«Αν μπορείς τον θρίαμβο και την καταστροφή να αντικρίσεις
και σε αυτούς τους δυο αγύρτες όμοια να φερθείς…»
Από το Αν του Κίπλινγκ στο Αν του Άντερσον.
Επαναστατημένη γενιά. Τα βήματα της εξέγερσης που υποκινούνται από την υπόθεση. Ο Άγγλος ντοκιμαντερίστας Λίντσεϊ Άντερσον, εκφραστής του FreeCinema, κινηματογραφικού κινήματος ενάντια στην πολιτική προπαγάνδα της εποχής, γύρισε την ταινία του τον Μάη του ’68. Έχοντας στο μυαλό του τα κοινωνικά αιτήματα των νέων της Γαλλίας, κριτικάρει την κοινωνία της χώρας του και βάζει στόχο στο όνομα της «τρομοκρατίας» να μιλήσει για τον ρομαντισμό.
Η ταινία χωρίζεται σε κεφάλαια που στηρίζονται στην υπόθεση: αν ο κόσμος δεν είχε κακούς, δεν θα ξεσηκωνόμασταν. Αν δεν ξεσηκωνόμασταν, δεν θα ανακαλύπταμε τα όρια του εαυτού μας, την απόλαυση της παράνομης ελευθερίας. Αν δεν την είχαμε γευθεί, δεν θα παλεύαμε με το μυαλό και το σώμα για να την αποκτήσουμε. Αν την αποκτήσουμε, έχουμε τη γνώση και το μέτρο να την κρατήσουμε.
Το ερώτημα που αφήνει αναπάντητο η τελευταία σκηνή είναι αυτό που γράφει την είδηση και γίνεται ιστορία. Η κατάκτηση μπορεί να δικαιώσει τη βία;
Ένας καλοζωισμένος μαθητής αυστηρού σχολείου αρρένων εξελίσσεται από ένα υποταγμένο κολεγιόπαιδο σε έναν οπλισμένο επαναστάτη και η μεταμόρφωσή του αυτή μας δίνει τη συλλογιστική για να οδηγηθούμε στην απάντηση.