Σε όλη του τη ζωή, ο εκπληκτικός βρετανός φωτογράφος Αντι Γκοτς είναι θαυμαστής του Μποντ. Την πρώτη φορά που του επιτράπηκε να πάει μόνος του στο σινεμά, ήταν μόλις 10 ετών(!) και η ταινία, που είδε εκεινη την ημέρα ήταν το «Τζέιμς Μποντ, πράκτωρ 007: Για τα μάτια σου μόνο» (1981) με τον Ρότζερ Μουρ.
«Οι γονείς μου είχαν πάει για ψώνια στο Νόργουιτς και με τακτοποίησαν στην κεντρική σειρά του κινηματογράφου ABC με έναν κουβά ποπ κορν και ένα μεγάλο μπουκάλι κόλα. Μάλλον η αγάπη μου για τις κάμερες ξεκίνησε όταν είδα τα gadget και τον εξοπλισμό… αν και οι δικές μου δεν πυροβολούν σφαίρες!», μας είπε με αφορμή την έκθεσή του με τίτλο «NEMESIS», που παρουσιάζεται αυτόν τον καιρό στο Λονδίνο.
Φωτογράφος διασημοτήτων με έδρα το Λονδίνο και τη Νέα Υόρκη, από το 1990, ο Αντι Γκοτς συνεργάζεται με τα μεγαλύτερα περιοδικά μόδας του κόσμου και ένθετα του Σαββατοκύριακου εφημερίδων με διεθνή κυκλοφορία, ενώ αναλαμβάνει επίσης διαφημιστικές καμπάνιες. Μάλιστα, πορτρέτα του Γκοτς, ο οποίος τιμήθηκε το 2009 με το βραβείο αριστείας στη φωτογραφία Fox Talbot Award, φιλοξενεί στη μόνιμη συλλογή της η National Portrait Gallery του Λονδίνου.
Οπως μας απάντησε σε e-mail ο βρετανός πορτρετίστας, το project του «NEMESIS» προέκυψε κατά τη διάρκεια του lockdown «μια περίοδο που όπως συνέβη σε κάθε άλλο δημιουργό/καλλιτέχνη δεν υπήρχαν παραγγελίες. Καθώς βρισκόμουν στην τρίτη δεκαετία ως φωτογράφος διασημοτήτων, σκέφτηκα να χρησιμοποιήσω αυτό το χρονικό διάστημα για να κοιτάξω κατάλογό μου και να φτιάξω ένα βιβλίο – ρετροσπεκτίβα της καριέρας μου», λέει.
Και προσθέτει πως «κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας συνειδητοποίησα ότι είχα φωτογραφίσει πάρα πολλούς ηθοποιούς που έπαιξαν έναν “κακό” του Μποντ. Και κατάλαβα ότι υπήρχαν μόνο έξι ηθοποιοί, ακόμα ζωντανοί, που ήταν “εχθροί” του 007 τους οποίους δεν είχα φωτογραφίσει στην 30χρονη καριέρα μου˙ οπότε έκανα αποστολή μου να το κάνω και έτσι είχα το πλήρες σετ».
Ενας από τους σημαντικότερους, λέει ο Γκοτς, «ήταν ο Ράμι Μάλεκ ο πιο πρόσφατος “κακός” που έπαιξε τον Λαϊάτσιφερ Σάφιν στο “No Time To Die” (2021)˙ και μια από τις πιο συγκλονιστικές λήψεις ήταν του Μάικλ Λόνσντεϊλ, που υποδύθηκε τον Χιούγκο Ντραξ, εχθρό του Μποντ και λάτρη του Διαστήματος στο “Moonraker”». Ο Λονσντεϊλ πέθανε σε ηλικία 89 ετών, περίπου μια εβδομάδα μετά τη φωτογράφιση, κατά τη διάρκεια του lockdown, οπότε «αυτό είναι το τελευταίο πορτρέτο αυτού του γίγαντα», θυμάται ο Αντι Γκοτς.
«Ο αγαπημένος μου “Bond Nemesis” είναι χωρίς αμφιβολία ο Ορικ Γκολντφίνγκερ. Το χιούμορ του και η περσόνα του “λαθρέμπορου χρυσού”, που έκλεγε στο γκολφ και στα χαρτιά χωρίς να το έχει ανάγκη, ήταν πολύ μεταδοτική, κάτι σαν τη γερμανική εκδοχή του Ντελ-Μπόι Τρότερ (στη δημοφιλέστατη σειρά του BBC “Only Fools and Horses”, που κυκλοφόρησε στην Ελλάδα με τίτλο “Μόνο για χαζούς”)», υπογραμμίζει.
