Θα είχε, άραγε, καταφέρει ο κόσμος της – παγκόσμιας – μουσικής να εκτιμήσει την αξία του μέχρι τις αρχές τις δεκαετίας του ’60 υποτιμημένου συνθέτη Φέλιξ Μέντελσον, αν δεν τον είχε ερμηνεύσει, σχεδόν πεισματικά, και δεν τον είχε δισκογραφήσει μια Ελληνίδα πιανίστρια και συνθέτις; Μιλάμε για την Ρένα Κυριακού, που έχει στο ενεργητικό της παγκόσμιες πρώτες εκτελέσεις έργων του Μέντελσον με την Vox, αλλά και την ανάδειξη της αξίας και του Καταλανού Αντόνιο Σολέρ, παραγνωρισμένου μαθητή του Ντομένικο Σκαρλάτι.
Άλλο ερώτημα: Θα γνωρίζαμε σήμερα περισσότερο την συνθέτρια της πρώτης, ίσως, ελληνικής οπερέτας Ελένη Λαμπίρη, αν η δική της Συμφωνία δεν είχε μείνει, το 1920, στη σκιά της «Συμφωνίας της Λεβεντιάς» του πατριάρχη της Εθνικής Μουσικής Σχολής, Μανώλη Καλομοίρη; Μάλλον. Και τρίτον: Ξέρουν, άραγε, πολλοί ότι όπως η Γαλλία έχει τη «Μασσαλιώτιδά» της, έτσι είχε και η απελευθερωμένη Θεσσαλία την «Θεσσαλιώτιδά» της («La Thessalienne»), μια ελεγεία για ορχήστρα που εκδόθηκε στη Γαλλία το 1886; Μιλάμε για το έργο της Ελληνίδας συνθέτριας με τη διεθνή καριέρα, γνωστή ως Mario – για να θυμίζει ανδρικό όνομα, σε χρόνια που ήταν ανήκουστο γυναίκα να μπαίνει σε χωράφια ανδρικά – Foscarina. Και η «Θεσσαλιώτιδα» βρίσκεται ανάμεσα στις 49 παρτιτούρες από το συνθετικό έργο της Μαριώς Φοσκαρίνας Δαμασκηνού, στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας.
Τρεις γυναίκες της Μουσικής. Τρία ονόματα σχεδόν άγνωστα έξω από τον στενό κύκλο των μουσικών, που έγραψαν όμως ιστορία. Ακόμη και κόντρα σε άντρες συναδέλφους τους. Ακόμη και «νικημένες» από άνδρες συναδέλφους τους. Όπως η Ελένη Λαμπίρη, που έχει το ίδιο όνομα με την τραγουδίστρια του Ζακ Ιακωβίδη και μούσα του Βασίλη Τσιτσάνη, σταρ στα τέλη της δεκαετίας του ’50, γνωστή ως Έλσα Λάμπο. Η Ρένα Κυριακού έδωσε αμέτρητα ρεσιτάλ πιάνου στις μεγαλύτερες αίθουσες συναυλιών της οικουμένης. Το 2017 εορτάστηκε η επέτειος 100 ετών από τη γέννησή της. Η Mario Foscarina έκανε τα δικά της βήματα στο Παρίσι και καταχωρίστηκε μάλλον ως Γαλλίδα μουσικός.
Και οι τρεις βρίσκουν, κατά έναν τρόπο, τη δικαίωση σε μία συναυλία που ετοιμάζει για την Τρίτη 27 Μαρτίου στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Με έργα τους που θα ακουστούν σε πρώτη πανελλήνια, ακόμη και σε πρώτη παγκόσμια εκτέλεση. Με δυο λόγια: που δεν έχουν ποτέ παιχτεί στην Ελλάδα ή που δεν έχουν παιχτεί – τελεία και παύλα.
Ιστορίες, λοιπόν. Πρώτη η παλαιότερη, για την οποία έφερε στο φως κάποια στοιχεία η έρευνα του Θεσσαλού συγγραφέα Χαράλαμπου Δ.Βόγια, που έχει καταγράψει τις κινηματογραφικές και υγειονομικές πρωτοτυπίες στον «Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897» (Εκδόσεις Carpe Librum) ή τα τραγούδια και τη λαογραφία της «Καρύτσας Κισσάβου» (Εκδόσεις Φύλλα). Η Μαρία ή Μαριώ Φοσκαρίνα είδε το πρώτο φως στο Παρίσι το 1850 και ήταν κόρη του εφοπλιστή εκ Κερκύρας Σπυρίδωνα Δαμασκηνού, που φέρεται να βοήθησε – και μάλιστα να έχασε ένα πλοίο, για το οποίο αποζημιώθηκε με 18.000 φράγκα – τις γαλλικές δυνάμεις στη Ναυμαχία του Ναυαρίνου, το 1828. Ο αδελφός της Φραγκίσκος – Θεόδωρος Δαμασκηνός (Francois Théodore Damaschino) κατείχε την έδρα Ειδικής Νοσολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστήμιου του Παρισιού, υπήρξε μέλος της Ιατρικής Ακαδημίας, συνέγραψε μελέτες για την νωτιαία παράλυση και την φυματίωση και πέθανε το 1889. Στην κηδεία του η μητέρα τους Λουκία, ήδη συνταξιούχος του γαλλικού κράτους, λιποθύμησε και κατέληξε.
