Ο Μανουέλ Βάθκεθ Μονταλμπάν, ορκισμένος οπαδός της Μπαρτσελόνα, κάνει μία πνευματώδη αναδρομή στην εξέλιξη του ποδοσφαίρου μέσα από άρθρα που είχε συγκεντρώσει – γράψει κατά τη διάρκεια της δημοσιογραφικής του καριέρας. Άρθρα που καλύπτουν ένα χρονικό τριών δεκαετιών, στη διάρκεια των οποίων το ποδόσφαιρο, πάντα μέσα από την οπτική πλευρά – μέτρο σύγκρισης της ομάδας της Μπαρτσελόνα, ταξίδεψε και περιπλανήθηκε σε πολλούς και διαφορετικούς δρόμους για να φτάσει στη σημερινή του μορφή. «Μια θρησκεία σε αναζήτηση Θεού. Μια θρησκεία σε χέρια πολυεθνικών».
Ο Μονταλμπάν χαρακτηρίζει το ποδόσφαιρο, δικέφαλο. Από τη μία είναι η κοσμική θρησκεία των μαζών και από την άλλη η πολυεθνική επιχείρηση, η οποία σχετίζεται όλο και περισσότερο με τα κέρδη, φέρνοντας σε δεύτερη μοίρα τον αθλητισμό, αντιμετωπίζοντας τους ποδοσφαιριστές ως περιουσιακά τους στοιχεία και φορείς επικοινωνιακών αξιών. Διεισδύει στον «σύγχρονο» όρο ποδοσφαιριστή – τηλεοπτικός στάρ και τη διπλή ιδιότητα του, να παίζει καλά, ενίοτε είναι αδιάφορο, μα κυρίως να πουλάει μία εικόνα. Προβληματίζεται όσο λίγοι από την έλευση και τις συνέπειες του νόμου Μποσμάν, χαρακτηρίζει τις ομάδες Λεγεώνα των Ξένων ή Harlem Globe Trotters, επισημαίνοντας τον κίνδυνο που διατρέχουν οι ομάδες να πάψουν να ταυτίζονται με αυτές και τα χρώματα τους, οι οπαδοί τους. Ένα γεγονός που θα οδηγήσει τους φιλάθλους γενικότερα, να έχουν όλο και λιγότερη εξουσία αλλά και αξία στις ομάδες, τους ποδοσφαιριστές – σύμβολα σε τίμιους επαγγελματίες, δίχως όμως συνείδηση του που βρίσκονται και άρα σε ομάδα χωρίς ψυχή, σάρκα και αίμα! Χαρακτηριστικό παράδειγμα για να στοιχειοθετήσει αυτή του την άποψή , ο Μονταλμπάν, χρησιμοποιεί την περίφημη μεταγραφή του Φίγκο, από την Μπαρτσελόνα στη Ρεάλ Μαδρίτης, καταθέτοντας πως πλέον το ποδόσφαιρο είναι ένα θέαμα που μετατράπηκε σε θεαματική επιχείρηση και που στο πέρασμα του χρόνου θα συνεχίσει να είναι μια θεαματική επιχείρηση, δίχως να χρειάζεται ούτε οι θεατές να πηγαίνουν στο γήπεδο, ούτε να γίνονται μέλη πουθενά. Σε λίγα χρόνια αυτό το θέαμα θα χάσει οποιοδήποτε επαφή με το τάνγκο και θα περιέλθει στα χέρια της τηλεόρασης, των διαφημιστικών εταιρειών και εταιρειών αθλητικών ειδών.
Στον επίλογο του βιβλίου του, που πρέπει να αναφέρω πως ο Μονταλμπάν λόγω της δομής του, επιτρέπει στον αναγνώστη να διαβάσει σαν να επρόκειτο για ένα ενιαίο δοκίμιο, κάνει μία εκτενή αναφορά στους δύο συμβολικούς στρατούς. Εκείνου του καταλανισμού και τον άλλο της ισπανικότητας, ένα πεπρωμένο που σφραγίζει την ταραγμένη σχέση της Μπάρτσα με τη Ρεάλ και το οποίο με τη πάροδο των ετών μήτε δημιουργείται μήτε καταστρέφεται, απλώς μεταβάλλεται και προσαρμόζεται στα νέα δεδομένα.
Ένα από τα καλύτερα ποδοσφαιρικά βιβλία που έχουν γραφτεί ποτέ, ένα βιβλίο “two thumbs up” για τις προεκτάσεις του ποδοσφαίρου στην κοινωνία και την οικονομία, τους κινδύνους που το απειλούν, όχι μόνο τώρα – σήμερα, αλλά και στο μέλλον. Με τη λογική της φιλελεύθερης οικονομίας στο χέρι, δεν μπορεί κανείς να φέρει αντίρρηση στο γεγονός πως μία ανώνυμη ποδοσφαιρική εταιρεία υιοθετεί εκείνη την οικονομική στρατηγική που θα τις αποφέρει τα μεγαλύτερα δυνατά κέρδη, τα μεγαλύτερα δυνατά οφέλη. Αλλά ένα ποδοσφαιρικό σωματείο δεν παράγει λουκάνικα, δεν παράγει κόπιτσες. Παράγει ατομικά και κοινωνικά όνειρα, παράγει προσδοκίες ήττας και νίκης που ταυτίζονται με την ίδια τη ζωή!