Ακόμη, προσθέτει: «Είναι τόσο κρίμα που ο υπέροχος ηθοποιός Γκερτ Φρέμπε, που έπαιζε τον “Χρυσοδάκτυλο”, είχε πεθάνει πριν ξεκινήσω τη φωτογραφική μου καριέρα, αλλά θα χρειαστεί μεγάλη προσπάθεια για να νικηθεί αυτός ο υπέροχος χαρακτήρας».
Τα πορτρέτα, που προέκυψαν συνθέτουν την έκθεση «NEMESIS» του Γκοτς, η οποία παρουσιάζεται στο ιταλικό εστιατόριο «Al Mare», ναυαρχίδα του ξενοδοχείου «Carlton Tower Jumeirah» στο Λονδίνο, σηματοδοτώντας την 70η επέτειο από την κυκλοφορία του «Καζινό Ρουαγιάλ» (1953), του πρώτου μυθιστορήματος του Ιαν Φλέμιγκ με ήρωα τον Τζέιμς Μποντ.
Μάλιστα την ημέρα των εγκαινίων της έκθεσης, η οποία θα διαρκέσει μέχρι τις 8 Ιανουαρίου 2024, το «Al Mare» μεταμορφώθηκε σε ένα εκθαμβωτικό καζίνο και πολλοί ήταν οι διάσημοι επισκέπτες της, που απήλαυσαν μια βραδιά με μαρτίνι, ρουλέτα και μπλακ-τζακ, υπό τους ήχους live jazz, ενώ θαύμαζαν τα εντυπωσιακά πορτρέτα του, μεταξύ των οποίων και τα παρακάτω.
Κρίστοφερ Λι, «Τζέιμς Μποντ, Πράκτωρ 007: Ο Ανθρωπος με το Χρυσό Πιστόλι», Φρανσίσκο Σκαραμάνγκα
«Φωτογράφισα τον Κρίστοφερ στο ξενοδοχείο “Savoy”, στο Λονδίνο. Ανυπομονούσα για αυτή τη φωτογράφιση για διάφορους λόγους, αλλά νομίζω ότι το κυριότερο ήταν ότι ο Κρίστοφερ έπαιξε σε περισσότερες ταινίες από οποιονδήποτε άλλον στην ιστορία, πάνω από 220. Είχα μιλήσει μαζί του πολλές φορές στο τηλέφωνο, είχε μια πολύ βαθιά μονότονη φωνή σαν διευθυντής και δεν μπορούσα παρά να νιώθω σαν μαθητής, και (για κάποιο μανιακό λόγο) κατέληξα να απαντώ σε κάθε ερώτηση με ένα “ναι κύριε”. Είχα τον εξοπλισμό μου έτοιμο όταν ο Κρίστοφερ κάθισε στη θέση του και άρχισε να ρουφάει ένα μεγάλο πούρο. Ηταν συναρπαστικό να τον ακούς να απαρνείται ιστορίες από τις παλιές εποχές του κινηματογράφου και την κορυφαία του ταινία “Το Καταραμένο Σκιάχτρο” (“The Wicker Man”, 1973), αν και το πρόσωπό του άρχισε να παραμορφώνεται όταν ανέφερε ότι πρόκειται να το ξαναφτιάξουν. Θα μπορούσα να ακούω τις ιστορίες του με μεγάλη χαρά όλη μέρα, αλλά καθώς πλήρωνα τον χρόνο αναμονής ενός αυτοκινήτου που θα τον πήγαινε στο σπίτι του, δεν το έκανα. Καθώς περπατούσαμε μαζί στους διαδρόμους του “Savoy”, εντόπισε τις παρτιτούρες της κωμικής όπερας “Ο Μικάδος” (1885) των Γκίλμπερτ και Σάλλιβαν. Με κοίταξε με μια αγορίστικη λάμψη στα μάτια και μου είπε ότι τραγουδάει καθημερινά…και τότε ο χώρος γέμισε με τη φωνή του καθώς ερμήνευε το “Τρεις μικρές υπηρέτριες” (“Three Little Maids”)».
