Επιτέλους, η Σκάρλετ Γιόχανσον βρίσκεται ξανά ανάμεσά μας. Η πιο πολυαναμενόμενη ντίβα στο 76ο Φεστιβάλ των Καννών έλαμψε στην Κρουαζέτ τον προηγούμενο μήνα με το απαστράπτον χαμόγελο και τη σαγηνευτική ομορφιά της, έχοντας στο πλευρό της τον Κόλιν Τζοστ, συγγραφέα, κωμικό ηθοποιό και (τρίτο) σύζυγό της.
Η αμερικανίδα ηθοποιός επέστρεψε στο προσκήνιο έπειτα από μια τετραετία, δηλαδή από το 2019 και το «Marriage Story» του Νόαμ Μπάουμπαχ, που είχε παρουσιαστεί στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας (διαθέσιμο πλέον στο Netflix), μια ταινία που αφηγείται τον πόνο του χωρισμού, με την πρωταγωνίστρια να υπονοεί τότε ότι για την ερμηνεία της είχε εμπνευστεί και από προσωπικά της βιώματα.
Οπως αναμφίβολα έκανε πρωταγωνιστώντας (μαζί με μια πλειάδα πασίγνωστων ηθοποιών) και στο «Asteroid City» του Γουές Αντερσον, το οποίο μετείχε στο διαγωνιστικό τμήμα του εφετινού Φεστιβάλ Καννών και θα αρχίσει να προβάλλεται στους κινηματογράφους πολλών χωρών τις επόμενες ημέρες.
Στην ταινία η Σκάρλετ Γιόχανσον ερμηνεύει μια σταρ του κινηματογράφου της δεκαετίας του 1950. «Υποδύομαι τόσον καιρό, που κάθε χαρακτήρας είναι αποτέλεσμα τόσο της συνείδησής μου όσο και του ασυνείδητού μου, μια προέκταση του εαυτού μου και των ονείρων μου» ανέφερε η ίδια στη συνέντευξη Τύπου.
Παρότι μόλις 38 ετών, η Σκάρλετ Γιόχανσον μοιάζει να έχει ζήσει περισσότερες ζωές, και όχι μόνο επειδή μπήκε στην υποκριτική σε ηλικία μόλις 10 ετών. «Είμαι ανταγωνιστική» δηλώνει συχνά. Λατρεύει τις προκλήσεις και δεν διστάζει να αλλάξει ξαφνικά πορεία, τόσο σε επαγγελματικό όσο και σε προσωπικό επίπεδο, όπως συνέβη πρόσφατα.
Επέστρεψε μετά το κλείσιμο του μεγάλου κύκλου ταινιών με πρωταγωνίστρια τη Νατάσα Ρομανόφ, την επονομαζόμενη «Μαύρη Χήρα»: υποδυόμενη την ηρωίδα της Marvel σε εννέα ταινίες, από το 2010 και το «Iron Man 2» του Τζον Φαβρό έως το 2021 και το «Black Widow» της Κέιτ Σόρτλαντ, η Γιόχανσον κατέκτησε την κορυφή της λίστας με τους πιο επιτυχημένους εισπρακτικά ηθοποιούς όλων των εποχών, με τα συνολικά έσοδά της από τη μεγάλη οθόνη να ξεπερνούν τα 14 δισ. δολάρια παγκοσμίως και το κασέ της να κυμαίνεται πλέον γύρω στα 20 εκατ. δολάρια ανά ταινία.
Ωστόσο, το γεγονός ότι σήμερα συγκαταλέγεται μεταξύ των πιο δημοφιλών ηθοποιών παγκοσμίως δεν οφείλεται μόνο στις υπερπαραγωγές όπου πρωταγωνίστησε, αλλά και στην εξαιρετική ικανότητά της να περνάει από το εμπορικό στο καλλιτεχνικό σινεμά (cinéma d’auteur).
Στην Κρουαζέτ η Σκάρλετ Γιόχανσον εμφανίστηκε με τον Κόλιν Τζοστ, τον τρίτο σύζυγό της (παντρεύτηκαν το 2020), μετά τον καναδό ηθοποιό Ράιαν Ρέινολντς (χώρισαν το 2011) και τον γάλλο δημοσιογράφο Ρομέν Ντοριάκ – με τον οποίο απέκτησαν μια κόρη το 2014 αλλά χώρισαν το 2017.
