Οταν ανακατέλαβαν τη Χερσώνα, οι Ουκρανοί δεν εντόπισαν μόνο πτώματα αμάχων και άλλες αποδείξεις των ρωσικών εγκλημάτων πολέμου. Βρήκαν και τα μεγάλα μουσεία της πόλης άδεια από τα σημαντικότερα εκθέματά τους, τα οποία έκλεψαν οι Ρώσοι.
Η λεηλασία του Μουσείου Ιστορίας της Χερσώνας δεν ήταν σαν τις άλλες που έχουν συμβεί σε όλα τα ουκρανικά εδάφη από όπου πέρασαν οι εισβολείς του Βλαντίμιρ Πούτιν. Στη Χερσώνα δεν έκλεβαν μεθυσμένοι ό,τι έβρισκαν μπροστά τους. Ηξεραν ακριβώς τι έψαχναν, σύμφωνα με δημοσίευμα των Times.
Μαζί με τους στρατιώτες, μπήκαν στο μουσείο και πολίτες, ανάμεσά τους εργαζόμενοι στον τομέα του πολιτισμού, στην παράνομα προσαρτημένη Κριμαία, και κατευθύνθηκαν σε συγκεκριμένες προθήκες, όπου βρίσκονταν τα αριστουργήματα του μουσείου.
Χρειάστηκαν αρκετές ημέρες, τον Οκτώβριο, για να τα φορτώσουν όλα σε φορτηγά και να φύγουν,
«Είχαν μαζί τους ειδικούς, ήταν καλά πληροφορημένοι. Είχαν μαζί τους 70 εργάτες, που τα φόρτωσαν. Πήραν ξίφη, όπλα, όλη τη συλλογή όπλων. Νομίσματα, εικόνες, χρυσά κοσμήματα, έπιπλα του 18ου και του 190υ αιώνα. Δεν ήταν λεηλασία. Ηταν οργανωμένη κλοπή από το επίσημο ρωσικό κράτος», είπε η Ελενα Γερεμένκο, γραμματέας του μουσείου.
Η πολιτιστική κληρονομιά της Χερσώνας εξαφανίστηκε λίγες εβδομάδες πριν από την αποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων. Οταν οι Ρώσοι κατάλαβαν ότι ήταν αδύνατον να παραμείνουν στην πόλη, άρχισαν τη λεηλασία των θησαυρών της. Μετά το Μουσείο Ιστορίας, σειρά είχε το Μουσείο Τέχνης, από το οποίο έκλεψαν 10.000 πίνακες, δύο εβδομάδες πριν την αποχώρησή τους.
«Ολοι ρωτούν ποιο ήταν το κίνητρο για τη λεηλασία. Νομίζω ότι ήταν μια προσπάθεια να κλέψουν την ουκρανική Ιστορία, να μονοπωλήσουν την Ιστορία», είπε η Γερεμένκο.
Η λεηλασία των δύο μουσείων και ό,τι προηγήθηκε κατέδειξε και το ζήτημα της διαμάχης ανάμεσα στο ουκρανόφωνο και το ρωσόφωνο προσωπικό τους. Η 73χρονη Τατιάνα Μπρατσένκο, διευθύντρια του Μουσείου Ιστορίας, έφυγε από τη Χερσώνα για την Κριμαία τον Οκτώβριο.
Σύμφωνα με τη Γερεμένκο, είχε σπουδάσει Ιστορία στο Πανεπιστήμιο της Αγίας Πετρούπολης και ήταν καλή στη δουλειά της. Ηταν όμως φανατική θαυμάστρια της Ρωσίας και συνεργάστηκε με μεγάλη προθυμία με τους Ρώσους όταν κατέλαβαν τη Χερσώνα. Τους καλωσόρισε με ένα μπουκέτο λουλούδια, οργάνωσε ειδική έκθεση για να τιμήσει τη ρωσική εθνική γιορτή την Ημέρα της Νίκης τον Μάιο και απέλυσε τους ουκρανόφωνους υπαλλήλους, ανάμεσά τους και τη Γερεμένκο.
«Η διευθύντρια ήξερε τη γνώμη μου για τον Πούτιν. Οι Ρώσοι θα αποτύχουν, της είπα, πάντα αποτυγχάνουν. Από τους 80 που εργάζονταν στο μουσείο, οι μισοί ήταν υπέρ της Ρωσίας. Εγώ δούλευα εκεί για 20 χρόνια και με απέλυσε. Με κατηγόρησε ότι ήμουν προδότρια», είπε η Γερεμένκο στους Times.
Στην αντίπερα όχθη, διευθύντρια του Μουσείου Τέχνης είναι η 73χρονη Αλίνα Ντοτσένκο, ουκρανή εθνικίστρια, που απέλυσε μια συντηρήτρια επειδή ήταν υπέρ των Ρώσων. Τυχαία, το μουσείο ήταν υπό ανακαίνιση και όλοι οι πίνακες είχαν μπει σε αποθήκη. Μαζί με τρεις εργαζόμενους που εμπιστευόταν, η Ντοτσένκο αντέγραψε τον ψηφιακό κατάλογο των σημείων όπου βρίσκονταν τα έργα, σε κάρτα μνήμης, και τον έσβησε από τους υπολογιστές του μουσείου.
