Τότε, στις 28 Απριλίου 1986, στο Τσερνόμπιλ, όταν εξερράγη ο αντιδραστήρας υπ’ αριθμ. 4, η μεγαλύτερη (και πιθανώς πανευρωπαϊκή) καταστροφή απεφεύχθη χάρις στον αλτρουισμό και στο ψυχικό μεγαλείο των σοβιετικών στρατιωτών και εργατών που ρίχτηκαν αμέσως στη μάχη της κατάσβεσης της πυρκαγιάς και του περιορισμού της ραδιενεργού ακτινοβολίας.
Η Ιστορία κατέγραψε ότι από τους 5.000 εργαζομένους στον πυρηνικό σταθμό, μόνο καμιά δεκαριά άτομα λάκισαν από φόβο. Ολοι οι άλλοι πολέμησαν γενναία με το «Θηρίο», όπως λεγόταν το «μπλοκ 4» με τον μοιραίο αντιδραστήρα.
Ενας από εκείνους τους πολεμιστές του Τσερνόμπιλ ήταν και ο Βίκτορ Σμάγκιν, ο επόπτης του συγκεκριμένου μπλοκ και από τους πρώτους «εκκαθαριστές» του τόπου αμέσως μετά την έκρηξη. Ο Σμάγκιν, Ρώσος στην καταγωγή, αυτοκτόνησε στις 23 Οκτωβρίου στη Μόσχα, υπακούοντας στον κανόνα των «μικρών καταστροφών» του Τσέρνομπιλ: όλοι οι ήρωες του 1986 βγήκαν λαβωμένοι από εκείνοι τη μάχη. Καρκινοπαθείς, με φοβερούς περιορισμούς στη ζωή τους, από την κίνηση μέχρι την εργασία τους, με νέα ζωή, αφόρητη να τη ζει κάποιος.
Εκείνη την αποφράδα ημέρα του 1986 ο Σμάγκιν έπρεπε να πιάσει δουλειά στις 8 το πρωί, όμως είδε την καταστροφή από το διαμέρισμά του και έτρεξε στον σταθμό για να προσπαθήσει να σώσει τους συναδέλφους του. Τριάντα επτά χρόνια μετά έκανε μια άλλη κίνηση, πάλι από το διαμέρισμά του, αυτή τη φορά σε πολυκατοικία μοσχοβίτικου προαστίου: άνοιξε την μπαλκονόπορτα και έπεσε στο κενό.
Υστατη πράξη αξιοπρεπείας ενδεχομένως, αφού μόλις είχε ανακαλύψει έναν καινούργιο όγκο στο σώμα του ύστερα από επτά χειρουργικές επεμβάσεις και ισάριθμες επίπονες θεραπείες και αποθεραπείες. Στην περίπτωσή του ο καρκίνος δεν νικήθηκε. Ο Σμάγκιν ήταν 75 ετών και δεν ήθελε να πεθάνει σε νοσοκομείο.
Από τα συνολικά 600.000 άτομα που εργάστηκαν στην «εκκαθάριση πεδίου» του Τσερνόμπιλ πολλοί πέθαναν πολύ πριν από τον Σμάγκιν. Από καρκίνο, φυσικά. Αυτός υπήρξε από τους λίγους που κατάφεραν να επιζήσουν, πρόλαβε όμως να καταθέσει την εμπειρία του από το τραγικό συμβάν στο βιβλίο «Τετράδιο του Τσερνόμπιλ».
Εκεί έγραψε ότι από την πρώτη στιγμή «όχι μόνο δεν υπήρξε πανικός, αλλά ο καθένας από τους εργαζομένους έκανε τη δουλειά του, αν και όλοι ήμασταν επαγγελματίες και γνωρίζαμε άριστα τους κινδύνους που διατρέχαμε από την έκθεση στην ακτινοβολία». Είπε και το παράπονό του, ότι «ήταν άδικο η ευθύνη για την καταστροφή να πέσει πάνω στο προσωπικό του πυρηνικού σταθμού».
Για τον ηρωισμό του ο Σμάγκιν τιμήθηκε στη Ρωσία, όμως σε μια συνέντευξή του παραδέχτηκε τα αυτονόητα: «Προφανώς, αυτό το δυστύχημα σημάδεψε τη μοίρα όλων μας. Εγώ, λόγου χάρη, υπέφερα από την επίδραση της ακτινοβολίας και κουβαλούσα ένα στίγμα σε όλη μου τη ζωή: δεν μπορούσα να εργαστώ σε περιοχές που υπόκεινται σε ακτινοβολία, ούτε να ταξιδέψω, και υπέστην πολλούς άλλους περιορισμούς. Ποιος χρειαζόταν εργάτη σαν και εμένα;» Μετά το 1991, όταν διαλύθηκε η Σοβιετική Ενωση, το ρωσικό κράτος τον απασχόλησε σε θέση δημοσίου υπαλλήλου, γραφέα σε κάποιο υπουργείο, μέχρι τη συνταξιοδότησή του.
Την παραμονή της αυτοκτονίας του, το βράδυ της 22ας Οκτωβρίου, ο ήρωας του Τσερνόμπιλ είπε στη γυναίκα του ότι ένιωσε την παρουσία ενός νέου όγκου στο σώμα του. Ετσι, από κοινού συμφώνησαν να υποβληθεί σε νέες εξετάσεις ώστε να υπάρξει ακριβής διάγνωση και να ξαναρχίσει η ιατρική περιπέτεια που ο Σμάγκιν είχε ζήσει τόσες φορές και, απ’ ό,τι φάνηκε, χωρίς οριστικό θετικό αποτέλεσμα. Ο άνθρωπος είχε μπουχτίσει τα νοσοκομεία και τις θεραπείες.
Το επόμενο πρωί η γυναίκα του σηκώθηκε από το κρεβάτι και όπως πάντα ετοίμασε πρωινό για τους δυο τους. Οταν όμως επέστρεψε στην κρεβατοκάμαρα για να τον ξυπνήσει, δεν τον βρήκε. Αντι για τις καινούργιες εξετάσεις, ο Σμάγκιν είχε διαλέξει τη βουτιά στο κενό από τα 15 μέτρα.
Οπως κάθε αυτόχειρας, είχε αφήσει σε ένα τραπέζι το ολιγόλογο αποχαιρετιστήριο σημείωμά του, για να ζητήσει από τη γυναίκα του και τα παιδιά του εξιλέωση: «Αγαπημένοι μου Λαρίσα, Ντίμα και Σβέτα, είναι ώρα να πούμε αντίο. Σας ευχαριστώ για τα χρόνια που περάσαμε μαζί. Ηταν μια χαρά. Λυπάμαι…»
Ο Σμάγκιν δεν είναι ο μοναδικός «εκκαθαριστής» του Τσερνόμπιλ που αυτοκτόνησε, σχολίασε η Repubblica στο δικό της ρεπορτάζ: «Το 1997 κυκλοφόρησε μελέτη που υποστηρίζει ότι οι επιζώντες του Τσερνόμπιλ, συχνά μικροί ήρωες πλην ξεχασμένοι, άτομα που αναγκάστηκαν να ζήσουν με τις συνέπειες της έκλυσης ραδιενέργειας, περισσότερο κινδύνευαν από την αυτοχειρία παρά από τον καρκίνο».