Το καλοκαίρι του 2021 η ηθοποιός μήνυσε την Disney, κατηγορώντας την ότι τη ζημίωσε οικονομικά μέσω της ταυτόχρονης διάθεσης της ταινίας «Black Widow» στους κινηματογράφους και στην πλατφόρμα της, κατά παράβαση του συμβολαίου. Ωστόσο, λίγους μήνες μετά έφερε στη ζωή το δεύτερο παιδί της. Τελικά, η αντιπαράθεση με την Disney τερματίστηκε με μια συμφωνία της οποίας οι λεπτομέρειες δεν έχουν αποκαλυφθεί.
Μιλώντας πρόσφατα για εκείνη την περίοδο σε συνέντευξή της στο περιοδικό Variety, η Γιόχανσον είπε πως «ήμουν απογοητευμένη και λυπημένη. Συνέβη ακριβώς όταν όλοι προσπαθούσαμε να βγούμε από την πανδημία. Ευτυχώς, μου έτυχε η πιο όμορφη διέξοδος που υπάρχει: το θαύμα μιας νέας ζωής, που τράβηξε όλη μου την προσοχή».
Η Σκάρλετ Γιόχανσον δεν δίστασε να μιλήσει και για τις σημαντικές δυσκολίες που αντιμετώπισε κατά τη διάρκεια της εκπληκτικής, ομολογουμένως, καριέρας της, αποκαλύπτοντας μια ευθραυστότητα αξιοσημείωτη για σταρ του διαμετρήματός της. Το κακό άρχισε με τo «Lost Ιn Translation», την ταινία της Σοφία Κόπολα που κατέστησε διάσημη τη 17χρονη τότε Σκάρλετ. Περισσότερο, όμως, αναδείχθηκε όχι ως μια πολλά υποσχόμενη ηθοποιός, αλλά ως σύμβολο του σεξ.
«Αισθανόμουν πως με είχαν εντάξει σε ένα κλισέ από το οποίο ήταν εξαιρετικά δύσκολο να ξεφύγω. Επαιξα σε ταινίες όπως το “He’s Just Not That Into You” (2009) του Κεν Κουάπις, που τροφοδότησαν αυτό το είδος αφήγησης. Μου πρότειναν όλους τους πιθανούς ρόλους με βάση τη Μέριλιν Μονρόε, κάτι που δεν ήθελα καθόλου. Και όταν με απέρριψαν για δυο ταινίες που με ενδιέφεραν πολύ, ένιωσα χαμένη».
Για το «Iron Man 2» (2010) αρχικά είχε επιλεγεί η Εμιλι Μπλαντ, η οποία ωστόσο, λόγω άλλων υποχρεώσεων της, απέρριψε τον ρόλο, επιτρέποντας έτσι στη Γιόχανσον να ξεπεράσει τις όποιες ανησυχίες και τους όποιους φόβους της. Στη συνέχεια, όμως, ο Αλφόνοσο Κουαρόν επέλεξε τη Σάντρα Μπούλοκ για το «Gravity» (2013).
«Ηταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Ηθελα τόσο πολύ αυτόν τον ρόλο που άρχισα να αναρωτιέμαι: “Εφθασα στο τέλος της δημιουργικότητας; Εξακολουθεί να είναι αυτή η σωστή δουλειά για μένα;”» αποκάλυψε η Γιόχανσον. Χάρη, όμως, σε αυτές τις δύσκολες στιγμές που πέρασε ανακάλυψε πως «το να παραδεχόμαστε τις αδυναμίες μας είναι κάτι σημαντικό. Ολοι έχουμε αντιφατικές πτυχές και είναι σωστό οι ιστορίες στον κινηματογράφο να αντικατοπτρίζουν την πληρότητα και την ανθρωπιά κάθε χαρακτήρα. Σε αντίθεση με πριν από 50 χρόνια, σήμερα το κοινό βλέπει τον εαυτό του στις αποχρώσεις. Δεν υπάρχει μόνο το άσπρο και το μαύρο».