Έγραψε έργα κυρίως για πιάνο και τραγούδια, σε ποίηση ρομαντικών Γάλλων – Ουγκό, Ντε Λαμαρτίν, Γκωτιέ – από το 1871. Όμως σταμάτησε στα 46 της, το 1896, δύο χρόνια προτού παντρευτεί 60χρονο γενικό επιθεωρητή των γαλλικών ορυχείων, με τον οποίο και έζησε, όπως φαίνεται, μέχρι το τέλος, το 1921 στην λεωφόρο Haussmann 170 του Παρισιού. Έχουν καταγραφτεί έργα της «ελληνικού θέματος», όπως το Le Regret de Hellénes («Η Λύπη των Ελλήνων») ή «Η Θεσσαλιώτιδα», ενώ ο Γάλλος συνθέτης Ζακ Χερζ της είχε αφιερώσει, το 1887, το έργο του για πιάνο La jeune grecque («Η νέα Ελληνίδα»).
Η πιο… σιωπηλή από τις τρεις, Ελένη Λαμπίρη, γεννήθηκε το 1889 – χρονιά που πέθανε ο αδελφός της Μαριώς Φοσκαρίνας, Φραγκίσκος Δαμασκηνός – και ήταν κόρη του Κεφαλλονίτη συνθέτη Γεωργίου Λαμπίρη και της εγγονής του ποιητή Ανδρέα Λασκαράτου, Αγγελικής. Οι σπουδές της ήταν πιο «αστραφτερές» (ας επιτραπεί η έκφραση), με τον μεγάλο Μαξ Ρέγκερ σε πιάνο, σύνθεση, διεύθυνση ορχήστρας στην Λειψία και έπειτα σε Βιέννη και Μιλάνο. Στη Βόρεια Ιταλία έκανε το 1915 και την πρώτη της περιοδεία, με έργα της, σε ποίηση του διάσημου τότε Λουίτζι Ορσίνι. Σε λιμπρέτο Ορσίνι βασίστηκε ένα μονόπρακτο μελόδραμά της, που προηγήθηκε της πρώτης τρίπρακτης οπερέτας της, «Isolma». Και σε λιμπρέτο Γρηγορίου Ξενοπούλου η οπερέτα «Αποκρηάτικο Όνειρο» (για απαρχές της ελληνικής οπερέτας μίλησε πρόσφατα σε συνέδριο η μουσικολόγος Βάλια Βράκα, υπεύθυνη Αρχείου Ελληνικής Μουσικής στη Μεγάλη Μουσική Βιβλιοθήκη «Λίλιαν Βουδούρη»). Στο ενεργητικό της έχει έργα μουσικής δωματίου, τραγούδια, και την «Λήθη» σε στίχους Λορέντζου Μαβίλη. Αλλά και μία Συμφωνία, η οποία όπως μου επισημαίνει και ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Μηνάς Βιντιάδης (που έχει αναλάβει τα κείμενα για την συναυλία των «Τριών συνθετριών»), δεν παίχτηκε τελικά το 1920, αντίθετα με τη «Συμφωνία της Λεβεντιάς» του Καλομοίρη. «Ένα σημαντικό, αλλά άγνωστο έργο», όπως κατέθεσε το Δεκέμβριο στη Θεσσαλονίκη, σε πανεπιστημιακό συνέδριο υπό την αιγίδα της Ελληνικής Μουσικολογικής Εταιρείας, ο καθηγητής του Τμήματος Μουσικών Σπουδών και υπεύθυνος του Εργαστηρίου Ελληνικής Μουσικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Δρ. Νικόλαος Μαλιάρας. Για την συνθέτρια που άφησε την τελευταία της πνοή, στις 30 Μαρτίου του 1960, στο Δημοτικό Νοσοκομείο Αθηνών.