Οταν ένας ρώσος αξιωματούχος τής ζήτησε να κάνει έκθεση για την Ημέρα της Νίκης, τον Μάιο, «τον έβρισα. Κατάγομαι από ευγενή οικογένεια και είναι η πρώτη φορά που έχω βρίσει άνθρωπο στη ζωή μου». Την επόμενη ημέρα, και ενώ ήξερε ότι η σύλληψή της ήταν θέμα χρόνου, πήρε την απόφαση και διέφυγε. Εκανε το επικίνδυνο ταξίδι περνώντας από μπλόκα, μέχρι το Κίεβο, με την κάρτα μνήμης καλά κρυμμένη στα πράγματα που πήρε μαζί της.
Η Ντοτσένκο αντικαταστάθηκε από μια… τραγουδίστρια σε καμπαρέ χωρίς προσόντα ή γνώσεις για την τέχνη. Η ρωσόφιλη γυναίκα που είχε απολυθεί, επέστρεψε έχοντας το δικό της αντίγραφο του καταλόγου που είχε φτιάξει πριν φύγει από τη θέση της. Εδειξε στους Ρώσους πού ήταν κρυμμένοι οι πίνακες. Στις 31 Οκτωβρίου, τρεις ημέρες μετά την κλοπή στο Μουσείο Ιστορίας, τα φορτηγά στάθμευσαν έξω από το Μουσείο Τέχνης.
«Ηθελα να βάλω τα κλάματα και προσπάθησα να μην βλέπω, δεν άντεχα. Η συλλογή αυτή ανήκε στην πόλη, θέλαμε να την δώσουμε στα παιδιά μας», είπε η Ανια Σκρίπκα, αρχειοθέτρια στο μουσείο.
Οι Ρώσοι πήραν τα 10.000 από τα 14.000 κομμάτια της συλλογής. Αφησαν πίσω τους μόνο τα μεγαλύτερα, που ήταν πολύ δύσκολο να μεταφερθούν. Ανάμεσα στα κλεμμένα, είναι έργα του Πίτερ Λέλι, του άγγλου ζωγράφου του 17ου αιώνα, του Ογκουστ φον Μπάγιερ, του Γερμανού του 19ου αιώνα, του Ιβάν Αϊβαζόβσκι, του Ρομαντικού ζωγράφου από την Κριμαία και πολλών ουκρανών καλλιτεχνών.
Το Μουσείο της Ιστορίας, στον ίδιο δρόμο, έχασε εκατοντάδες αντικείμενα, ανάμεσά τους χρυσά κολιέ των Σκύθων και τον μεγαλύτερο θησαυρό του, μία σπάθη από δαμασκηνό ατσάλι με την ασημένια θήκη του, που ανήκε στον Εμίρη της Μπουχάρας. Οι εισβολείς έκλεψαν ακόμα και τοπικές εφημερίδες του 19ου αιώνα από τα αρχεία του.
Οι υπεύθυνοι των μουσείων τονίζουν ότι δεν πρόκειται να δημοσιοποιήσουν τη χρηματική αξία των αντικειμένων που εκλάπησαν, αλλά πρόκειται για κομμάτια αναντικατάστατα.
Η ειδική ομάδα εγκλημάτων πολέμου του ουκρανικού στρατού διερευνά τις κλοπές αλλά το πού κατέληξαν τα κλοπιμαία δεν είναι μυστήριο. Φωτογραφίες που δημοσιεύθηκαν στα social media δείχνουν ανθρώπους να τα ξεφορτώνουν και να τα μεταφέρουν στο Κεντρικό Μουσείο της Ταυρίδας στη Συμφερόπολη της κατεχόμενης Κριμαίας.
Ο Αντρέι Μάλγκιν, διευθυντής του μουσείου, είπε στους Moscow Times: «Λόγω του στρατιωτικού νόμου στη Χερσώνα, έλαβα την εντολή να παραλάβω τα εκθέματα του Μουσείου Τέχνης της Χερσώνας για προσωρινή φύλαξη και να μεριμνήσω για την ασφάλειά τους μέχρι να επιστραφούν στον νόμιμο ιδιοκτήτη τους».
Σύμφωνα με μάρτυρες, όμως, τα πιο πολύτιμα αντικείμενα, ανάμεσά τους και η σπάθη, μεταφέρθηκαν σε άγνωστο μέρος και όχι στην Κριμαία.
Ο Βιτάλι Τίτιτς, επικεφαλής της έρευνας των Ουκρανών, είπε ότι η επιχείρηση της κλοπής οργανώθηκε από ανώτερα κλιμάκια, όμως κάποια αντικείμενα εκλάπησαν από στρατιώτες.
«Η Ρωσία προσπαθεί να δικαιολογήσει την κλοπή ως προστασία της πολιτιστικής περιουσίας. Ομως, κλέβουν την Ιστορία μας. Η Ρωσία προσπαθεί να κλέψει την ιστορία μας εδώ και αιώνες», πρόσθεσε.