«Σαν Φρανσίσκο, ώρα μηδέν».
Τον κώδωνα του κινδύνου κρούουν οι κάτοικοι της αμερικανικής μεγαλούπολης καθώς η αγορά των ακινήτων σημειώνει απανωτά ρεκόρ, ενώ την ίδια στιγμή και ενώ θα έπρεπε λόγω της πρωτοφανούς οικονομικής ανάπτυξης να συμβαίνει το αντίθετο, η εγκληματικότητα και η παρανομία χτυπάει «κόκκινο».
«Σχεδόν 25 χρόνια μετά την πρώτη τεράστια έκρηξη των τεχνολογικών επιχειρήσεων στην ευρύτερη περιοχή, η μάχη για την “ψυχή” του Σαν Φρανσίσκο έχει λήξει με νικήτρια την βιομηχανία των startup. Αλλά τι συμβαίνει όταν ακόμη και οι νικητές συνειδητοποιούν ότι δεν τους αρέσουν τα λάφυρα;», αναρωτιέται εύστοχα το ρεπορτάζ της Guardian.
Ακόμη και οι ίδιοι οι εργαζόμενοι στη Σίλικον Βάλεϊ, οι (νέοι και πολύ καλά πληρωμένοι) υπάλληλοι εταιρειών όπως Facebook, LinkedΙn, Google, Pinterest, Uber και Airbnb, έχουν αρχίσει να ενοχλούνται από τα υψηλά νοίκια.
Η τιμή αγοράς για ένα μέσο σπίτι φτάνει στο 1.3-1.4 εκατ. δολάρια (1.15-1.2 εκατ. ευρώ) και η ζήτηση αναμένεται να αυξηθεί πολύ περισσότερο επειδή οι μεγάλες επιχειρήσεις της περιοχής μπαίνοντας στο χρηματιστήριο, προσφέρουν αμέσως μετοχές στους εργαζομένους τους, οι οποίοι με την σειρά τους αγοράζουν σπίτια, οδηγώντας τις τιμές της κτηματαγοράς στο… Θεό.
Όχι πως η ενοικίαση είναι απλούστερη υπόθεση: Τον Μάιο, το μέσο ενοίκιο αγοράς για διαμέρισμα ενός υπνοδωματίου έφτασε στο απόλυτο υψηλό όλων των εποχών: 3.700 δολάρια (3.280 ευρώ) το μήνα, σύμφωνα με το site ενοικιάσεων Zumper.
«Το Σαν Φρανσίσκο έχει περιορισμένο απόθεμα οικιών. Το 2018, μόνο 5.471 από τις 400.000 σπίτια άλλαξαν χέρια. Τι θα συμβεί τώρα που τόσα δισ. δολάρια σε μετρητά από πωλήσεις μετοχών θα εισρεύσουν στην πόλη; Ένας οικιστικός Αρμαγεδδών, λέει η κοινή λογική», γράφει το Atlantic, καταλήγοντας πως ακόμη και το 60% των εργαζόμενων στον τεχνολογικό τομέα δεν μπορεί να πληρώσει τα υψηλά ενοίκια!
Τα νέα οικονομικά δεδομένα αλλάζουν, εύλογα, και τον χαρακτήρα της περιοχής.
«Ιστορικώς, το Σαν Φρανσίσκο ήταν φυλετικώς και εθνικώς αναμεμειγμένο· ένα μωσαϊκό κοινοτήτων που μετακόμισαν εκεί για τις ευκαιρίες εργασίας που προσέφερε η πόλη. Ηταν επίσης η περιοχή της περίφημης κοινότητας των ομοφυλοφίλων. Αλλά καθώς οι βιομηχανικές εργασίες μειώνονταν και τη θέση τους πήραν οι επιχειρήσεις νέων τεχνολογιών, στις παλιές εργατικές περιοχές μετακόμισαν λευκοί με υψηλή μόρφωση και με πολλά χρήματα. Οπως η ναυτική βιομηχανία κάποτε έκανε τον οικισμό να απλώνεται γύρω από τον κόλπο, τα κεφάλαια που εισέρρευσαν από τις νέες τεχνολογίες δημιούργησαν πιέσεις στην αγορά των ακινήτων στη νοτιοανατολική πλευρά μιας περιοχής που κάποτε συγκέντρωνε τους πλούσιους μόνο στο βόρειο τμήμα της», γράφει το αμερικανικό περιοδικό The Atlantic σε πρόσφατο άρθρο του.
Και όλα αυτά συμβαίνουν την ίδια στιγμή που η πόλη είδε μια δραματική αύξηση του πληθυσμού των αστέγων κατά 17% μεταξύ 2017 και 2019, ενώ οι κάτοικοι παραπονιούνται για την αυξημένη εγκληματικότητα, πορνεία και την ευρεία χρήση ναρκωτικών στη μέση του δρόμου, ακόμη και μέρα μεσημέρι σε γειτονιές… υπεράνω πάσης υποψίας, όπως σε μια πέριξ της έπαυλης του Μαρκ Ζάκερμπεργκ.
«Τα επιχειρήματα εναντίον του Σαν Φρανσίσκο είναι πολλά: είναι πάρα πολύ ακριβό ακόμα και για εξαψήφιους μισθούς, είναι επικίνδυνο και επίσης όλο και πιο βαρετό», επισημαίνει το ρεπορτάζ της Guardian.
«Η κτηματομεσιτική κρίση έχει τεράστιο αρνητικό αντίκτυπο στην ποιότητα ζωής, κυρίως εξαιτίας του ποιον αποκλείει από το να μένει κοντά σας», τονίζει με νόημα ο βρετανός Σάιμον Γουίλισον που μετακόμισε στο Σαν Φρανσίσκο από το Λονδίνο πριν από πέντε χρόνια.
«Όταν επισκέπτομαι άλλες πόλεις, πάντα ζηλεύω τους κατοίκους τους για την ποικιλία των εισοδημάτων τους: ότι ακόμη και άνθρωποι που δεν έχουν εξαψήφιους μισθούς, μπορούν κάλλιστα να ζουν αξιοπρεπώς και να εργάζονται και να είναι ευτυχισμένοι», καταλήγει ο βρετανός προγραμματιστής.