Για χρόνια η Λαμπίρη είχε και τη διεύθυνση του Ωδείου της Φιλαρμονικής Εταιρείας Πατρών, όπου δίδαξε την συγγραφέα Αθηνά Κακούρη, που παραδίδει μια γλαφυρή περιγραφή: «Φορούσε πάντοτε μαύρα, αδύνατη, ξερακιανή, ψηλή, χωρίς καμπύλες και μας παρέδιδε μαθήματα πιάνου πριν το πόλεμο του 1940»…
Το 1917, στο Ηράκλειο της Κρήτης, γεννήθηκε η τρίτη συνθέτρια της ιστορίας μας, Ρένα Κυριακού. Η πιο τυχερή από τις τρεις, που είχε συνεργαστεί με μεγάλες ορχήστρες, είχε γυρίσει τον κόσμο, είχε ακούσει έργα της να παίζονται. Οι βασικές γνώσεις της μητέρας της στο πιάνο φαίνεται ότι την οδήγησαν όπως και η μουσική φλέβα του ερασιτέχνη βιολονίστα και αρχιτέκτονα στο επάγγελμα πατέρα της, Δημητρίου Κυριακού. Πόσες Ελληνίδες είχαν ως καταγραφέα της παιδικής τους ηλικίας έναν Παύλο Νιρβάνα; Εκείνος λοιπόν αφηγούνταν ότι κάθε φορά που η Ρένα Κυριακού, ως μωρό, άκουγε μουσική, στην βόλτα ως την Πλατεία των Λεόντων, έκλαιγε γοερά μέχρις… λιποθυμίας. Στα τρία της, στην Αθήνα πια, μια νύχτα Ανάστασης, φέρεται να σκαρφάλωσε στο πιάνο και, κατά τον μύθο, να έπαιξε την πρώτη της σύνθεση «Οι Καμπάνες». Στα πέντε της εμφανιζόταν, με συνθέσεις της, ενώπιον κοινού και έκανε κριτικούς να μιλούν για «μουσικόν φαινόμενον». Λίγο μετά, το 1925, βρισκόταν στο Παρίσι, στην Salle Victor Hugo, με συνθέσεις της, όπως οι «Αναμνήσεις της Κρήτης», προσκεκλημένη του Συνδέσμου Ελλήνων Φοιτητών Παρισίων. Έφτασε να γράφεται πως «η Ρένα είναι κάποιος μεγάλος συνθέτης ξαναγεννημένος» και η οικογένεια Κυριακού, χάριν της εκπαίδευσής της, βρέθηκε πρώτα στη Βιέννη κι έπειτα στο Παρίσι.
Το 1943 παίζει το Κοντσέρτο της για πιάνο με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών στο Παλλάς, υπό τον Θεόδωρο Βαβαγιάννη, μαθητή του Δημήτρη Μητρόπουλου, ενώ κάποιοι γράφουν «περί της ήσσονος σημασίας της συνθετικής της απόδοσης, έναντι της πιανιστικής της ικανότητας». Ως σύζυγος του νομικού Κωνσταντίνου Χοϊδά, που τον ακολουθεί για τις σπουδές του στο περίφημο Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ, η Ρένα Κυριακού ανακαλύπτει στη βιβλιοθήκη του King’s College όλες τις Σονάτες για πιάνο του άγνωστου τότε Αντόνιο Σολέρ, που είχαν παιχτεί ελάχιστες φορές. Ακολουθεί η μελέτη των απάντων και η ηχογράφηση έργων του Μέντελσον, όπως έχει καταγράψει η πιανίστρια και μουσικοπαιδαγωγός Έφη Αγραφιώτη, στην έκδοσή της «Η μουσική δεν είναι γένους θηλυκού» (Εκδόσεις Δρόμων). Καταλήγοντας: «Πέθανε το 1994 ταλαιπωρημένη, καταβεβλημένη, μόνη κατ’ επιλογή, μετά από μια αδιάκοπη, επίπονη καλλιτεχνική προσπάθεια επτά δεκαετιών! Mιας ολόκληρης ζωής, που της έδωσε πολλά αλλά και της στέρησε άλλα τόσα».
Info
«Τρεις Ελληνίδες συνθέτριες», την Τρίτη 27 Μαρτίου, στις 20:30, στην Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών.
Με τον πιανίστα Γιώργο Κωνσταντίνου και την Φιλαρμόνια Ορχήστρα Αθηνών, υπό τον Βύρωνα Φιδετζή. Στον 14ο κύκλο των «Ελληνικών Μουσικών Γιορτών» 2018.
Θα ακουστούν: Μαριώς Φωσκαρίνας-Δαμασκηνού, Βενετσιάνικη Σουίτα και L’Aldeana σε πρώτη πανελλήνια εκτέλεση, το Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα της Ρένας Κυριακού και η Συμφωνία σε Σι ελάσσονα της Ελένης Λαμπίρη, σε πρώτη παγκόσμια εκτέλεση.
Εισιτήρια: 6-25 ευρώ.