Την πολιτική του αυτοβιογραφία έκανε ο πρώην πρωθυπουργός της Βρετανίας Τόνι Μπλερ, ο οποίος αποκάλυψε ότι, όταν ήταν νεαρός, για λίγο καιρό έβρισκε ελκυστική την ιδέα να γίνει μαρξιστής.
Πώς και γιατί το εξήγησε σε συνέντευξή του στο Radio 4.
Αφορμή έγινε ένα βιβλίο, η βιογραφία του Λέοντα Τρότσκι από τον Ισαάκ Ντόιτσερ, την οποία διάβασε και τον ενέπνευσε χάρη «στους εξαιρετικούς αγώνες» που περιγράφει.
«Αυτός ο τύπος, ο Τρότσκι, εμπνεύστηκε τόσο πολύ από όλα αυτά», εξήγησε ο Μπλερ, «ώστε πήγε και έφτιαξε την ρωσική επανάσταση και άλλαξε τον κόσμο. Κυριολεκτικά ήταν σαν ένα φως που έφεγγε».
Πρόσθεσε: «Ξέρετε, ακόμη και αν με τον καιρό άφησα πίσω μου αυτήν την πλευρά της πολιτικής, η ιδέα του να έχεις έναν σκοπό μεγαλύτερο από εσένα ή την φιλοδοξία σου, άλλαξε τη ζωή μου εκείνη την περίοδο».
Πάντως αυτό το πολιτικό φλερτ κράτησε λίγο, «όχι περισσότερο από ένα χρόνο», όπως είπε.
Ισως ακόμη να βοήθησε και η γνωριμία του με την Σέρι, την μετέπειτα σύζυγό του, που ήταν ένθερμη οπαδός των Εργατικών και «θα προτιμούσε να πεθάνει παρά να ψηφίσει τους Τόρις».
Η Σέρι, που μεγάλωσε σε εργατική συνοικία στο Λίβερπουλ, έδειχνε «απόλυτη περιφρόνηση για την άκρα Αριστερά, πράγμα ασυνήθιστο για νέους ανθρώπους» ενώ δεν συμπαθούσε ιδιαίτερα ούτε «τον φοιτητικό σοσιαλισμό της Οξφόρδης».
Για τους φοιτητές που κοίταζαν προς την (άκρα) Αριστερά, οι Εργατικοί ήταν εξάλλου ένα κόμμα «προδοτών του σοσιαλισμού».
Μεταξύ πολλών άλλων για την πολιτική του σταδιοδρομία, ο Μπλερ μίλησε και για τον πόλεμο στο Ιράκ, την πλέον αμφιλεγόμενη επιλογή της θητείας του.
Παραδέχτηκε τα λάθη, αλλά επιμένει να μην μετανιώνει. «Είναι δύσκολο για τον κόσμο να παραδεχτεί ότι δεν έχω αλλάξει γνώμη και ότι ήταν καλύτερα που διώξαμε τον Σαντάμ, παρά να μην τον είχαμε διώξει», είπε.