Εργο του Τιμ Οκαμούρα με τίτλο «Νοσοκόμα Τρέισι» | Tim Okamura/New-York Historical Society
Επικαιρότητα

Πορτρέτα γενναίων ψυχών

Αποτίοντας φόρο τιμής στο νοσηλευτικό προσωπικό της πρώτης γραμμής ένας ζωγράφος στη Νέα Υόρκη προσπαθεί να αποτυπώσει στα έργα του τα συναισθήματά τους κατά τα διάρκεια της πανδημίας
Protagon Team

Μια μέρα, τον Μάρτιο του 2020, ο ζωγράφος Τιμ Οκαμούρα άρχισε να βήχει. Και τότε άρχισε ο αγώνας του με την Covid-19. Την ίδια μέρα ο αγαπημένος του ξάδερφος Μπομπ υπέκυψε από την ασθένεια σε μια μονάδα εντατικής θεραπείας στο Τόκιο. Ταξίδευαν με το κρουαζιερόπλοιο «Diamond Princess» με τη σύζυγό του, την κόρη του και τον γαμπρό του γιορτάζοντας μια επέτειο, αλλά πολύ γρήγορα η γιορτή τους μετατράπηκε σε εφιάλτη.

Ο ζωγράφος, ο οποίος γεννήθηκε στο Εντμοντον, πρωτεύουσα της επαρχίας Αλμπέρτα στον Καναδά, ζει τώρα στο Μπούσγουικ, απέναντι από το Ιατρικό Κέντρο Wyckoff Heights, όπου είχε νοσηλευτεί ο πρώτος νεκρός από Covid-19 στη Νέα Υόρκη. «Στα τέλη Μαρτίου ακουγόταν ένα συνεχές βουητό στο τετράγωνό μου από τις γεννήτριες τριών μεγάλων, λευκών φορτηγών ψυγείων, όπου αποθήκευαν προσωρινά τα θύματα», γράφει ο Οκαμούρα στην Washington Post. Το νεκροτομείο του νοσοκομείου ήταν πλέον γεμάτο. Από το παράθυρο της κουζίνας του έγινε συνήθεια να βλέπει άντρες με μάσκες, γάντια και πλαστικές φόρμες να βγαίνουν από μια πλαϊνή πόρτα του νοσοκομείου κυλώντας φορεία με τυλιγμένα σώματα, που στη συνέχεια τα έσπρωχναν πάνω σε μια ράμπα στο πίσω μέρος ενός φορτηγού.

Μετά από μερικές εβδομάδες, ο Οκαμούρα άρχισε να ανακτά κάπως τις δυνάμεις του. «Κάθε μέρα παρακολουθούσα τις νοσοκόμες και τους γιατρούς και το βοηθητικό προσωπικό να έρχονται και να φεύγουν από το νοσοκομείο μετά από μεγάλες βάρδιες», γράφει, σημειώνοντας ακόμη ότι «Φαινόντουσαν ανήσυχοι και εξαντλημένοι. Ηταν δύσκολο να φανταστεί κανείς το πλήρες εύρος του τρόμου που αντιμετώπιζαν καθημερινά».

Στις 7 κάθε βράδυ, οι περισσότεροι άνθρωποι της γειτονιάς χειροκροτούσαν, σφύριζαν, χτυπούσαν κατσαρόλες και τηγάνια, και κορνάριζαν για να δείξουν τον σεβασμό τους στις προσπάθειες των εργαζομένων στο νοσοκομείο. Περίπου εκείνες τις μέρες, ένας γείτονας του Οκαμούρα έφτιαξε ένα μεγάλο πανό που έγραφε «Ευχαριστώ Wyckoff Hospital Staff!» και το κρέμασε στο πλάι της πολυκατοικίας, απέναντι στο νοσοκομείο. Αυτή η χειρονομία άγγιξε βαθιά τον ζωγράφο, που δουλεύει πάνω από 30 χρόνια με την τεχνοτροπία του ρεαλισμού: «Στο μεγαλύτερο μέρος της δουλειάς μου έχω χρησιμοποιήσει παραδοσιακά υλικά, κυρίως λαδομπογιά σε καμβά σε μια προσπάθεια να αποδώσω όσο πιο ζωντανά γίνεται τα θέματά μου», γράφει.

Ο Τιμ Οκαμούρα στο στούντιο του

Ο αγώνας που έδωσε με την covid ήταν πολύ απαιτητικός -ένας συνδυασμός ακραίας κόπωσης, ατονίας και αδυναμίας να συγκεντρωθεί, «αλλά όταν είδα εκείνο το πανό συνειδητοποίησα ότι έπρεπε να προσφέρω κάτι περισσότερο από το να κάνω απλώς θόρυβο κάθε βράδυ», αποκαλύπτει. Και έγινε το κίνητρό του για να επιστρέψει στο ατελιέ του: «Αποφάσισα ότι αν ζωγράφιζα πορτρέτα εργαζομένων στην πρώτη γραμμή, αυτό θα ήταν τουλάχιστον το δικό μου μικρό μέρος στην απότιση φόρου τιμής», σημειώνει συγκινητικά στην Washington Post.

