Ο ρώσος επιχειρηματίας Μιχαήλ Φρίντμαν κέρδισε μια νομική διαμάχη σχετικά με την απόφαση της Ευρωπαϊκής Ενωσης να του επιβάλει κυρώσεις. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη ήττα μέχρι στιγμής για το καθεστώς κυρώσεων κατά της Ρωσίας, οι οποίες επιβλήθηκαν ως απάντηση της ΕΕ στην εισβολή του Βλαντίμιρ Πούτιν στην Ουκρανία το 2022.
Το Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης αποφάνθηκε την Τετάρτη 10 Απριλίου ότι η ΕΕ δεν παρείχε επαρκή στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι ο Φρίντμαν και ο εταίρος του, Πετρ Αβεν, παρείχαν υλική υποστήριξη στο Κρεμλίνο ή υποστήριξαν ενέργειες που υπονομεύουν την κυριαρχία και την ανεξαρτησία της Ουκρανίας.
Η ΕΕ, γράφει η Wall Street Journal, μπορεί να ασκήσει έφεση κατά της απόφασης και οι δύο επιχειρηματίες παραμένουν υπό καθεστώς κυρώσεων προς το παρόν. Τα περιουσιακά στοιχεία των δύο στο Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ έχουν επίσης παγώσει.
Η απόφαση, ωστόσο, θα μπορούσε να αποτελέσει προηγούμενο και να ωθήσει κι άλλους ρώσους επιχειρηματίες να προσβάλουν τις κυρώσεις που τους έχει επιβάλει η Ενωση.
Μέχρι τώρα έχουν κατατεθεί, από ρώσους ιδιώτες και εταιρείες, στα δικαστήρια της ΕΕ περίπου 90 προσφυγές κατά κυρώσεων. Οι περισσότερες δεν έχουν επιλυθεί, αν και τα δικαστήρια έχουν επικυρώσει τις κυρώσεις σε ορισμένους από τους ενάγοντες, συμπεριλαμβανομένου του πρώην ιδιοκτήτη της Τσέλσι, Ρομάν Αμπράμοβιτς και του μεγιστάνα Γκενάντι Τιμτσένκο.
Εκτός από την επιβολή κυρώσεων στον χρηματοοικονομικό και τον ενεργειακό τομέα της Ρωσίας, η ΕΕ έχει στοχεύσει περισσότερα από 1.700 άτομα και περισσότερες από 400 εταιρείες ή άλλες οντότητες.
Ο Φρίντμαν, ο οποίος, σύμφωνα με την WSJ, έχει ρωσική και ισραηλινή υπηκοότητα αλλά διέμενε στο Λονδίνο όταν ξεκίνησε ο πόλεμος τον Φεβρουάριο του 2022, ήταν ένα από τα πλουσιότερα και πιο γνωστά στελέχη επιχειρήσεων που στοχοποιήθηκαν από την ΕΕ και το Ηνωμένο Βασίλειο. Είναι ο ιδρυτής και ο βασικός μέτοχος της Alfa Bank, της μεγαλύτερης ιδιωτικής τράπεζας της Ρωσίας.
«Το Δικαστήριο ορθώς διαπίστωσε ότι όλες οι κατηγορίες εναντίον του κ. Φρίντμαν και του κ. Αβεν ήταν εντελώς αβάσιμες. Η επιβολή κυρώσεων σε αυτούς ήταν ένα αντιπαραγωγικό λάθος», είπαν οι δικηγόροι των δύο επιχειρηματιών. «Ελπίζουμε ότι το σημερινό ισχυρό μήνυμα θα ακουστεί στην ΕΕ και εκτός».
Μια εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του εκτελεστικού οργάνου της ΕΕ, είπε ότι οι αξιωματούχοι «αναλύουν προσεκτικά την απόφαση και τις νομικές της επιπτώσεις». Δεν είναι σαφές αν θα ασκήσουν έφεση κατά της απόφασης.
