Οι τελευταίες δηλώσεις του προέδρου της Ρωσίας Βλαντίμιρ Πούτιν ερμηνεύονται και ως προσπάθεια τρομοκράτησης της κοινής γνώμης στη Δύση, ώστε το πολιτικό προσωπικό της να πιέσει τον ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι να διαπραγματευθεί την ειρήνη προσερχόμενος σε τράπεζα συνομιλιών. Φυσικά, τέτοια ειρήνη θα είναι εξαιρετικά άβολη για τη σημερινή εξουσία του Κιέβου και λίαν εξυπηρετική για τους βασικούς στόχους του Κρεμλίνου (κατοχή της Κριμαίας και των περιφερειών του Ντονμπάς).
Ο Πούτιν, ούτε λίγο ούτε πολύ, είπε ότι «εργάζεται» υπέρ της ανάπτυξης πυρηνικής τεχνολογίας αιχμής και προηγμένων όπλων ικανών «να διατηρήσουν τη στρατηγική ισορροπία» σε παγκόσμιο επίπεδο. Τουλάχιστον, στο μήνυμά του προς τους εργαζομένους του RΟSATOM, του ρωσικού κρατικού οργανισμού για τα πυρηνικά, δεν υποσχέθηκε και ανατροπή της παγκόσμιας στρατηγικής ισορροπίας.
«Οι εργαζόμενοι στον ρωσικό πυρηνικό τομέα εισάγουν τεχνολογίες αιχμής στους τομείς της ενέργειας και του Διαστήματος, στην πυρηνική ιατρική, στην οικολογία, στον εκσυγχρονισμό του στόλου των παγοθραυστικών και στη δημιουργία προηγμένων όπλων ικανών να διατηρήσουν τη στρατηγική ισορροπία στον κόσμο» ήταν το περιεχόμενο του τηλεγραφήματος Πούτιν προς το προσωπικό του RΟSATOM.
Η ευκαιρία για τις επισημάνσεις του «τσάρου» ήταν ο ημερολογιακός εορτασμός του οργανισμού, όμως αυτές θα γίνονταν ούτως ή άλλως. Η Ρωσία φροντίζει να βρίσκει τρόπους να δείχνει ότι ο εξοπλισμός τής είναι απαραίτητος, όπως φανέρωσε και η ανακοινωθείσα από το ρωσικό υπουργείο Οικονομικών αύξηση κατά 70% των κονδυλίων που μέσω Προϋπολογισμού θα κατευθυνθούν στις αμυντικές δαπάνες εντός του 2024.
Εκπληξη δεν υπάρχει. Η αναφορά σε εξελιγμένα οπλικά συστήματα που ετοιμάζονται, εντάσσεται στο πλαίσιο του σχεδιασμού του Πούτιν: η πυρηνική απειλή, γενικώς, έχει χρησιμοποιηθεί ήδη από τους Ρώσους ως εργαλείο συγκράτησης των Δυτικών και, συγχρόνως, προπαγανδιστικά, για εσωτερική και εξωτερική κατανάλωση, καθώς εξυπηρετεί το βασικό στόρι του Κρεμλίνου ότι η Ρωσία είναι αδύνατον να ηττηθεί διότι διαθέτει ικανότητα πυρηνικής αντίδρασης.
Τα ρωσικά πυρηνικά «υπερόπλα» δεν είναι άγνωστα στους Δυτικούς. Ανακοινώθηκαν το 2018 από τον ίδιο τον Πούτιν. Είναι ο διηπειρωτικός πύραυλος Sarmat, με βεληνεκές 18.000 χλμ., ο οποίος θεωρείται δύσκολος στην αναχαίτισή του, ο αερομεταφερόμενος βαλλιστικός πύραυλος Kinzahal, ο οποίος χρησιμοποιήθηκε στην Ουκρανία οπλισμένος με συμβατικές κεφαλές, και ένα προηγμένο υπερηχητικό σύστημα σχεδιασμένο να παρακάμπτει την αντιπυραυλική άμυνα.
Την ίδια ημέρα (Πέμπτη 28 Σεπτεμβρίου) ο Πούτιν δέχθηκε στο γραφείο του τον «αιμοδιψή υποτελή του», όπως έγραψε η Corriere della Sera, τσετσένο πολέμαρχο Ραμζάν Καντίροφ. «Φορούσε πράσινη στρατιωτική στολή και ήταν χαμογελαστός, λίγες ημέρες αφότου επαίνεσε τον γιο του επειδή κακοποίησε έναν κρατούμενο. Και για τους δύο μακιαβελικούς τύπους [τους Πούτιν και Καντίροφ], είναι προτιμότερο να σε φοβούνται….»
Μία άλλη ενδιαφέρουσα συνάντηση είχε ο Πούτιν νωρίτερα, όπως είπε ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ: συναντήθηκε με τον λίβυο στρατάρχη Χαλίφα Χαφτάρ, κυρίαρχο στην περιοχή της Βεγγάζης, και συζήτησε μαζί του «την κατάσταση στη Λιβύη και στην ευρύτερη περιοχή». Ας σημειωθεί ότι η Ρωσία εξακολουθεί να διατηρεί καλές σχέσεις με τον Χαφτάρ, παρά την αποτυχία του να καταλάβει τη (δυτικόφιλη και τουρκόφιλη) Τρίπολη με τη βοήθεια των μισθοφόρων της Ομάδας Βάγκνερ.