Το όνειρο της πράσινης κάρτας για να εργαστεί κάποιος στις ΗΠΑ έγινε αρκετές φορές έγινε θέμα στον κινηματογράφο. Το πέτυχε ο Ζεράρ Ντεπαρντιέ με την Αντι Μακντάουελ στην ταινία «Green Card» του 1990: συναντήθηκαν στη Νέα Υόρκη και παντρεύτηκαν για λόγους αμοιβαίου συμφέροντος. Ο Ντεπαρντιέ έτσι κέρδισε την κάρτα του και την καρδιά της Μακντάουελ. Ο Ουζμπέκος Σαϊφούλο Σαϊπόφ, που σκόρπισε τον θάνατο στη Νέα Υόρκη, πιθανότατα δεν είχε δει ποτέ την ταινία – άλλωστε όταν βγήκε ήταν μόλις εννέα ετών. Ο τρομοκράτης επέλεξε έναν άλλο δρόμο για να αποκτήσει την «κάρτα μόνιμου κατοίκου», το αμέσως προηγούμενο βήμα από την απόκτηση της αμερικανικής υπηκοότητας: την κλήρωση, που εδώ και χρόνια αποτελεί την οδό της τύχης προς το αμερικανικό όνειρο και την οποία τώρα ο Ντόναλντ Τραμπ, μετά την επίθεση του Σαϊπόφ στο Μανχάταν, θέλει να καταργήσει. Και όχι μόνον αυτός. Τα τελευταία εικοσιτετράωρα το πρόγραμμα βρίσκεται στο στόχαστρο όλης της ξενοφοβικής ρεπουμπλικανικής Δεξιάς και της ακροδεξιάς των ΗΠΑ.
Η κυβέρνηση των ΗΠΑ κάθε χρόνο εκδίδει περίπου ένα εκατομμύριο πράσινες κάρτες. Οι τρόποι για να αποκτήσει την κάρτα όποιος το επιθυμεί είναι αρκετοί: χάρη σε έναν συγγενή που έχει ήδη υπηκοότητα ή είναι νόμιμα μόνιμος κάτοικος – αυτό που έκαναν μέσω του γάμου τους ο Ντεπαρντιέ και η Μακντάουελ ή η Χέντι Λαμάρ στην ταινία «Ελα να ζήσεις μαζί μου» του 1941 στην οποία παντρεύεται τον άφραγκο Τζέιμς Στιούαρτ. Αλλοι τρόποι είναι η κλήση από έναν εργοδότη-σπόνσορα, τα επαγγελματικά προσόντα, το «εξαιρετικό ταλέντο», -η περίπτωση της Μελάνια Τραμπ το 2001- η επένδυση ενός εκατομμυρίου δολαρίων σε κάποια αμερικανική επιχείρηση, το πολιτικό άσυλο και, τέλος -όπως στην περίπτωση του Σαϊφούλο Σαϊπόφ- η κλήρωση.
Το πρόγραμμα Diversity Immigrant Visa θεσμοθετήθηκε το 1990 και ενεργοποιήθηκε πέντε χρόνια αργότερα. Κάθε φθινόπωρο οι ΗΠΑ ανακοινώνουν ότι θέτουν προς κλήρωση 50.000 κάρτες που κληρώνονται τον επόμενο Απρίλιο. Μετέχουν όλοι όσοι κάνουν αίτηση και στόχος του προγράμματος είναι να διασφαλίσει τη διαφορετική εθνική προέλευση των μεταναστών προς τις ΗΠΑ – στην ουσία αφορά χώρες που δεν έχουν έντονη παρουσία στη μεταναστευτική ροή προς την Αμερική. Ετσι από το πρόγραμμα αποκλείονται οι χώρες που τα προηγούμενα πέντε χρόνια έχουν ξεπεράσει το όριο των 50.000 μεταναστών. Για παράδειγμα, σήμερα αποκλείονται η Κίνα, το Μπαγκλαντές, ο Καναδάς και πολλές χώρες της Νότιας και της Κεντρικής Αμερικής. Η Ελλάδα συμμετέχει, όπως και πολλές ευρωπαϊκές χώρες αλλά και χώρες στις οποίες υπάρχει ισχυρή παρουσία του ακραίου Ισλάμ.
Η διαδικασία, θεωρητικά τουλάχιστον, προβλέπει αρκετές δικλείδες ασφαλείας. Η εγγραφή και η συμμετοχή στην κλήρωση είναι δωρεάν, αλλά απαιτείται από τους μετέχοντες να διαθέτουν απολυτήριο λυκείου ή τουλάχιστον δύο έτη πιστοποιημένης επαγγελματικής εμπειρίας.
Οι τυχεροί που επιλέγονται υποβάλλονται στη συνέχεια σε πιο αυστηρό έλεγχο ο οποίος περιλαμβάνει προσωπική συνέντευξη με υπαλλήλους της Υπηρεσίας Μετανάστευσης των ΗΠΑ και υπάλληλο του Υπουργείου Εθνικής Ασφαλείας. Τους ελέγχους αυτούς, από ό,τι φαίνεται, ο Σαϊπόφ τους πέρασε με επιτυχία. Η υπηρεσία Εθνικής Ασφαλείας ανακοίνωσε ότι πράγματι ο Σαϊπόφ έγινε δεκτός στις ΗΠΑ μέσω των διαδικασιών του προγράμματος το 2010.
Ο Δημοκρατικός γερουσιαστής Τσακ Σούμερ -εμπνευστής του προγράμματος το 1990- σχολιάζοντας ειρωνικά στο Twitter τις δηλώσεις του Τραμπ ότι σκοπεύει να κλείσει το πρόγραμμα έγραψε: «Φαντάζομαι ότι δεν είναι νωρίς να πολιτικοποιήσουμε μια τραγωδία». Ο ίδιος ο Τραμπ, λίγες ώρες, πριν είχε γράψει: «Ο τρομοκράτης μπήκε στη χώρα χάρη στο Diversity Immigrant Visa Program, μία «ομορφιά» του Τσακ Σούμερ. Θέλω το πρόγραμμα να στηρίζεται στην αξία».
Ο κυβερνήτης της Νέας Υόρκης Αντριου Κουόμο και ο δήμαρχος της πόλης Μπιλ Ντε Μπλάζιο ζήτησαν και αυτοί από τον αμερικανό πρόεδρο να μην πολιτικοποιήσει την επίθεση και να μην «σπέρνει μίσος». Το αν θα τους ακούσει είναι αμφίβολο.