Η απόφαση της Τετάρτης από το δικαστήριο της ΕΕ δεν απαλλάσσει τον Φρίντμαν από όλα τα νομικά προβλήματα. Πέρυσι, όπως αναφέρει η WSJ, έχασε μια ανάλογη υπόθεση στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου έχει αγοράσει ένα σπίτι 150 ετών στο Λονδίνο και έχει ξοδέψει εκατομμύρια λίρες για να το αποκαταστήσει. Η Ουάσιγκτον επέβαλε επίσης κυρώσεις στους δύο επιχειρηματίες πέρυσι.
Οι δύο επιχειρηματίες θα εξακολουθήσουν να υπόκεινται σε κυρώσεις από την ΕΕ επειδή η προσφυγή τους αμφισβήτησε τις αποφάσεις μόνο μεταξύ Φεβρουαρίου 2022 και Μαρτίου 2023. Εκτοτε, οι κυρώσεις για τη Ρωσία έχουν ανανεωθεί δύο φορές και για να αρθούν θα απαιτούσαν νέα προσβολή κατά των σχετικών αποφάσεων.
Η νομική νίκη του Φρίντμαν έρχεται να προστεθεί στις πολλές αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητα των δυτικών κυρώσεων στην επιχειρηματική ελίτ της Ρωσίας, πολλοί από τους οποίους είχαν τα βασικά περιουσιακά τους στοιχεία έξω από την Ευρώπη και τις ΗΠΑ ή τα μετακίνησαν λίγο πριν από τον πόλεμο.
Το αρχικό κίνητρο για την επιβολή των κυρώσεων –να ενθαρρύνει κάποια από την ελίτ της Ρωσίας να ταχθεί ενάντια στον πόλεμο ή να πιέσει το Κρεμλίνο ιδιωτικά να σταματήσει τη σύγκρουση– δεν είχε κανένα αποτέλεσμα. Ο Φρίντμαν, ο οποίος γεννήθηκε στη σημερινή Ουκρανία, χαρακτήρισε τον πόλεμο «τραγωδία», αλλά αρνήθηκε να επικρίνει ευθέως τον ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν τις πρώτες ημέρες της εισβολής.
Αρκετοί ολιγάρχες έχουν εγκαταλείψει τη Δύση για να επιστρέψουν στη Ρωσία. Ο Φρίντμαν, για παράδειγμα, μοιράζει τώρα τον χρόνο του μεταξύ Ισραήλ και Ρωσίας.
Τον περασμένο μήνα, ο ρώσος πρώην οδηγός της F1 Νικίτα Μαζέπιν κέρδισε τη δική του ένσταση του κατά των κυρώσεων της ΕΕ και πριν από έναν χρόνο το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε τις κυρώσεις κατά της μητέρας του Γεβγκένι Πριγκόζιν, αρχηγού της ομάδας μισθοφόρων Βάγκνερ, ο οποίος πέθανε πέρυσι.
Η ΕΕ επέβαλε κυρώσεις στους Φρίντμαν και Αβεν στις 28 Φεβρουαρίου 2022, τέσσερις ημέρες μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Ανέφερε ότι και οι δύο είχαν στενούς δεσμούς με το Κρεμλίνο. Η ΕΕ είπε ότι ο Φρίντμαν «αναφέρεται ως κορυφαίος ρώσος χρηματοδότης και μέλος του στενού κύκλου του Πούτιν». Ο ίδιος ο Φρίντμαν επιμένει εδώ και καιρό ότι δεν έχει καμία επιρροή στην κυβερνητική πολιτική ή στην εκτέλεση του πολέμου.
Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ είπε στους δημοσιογράφους την Τετάρτη ότι στελέχη μεγάλων επιχειρήσεων που υπόκεινται σε κυρώσεις έχουν την ευκαιρία να αμφισβητήσουν τέτοιες αποφάσεις, ενώ καταδίκασε τους περιορισμούς, χαρακτηρίζοντάς τους επιζήμιους και μεροληπτικούς.
«Θεωρούμε όλες αυτές τις κυρώσεις παράνομες, άδικες, καταστροφικές και, πιθανώς, ακόμη και κάπως απαξιωτικές για τους φορείς που τις υιοθέτησαν», είπε.