Αρθρο σχετικά με την επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα το μέλλον της οποίας «έχει παγώσει», εκτός εάν «η δημοκρατία καταφέρει να αλλάξει την κληρονομιά της Αυτοκρατορίας» δημοσίευσε την Κυριακή η Telegraph. Αυτή είναι η άποψη των ελλήνων αξιωματούχων που επιδιώκουν να επιστραφούν τα Γλυπτά της συλλογής του Βρετανικού Μουσείου στην Αθήνα, έγραψε η βρετανική εφημερίδα.
Η υπόθεση του επαναπατρισμού τους έχει μέχρι στιγμής οδηγήσει σε αδιέξοδο τις διαπραγματεύσεις μεταξύ Ελλάδας και Ηνωμένου Βασιλείου, αδιέξοδο το οποίο πρόκειται να συνεχιστεί ακόμη και μετά από τις συμβιβαστικές υποδείξεις του προέδρου του Βρετανικού Μουσείου Τζορτζ Οσμπορν περί ύπαρξης μίας «συμφωνίας που πρέπει να υλοποιηθεί», πρόσθεσε.
Παρά τις πρόσφατες συζητήσεις για «συμφωνίες» και «διάλογο» η Αθήνα βλέπει πως η καλύτερη της ελπίδα για επαναπατρισμό δεν εναπόκειται στον δανεισμό και τις πολιτιστικές ανταλλαγές, αλλά στη δημοκρατία: στο κοινοβούλιο του Ηνωμένου Βασιλείου, μέσω της ψήφισης νέας νομοθεσίας.
«Πρέπει να υπάρξει νομοθετική αλλαγή», δήλωσε στην Telegraph ανώτερος έλληνας αξιωματούχος. «(Να ψηφιστεί) μια νομοθεσία που θα επιτρέψει στο Μουσείο να διαθέτει αντικείμενα από τη συλλογή του. Αυτό θα ήταν ένα βασικό θετικό βήμα. Αυτός είναι πραγματικά ο δρόμος προς τα εμπρός, αυτό είναι που περιμένουμε».
Ο αρθρογράφος Κρεγκ Σίμπσον επισήμανε ότι η ουσία του ζητήματος, όπως το βλέπουν υψηλόβαθμα στελέχη στην Αθήνα, είναι ο Νόμος του Βρετανικού Μουσείου του 1963. Η ελληνική πλευρά αναμένει από τους βρετανούς πολιτικούς να τροποποιήσουν αυτόν τον «σκοτεινό» νόμο και να ανοίξουν το δρόμο για τον επαναπατρισμό.
Ο νόμος του 1963 – υπενθύμισε– εμποδίζει τους Επιτρόπους του Βρετανικού Μουσείου να διαθέτουν τα αντικείμενα της συλλογής του, πλην ελαχίστων περιπτώσεων, πράγμα που σημαίνει ότι δεν έχουν εξουσία να επιστρέψουν τα Γλυπτά.
Οταν αντιμετωπίζει αιτήματα για επιστροφή τους, το Μουσείο δηλώνει σταθερά ότι δεν έχει τη σχετική δυνατότητα, καθώς η κυβέρνηση θα πρέπει να φέρει στο κοινοβούλιο προς ψήφιση έναν νέο νόμο που θα επιτρέπει τον επαναπατρισμό. Από την πλευρά της, η κυβέρνηση όταν αντιμετωπίζει τα σχετικά αιτήματα, όπως αυτά που επαναδιατύπωσε ο έλληνας Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης το 2021, ισχυρίζεται ότι είναι θέμα των Επιτρόπων του Βρετανικού Μουσείου.
Αυτή η αμφίδρομη μετάθεση ευθυνών κρύβει ένα αδιέξοδο, σύμφωνα με έλληνες αξιωματούχους, που είναι απογοητευμένοι από την κατάσταση, και επιφυλακτικοί ως προς τις πρόσφατες προτάσεις ότι το αδιέξοδο μπορεί να αρθεί χωρίς κάποια κίνηση από την κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου.
Οι συνομιλίες με τη διαμεσολάβηση της Unesco μεταξύ του Ηνωμένου Βασιλείου και των ελλήνων υπουργών αποτέλεσαν θέμα συζήτησης την άνοιξη του 2022, αλλά το βρετανικό υπουργείο Πολιτισμού σύντομα υποβάθμισε αυτές τις συζητήσεις.
Τον Ιούνιο, ο Οσμπορν πρότεινε μια διέξοδο στο αδιέξοδο με μια συμφωνία που θα επέτρεπε το δανεισμό των Γλυπτών στην Αθήνα, πιθανώς στο Μουσείο της Ακρόπολης. Τον Ιούλιο έγινε αόριστη συζήτηση για μια «συνεργασία του Παρθενώνα» για να χαλαρώσουν οι σχέσεις μεταξύ των αντιμαχόμενων μερών.