Τότε έτυχε να δει στην εκπομπή «Today» μια ιστορία για τις νοσοκόμες που έρχονται στη Νέα Υόρκη. Μία νοσοκόμα εξήγησε την απόφασή της να αφήσει την οικογένειά της και να διασχίσει όλη τη χώρα για να φθάσει στην πόλη, η οποία εκείνη την εποχή ήταν το χειρότερο covid hot spot στις ΗΠΑ. Ο Οκαμούρα κράτησε ένα «screenshot» (στιγμιότυπο οθόνης) για να το χρησιμοποιήσει ως αναφορά, και, παλεύοντας με την κούραση και τους πονοκεφάλους, επέστρεψε στο καβαλέτο του. Περίπου 10 ημέρες αργότερα, το πορτρέτο «Νοσοκόμα που Ταξιδεύει»  ήταν έτοιμο. Και με αυτό έγινε η αρχή ενός μεγαλύτερου project με τίτλο «Υγειονομικοί Ηρωες».

«Με εκείνο τον πρώτο πίνακα έκανα κάτι που σχεδόν ποτέ πριν δεν είχα κάνει: απεικόνισα ένα άτομο που δεν γνώριζα. Ωστόσο, με την ειλικρίνεια και την ταπεινότητά της στη συνέντευξη με έκανε να νιώσω μια σύνδεση μαζί της. Ήταν επίσης ο πρώτος μου πίνακας με κάποιον που φορούσε μάσκα», αποκαλύπτει ο ζωγράφος και συμπληρώνει ότι μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις, που αντιμετώπισε, ήταν να προσπαθήσει να συλλάβει την ευαισθησία της νοσηλεύτριας ενώ μπορούσε να δει μόνο τα μάτια της. Ολοκληρώνοντας τον πίνακα της σειράς ήθελε πλέον να συναντήσει προσωπικά τα θέματα των επόμενων έργων του. Για να αποδώσει καλύτερα τις νοσοκόμες, έπρεπε να μάθει περισσότερα για τις ιστορίες τους και να τις ακούσει από τις ίδιες.

Το πορτρέτο «Νοσοκόμα που Ταξιδεύει» 

Ο Οκαμούρα ανέβασε στο Instagram μια σύντομη περιγραφή του αγώνα του και την πρόθεσή του να επιστρέψει στη δουλειά. Μια ακόλουθος του ανέφερε τότε ότι γνώριζε μια νοσοκόμα, επικεφαλής της μονάδας Covid στο Νοσοκομείο NYU Langone, που βρίσκεται επίσης στο Μπρούκλιν, και ότι είχε ακούσει τραγικές ιστορίες από την εμπειρία της φίλης της εκεί. Σύντομα τον έφερε σε επαφή και ο ζωγράφος δέχτηκε μια πρόσκληση για μια συνάντηση με την ομάδα των νοσηλευτριών στο νοσοκομείο.

Αρκετές νοσοκόμες είχαν δυνατές εμπειρίες τραύματος και απώλειας. Ανέφεραν έναν άνευ προηγουμένου αριθμό ασθενών, έλλειψη κρεβατιών και φορεία παραταγμένα στους διαδρόμους, δεινά χωρίς τελειωμό. Ηταν στραγγισμένες συναισθηματικά και σωματικά, αλλά έπρεπε να παραμείνουν επαγγελματίες, και να απομονώσουν τον πόνο για να συνεχίσουν να κάνουν τη δουλειά τους. Μετά από τη συζήτηση, μπήκαν σε έναν θάλαμο, όπου μπορούσαν να ποζάρουν για φωτογραφίες αναφοράς, τις οποίες θα χρησιμοποιούσε στη συνέχεια ο Οκαμούρα για να τις ζωγραφίσει. Πάνω από οτιδήποτε άλλο, ο ζωγράφος λαχταρούσε να τραβήξει τα πρόσωπα των νοσοκόμων: «Πάντα ένιωθα ότι τα πρόσωπα αποκαλύπτουν την ιστορία της ζωής κάποιου, αλλά σ’ αυτή την περίπτωση ήλπιζα ότι τα πρόσωπά τους θα μπορούσαν να αντιπροσωπεύουν τη ζωντανή εμπειρία των εργαζομένων πρώτης γραμμής στον τομέα της υγείας, παντού», λέει.

Οταν επέστρεψε στο ατελιέ του, ο ζωγράφος προσπάθησε να βάλει σε τάξη το πλήρες φάσμα των εμπειριών, που του είχαν μεταφερθεί. Αν και είχε στη διάθεσή του «μερικές συναρπαστικές εικόνες που αντιπροσώπευαν το θάρρος και τη συντροφικότητα των νοσηλευτριών», ο Οκαμούρα συνειδητοποίησε ότι έπρεπε να απεικονίσει και «την αίσθηση της θλίψης και της απώλειας που ένιωθαν επίσης».

Δύο νοσοκόμες ήταν πρόθυμες να πάνε στο ατελιέ του και να του αφηγηθούν τις πιο δραματικές στιγμές τους στο αποκορύφωμα της πανδημίας. Το αποτέλεσμα ήταν το πορτρέτο μιας νοσηλεύτριας, που κλαίει στην αγκαλιά μιας συναδέλφου της. Ο Τιμ Οκαμούρα αποκάλεσε το έργο του «Θλίψη».

«Η Νοσοκόμα Πάτι»

Σε ένα διάλειμμα από τη ζωγραφική για να κάνει τη δεύτερη δόση του εμβολίου, ο Οκαμούρα ευχαρίστησε τη νοσοκόμα που του έκανε την ένεση. Και όταν τον ρώτησε (γελώντας) τι δουλειά κάνει, έβγαλε το τηλέφωνό του και της έδειξε τα πορτρέτα που είχε ζωγραφίσει: «Ουάου! Φαίνονται τόσο αληθινά!», του είπε και κάλεσε άλλες νοσοκόμες για να τους δείξει τη δουλειά του.

Υπάρχει άραγε μεγαλύτερη επιβράβευση για το έργο του;