Ο συγχρονισμός ήταν εντυπωσιακός: την ώρα που στις ΗΠΑ θριάμβευε ο Ντόναλντ Τραμπ, στη Γερμανία διαλυόταν ο ούτως ή άλλως εύθραυστος κυβερνητικός συνασπισμός Σοσιαλδημοκρατών (SPD), Πρασίνων και Ελεύθερων Δημοκρατών, με αφορμή τη δυστοκία στην κατάθεση προϋπολογισμού από τον πρώην πια υπουργό Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ, ηγέτη του FPD.
Αυτή η χρονική συσχέτιση, επικράτησης του Τραμπ και γερμανικής οικονομίας, δεν πέρασε απαρατήρητη από τους αναλυτές, που αναγνώρισαν στην αλλαγή πολιτικής σελίδας στην Ουάσινγκτον τη θρυαλλίδα που ανατίναξε τον συνασπισμό «φωτεινού σηματοδότη» (από τα χρώματα των τριών κομμάτων) στο Βερολίνο.
Τούτο διότι η έλευση του Τραμπ στον Λευκό Οίκο σημαίνει, όπως έχει υποσχεθεί, δασμούς στα εισαγόμενα στις ΗΠΑ προϊόντα. Αυτό σημαίνει ζημιά και επιπλέον προβλήματα στην κατ’ εξοχήν εξαγωγική γερμανική βιομηχανία, η οποία ήδη έχει κλονιστεί αρκετά (βλέπε κρίση στην Volkswagen κ.ά.). Και αυτό σημαίνει πρόβλημα στη γερμανική οικονομία και κρίση στην κυβέρνηση, όπου άλλες οι βουλές του σοσιαλδημοκράτη καγκελαρίου Ολαφ Σολτς και άλλες οι νόρμες του νεοφιλελεύθερου υπουργού Οικονομικών Λίντνερ.
Οπως επεσήμανε η Deustche Welle, η Γερμανία είναι ένας από τους μεγαλύτερους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ. Κατά συνέπεια κάθε απόφαση που λαμβάνει η Ουάσιγκτον για την οικονομική πολιτική, έχει επιπτώσεις για τη Γερμανία. Στον προεκλογικό αγώνα του, ο Τραμπ είχε εξαγγείλει δασμούς 60% στις εισαγωγές από την Κίνα και 20% για τις εισαγωγές από τον υπόλοιπο κόσμο. Για τις γερμανικές εξαγωγές στις ΗΠΑ αυτό θα σήμαινε σημαντικές αυξήσεις, οι οποίες θα επιβάρυναν κυρίως την αυτοκινητοβιομηχανία και τη φαρμακευτική βιομηχανία.
«Θα ήταν μια πραγματική θηλιά στον λαιμό της εξαγωγικής βιομηχανίας μας» λέει ο αναλυτής Χένινγκ Χοφ.
Αυτή η επιβεβαίωση ότι επίκειται ένα τραμπικό θρίλερ για τη γερμανική βιομηχανία και οικονομία επέσπευσε την κρίση στην πολιτική σκηνή. Ο Λίντνερ δεν ήθελε να υπογράψει έναν προϋπολογισμό σε αυτό το κλίμα και πρότεινε εκλογές ώστε να προκύψει μια ισχυρή κυβέρνηση για να αντιμετωπίσει αυτό που έρχεται. Ο Σολτς τον απέπεμψε, αντιπροτείνοντας εκλογές τον Μάρτιο, κάτι που όμως δεν θέλει ο Φρίντριχ Μερτς, ο ηγέτης των Χριστιανοδημοκρατών, ο οποίος θέλει να γίνει καγκελάριος μια ώρα αρχύτερα. Αυτός, κατά τα φαινόμενα, θα κληθεί να διαχειριστεί το πρόβλημα που θα δημιουργήσουν οι προαναγγελθέντες δασμοί του Τραμπ στα ευρωπαϊκά προϊόντα.
Είναι ενδεικτικό ότι σε έρευνα που διενήργησε το φημισμένο Οικονομικό Ινστιτούτο (IfO) του Μονάχου, δύο εβδομάδες πριν από τις αμερικανικές εκλογές, το 44% των επιχειρήσεων που ερωτήθηκαν εξέφραζε φόβους για «αρνητικές συνέπειες» σε περίπτωση εκλογής του Τραμπ, ενώ μόλις το 5% έβλεπε «θετικές συνέπειες». Παλαιότερη μελέτη του IfΟ εκτιμούσε ότι μόνο η επιβολή των δασμών που έχει εξαγγείλει ο Τραμπ θα επιβάρυνε κατά 15% το κόστος των γερμανικών εξαγωγών στις ΗΠΑ.
Υπάρχουν όμως και περαιτέρω συνέπειες. «Δεν αποκλείεται άλλοι εμπορικοί εταίροι, όπως η Κίνα, να αντιδράσουν» ανέφερε στην Deutsche Welle ο αναλυτής του IfO Αντρέας Μπάουρ. «Και αυτό θα ήταν ίσως η χειρότερη συνέπεια, καθώς θα προκαλούσε ένα σπιράλ κλιμάκωσης, πυροδοτώντας τελικά έναν εμπορικό πόλεμο σε παγκόσμιο επίπεδο».