Ωστόσο, η Ελλάδα υποστήριζε σταθερά ότι τα Μάρμαρα είχαν κλαπεί από την Ακρόπολη από τον Λόρδο Ελγιν στις αρχές του 19ου αιώνα, κάτι που παρουσιάζει ως παράδειγμα βρετανικής ιμπεριαλιστικής λεηλασίας, σημείωσε η Telegraph. Αν θα εξασφάλιζαν τον δανεισμό τους, λοιπόν, οι έλληνες πολιτικοί θα έπρεπε να αποδεχτούν ότι η Βρετανία απέκτησε και κατέχει νόμιμα τη συλλογή γλυπτών, ζήτημα στο οποίο η εφημερίδα έχει αναφερθεί και σε παλιότερο δημοσίευμά της.
Το Βρετανικό Μουσείο ισχυρίζεται ότι ο Λόρδος Λόρδο Ελγιν νόμιμα τα Γλυπτά από τις οθωμανικές Αρχές που κυβερνούσαν την Αθήνα στις αρχές του 1800.
Ελληνικές πηγές δήλωσαν ότι η αποδοχή της βρετανικής ιδιοκτησίας «δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή», και έτσι τα Γλυπτά –που δεν μπορούν ούτε να αποτελέσουν αντικείμενο δανεισμού, ούτε να δοθούν, κατά τα παραπάνω– θα παραμείνουν σταθερά στην Αίθουσα 18 του Βρετανικού Μουσείου, εκτός εάν υπάρξει αλλαγή στη νομοθεσία, παρατήρησε η εφημερίδα.
Ο πρώην βουλευτής των Εργατικών Αντριου Ντίζμορ, που κατέθεσε ένα νομοσχέδιο το 2009 προσπαθώντας να επιτύχει αυτό ακριβώς, δήλωσε ότι συμφωνεί με την ελληνική θέση ότι η νομοθετική αλλαγή είναι η μόνη ελπίδα για όσους θέλουν να δουν τα Γλυπτά να επιστρέφουν μόνιμα στην Αθήνα.
Σε δηλώσεις του στην Telegraph ανέφερε: «Μια νομική διαμάχη δεν θα ωφελούσε. Η Ελλάδα δεν υπήρχε ως κράτος όταν πήραν τα Γλυπτά. Επίσης, η Ελλάδα δεν ήταν κράτος όταν κατασκευάστηκαν τα Γλυπτά. Αρα η ιδιοκτησία είναι δύσκολη. Χρειάζεται μια λύση που να παρακάμπτει το νομικό ζήτημα και το ζήτημα της ιδιοκτησίας».
Στο μεταξύ, οι υποστηρικτές του επαναπατρισμού των Γλυπτών ισχυρίζονται ότι η αυξανόμενη δημόσια υποστήριξη για την ελληνική υπόθεση θα μπορούσε να βελτιώσει τις πιθανότητες ψήφισης ενός νομοσχεδίου που θα επιλύνει τα προαναφερθέντα ζητήματα.
Η δημοσκόπηση που ανατέθηκε στη YouGov από την ομάδα εκστρατείας Parthenon Project διαπίστωσε ότι το 54% των ενηλίκων του Ηνωμένου Βασιλείου θα υποστήριζε την πλήρη επανένωση των Γλυπτών, σε σύγκριση με μόλις το 23% που διαφώνησε. Ενα επιπλέον 23% απάντησε ότι δεν γνωρίζει.
Αν και μπορεί να υπάρχει κάποια υποστήριξη για την ελληνική υπόθεση, το υπουργείο Πολιτισμού έχει καταστήσει σαφές ότι η κυβέρνηση δεν σχεδιάζει να αλλάξει τη νομοθεσία για τα μουσεία σύντομα. Το Βρετανικό Μουσείο δηλώνει σταθερά ότι όλα τα αντικείμενα της συλλογής του είναι προς συζήτηση, η οποία, ωστόσο, αφορά μόνο σε συμφωνίες δανεισμού.
Οι εκστρατείες για τον επαναπατρισμό δείχνουν ότι θα συνεχίσει να παίζεται ένα μακροχρόνιο παιχνίδι και περιμένουν η κοινή γνώμη να στραφεί περαιτέρω υπέρ τους, με την ελπίδα ότι αυτό θα μπορούσε να διευκολύνει μια ψηφοφορία για μία διαφορετική έκβαση του μέλλοντος των Γλυπτών από εκείνη που υπήρξε το 2009.
Ο Σίμπσον κλείνει τι άρθρο του θυμίζοντας πως τα μαρμάρινα έργα τέχνης δημιουργήθηκαν από τον γλύπτη Φειδία τον 5ο αιώνα π.Χ. για να διακοσμήσουν τον Παρθενώνα. Κατά τη διάρκεια της ακμής της αυτοκρατορίας της Βρετανίας, ο Λόρδος Ελγιν απέκτησε ορισμένα από αυτά και τα πούλησε στην κυβέρνηση το 1816 για 35.000 λίρες.
Τα έργα τέχνης περιλαμβάνουν 17 αγάλματα Ελλήνων θεών, 15 «μετόπες» που δείχνουν μυθικές μάχες μεταξύ πολιτισμένων και βαρβάρων και μια ζωφόρο 246 ποδιών που αναπαριστά μια αθηναϊκή πομπή. Αποτελούν μέρος του συνόλου των Γλυπτών του Παρθενώνα, τα υπόλοιπα από τα οποία βρίσκονται στην Αθήνα.