονται από λύκους κάθε χρόνο –μόλις 0,06% του συνολικού αριθμού τους– και οι κτηνοτρόφοι αποζημιώνονται για κάθε ζώο που σκοτώνεται, με περίπου 19 εκατομμύρια ευρώ να τους έχουν αποδοθεί μέχρι σήμερα.
Οι αγρότες, από την πλευρά τους, αναφέρουν το παράδειγμα της Σουηδίας, η οποία, αν και δεσμεύεται από τη νομοθεσία της ΕΕ, έχει περιορίσει τον πληθυσμό των λύκων σε περίπου 300 ενήλικες και, μαζί με τη Φινλανδία, διατηρεί «ζώνες χωρίς λύκους» στα βόρεια, όπου κυκλοφορούν περιπλανώμενοι τάρανδοι.
Απαντώντας στις ανησυχίες των οικολόγων, οι κτηνοτρόφοι ισχυρίζονται ότι η κατάσταση έχει φτάσει σε ένα σημείο όπου είναι δυνατό να υπάρχουν είτε ευημερούντα ζώα ελεύθερης βοσκής, είτε ανεξέλεγκτος πληθυσμός λύκων – αλλά όχι και τα δύο. Και οι Βρυξέλλες, προς το παρόν, δείχνουν να αποδέχονται τα επιχειρήματα των κτηνοτρόφων.