Κρίστοφερ Γουόκεν, «Τζέιμς Μποντ, Πράκτωρ 007: Επιχείρηση Κινούμενος Στόχος» (1985), Μαξ Ζόριν
«Τράβηξα τον Κρίστοφερ στη Νέα Υόρκη κατά τη διάρκεια μιας παραγωγής του «Γλάρου» του Τσέχοφ στο Σέντραλ Παρκ. Μου δόθηκε ένας πολύ περιορισμένος χώρος στην αίθουσα για τις πρόβες. Είχα ακούσει ότι ήταν λίγο περίεργος, οπότε είχα προετοιμαστεί. Οταν εμφανίστηκε ήταν σαν να ήταν ο Κρίστοφερ Γουόκεν, που έπαιζε τον ρόλο του Κρίστοφερ Γουόκεν… με μια κάπως ανησυχητική ελαφρότητα. Ηξερα ότι ήθελα μια κοντινή λήψη ολόκληρου του προσώπου του, οπότε χρησιμοποίησα έναν ημιευρυγώνιο φακό και για να πλησιάσω πολύ στο πρόσωπό του, το πρόσωπό του θα γέμιζε τον φακό. Ημουν περίπου 25 εκατοστά από το πρόσωπό του όταν έσκυψε προς τα εμπρός και είπε “έι, τι φρούτο είσαι εσύ;” Αυτό με έκανε να βάλω τα γέλια και μου πήρε μερικά λεπτά για να σταματήσω να γελάω και να συγκρατηθώ… Ακουσα ότι τον φώναζε ένας από τους βοηθούς του θεάτρου, όποτε τράβηξα στα γρήγορα δύο φιλμ. Και μετά, όσο μυστηριωδώς είχε έρθει, έφυγε».
Τσαρλς Ντανς, «Τζέιμς Μποντ, Πράκτωρ 007: Για τα μάτια σου μόνο» (1981), Κλάους
«Φωτογράφισα τον Τσαρλς στο Μέιφεαρ του Λονδίνου. Ηταν το τελευταίο άτομο που φωτογραφήθηκε για την έκθεσή μου “NEMESIS”. Ήθελα να τον τραβήξω εδώ και αρκετό καιρό, αλλά ποτέ δεν είχα την τύχη. Μέσω κοινών φίλων ήξερα ότι ο “Τσάρλι” δεν ήταν πολύ πρόθυμος να φωτογραφηθεί και γι’ αυτό πάντα ο μάνατζέρ του με απέτρεπε ευγενικά. Ο Τσάρλι κι εγώ, όμως, πήγαμε στο ίδιο πανεπιστήμιο στο Λέστερ, DMU, πράγμα τέλειο γιατί ήμασταν καλεσμένοι και οι δύο σε ένα δείπνο αποφοίτων. Χάρη στο έξυπνο και δημιουργικό πλάνο των θέσεων των καλεσμένων στα τραπέζια, στο οποίο βοήθησα…, κατέληξα να κάθομαι δίπλα στον μίστερ Ντανς σε όλη τη διάρκεια του γεύματος και μετά από πολλά ποτήρια κόκκινο κρασί δέχτηκε να τον φωτογραφήσω. Η επιμονή λειτουργεί!»
Μάικλ Λόνσντεϊλ, «Μουνρεϊκερ» (1979), Ούγκο Ντραξ
«Φωτογράφισα τον Μάικλ στο σπίτι του στο Παρίσι. Πάντα ήμουν θαυμαστής του και μου άρεσαν οι ταινίες του από την “Ημέρα του Τσακαλιού” (1973). Η συγκεκριμένη φωτογράφιση έγινε ειδικά για αυτό το project και σε μια εποχή που ο COVID εξαπλωνόταν σε όλο τον κόσμο, και κατά καλή μου τύχη, η φωτογράφιση είχε προγραμματιστεί την τελευταία ημέρα που επιτρέπονταν τα ταξίδια˙ μετά έγινε lockdown και τα αεροδρόμια έκλεισαν. Ηξερα ότι ο Μ. Λόνσντεϊλ ήταν ένας ψηλός άνδρας, 1,85 μ. και αρκετά “γεμάτος”. Έτσι, έμεινα έκπληκτος όταν έφτασα στην κατοικία του και είδα αυτή την εύθραυστη φιγούρα σε αναπηρικό καροτσάκι. Η άμμος του χρόνου δεν είναι ευγενική με κανέναν και μου είχε διαφύγει ότι ένας άντρας 89 ετών, που είχε συνταξιοδοτηθεί πριν από πολλά χρόνια, θα φαινόταν τόσο εύθραυστος. Μετά από ένα απολαυστικό απόγευμα κουβεντιάζοντας και ανταλλάσσοντας ιστορίες, γύρισα στο σπίτι μου περνώντας από ένα έρημο αεροδρόμιο. Περίπου μια εβδομάδα αργότερα ο Μάικλ πέθανε κατά τη διάρκεια του lockdown, οπότε αυτό είναι το τελευταίο του πορτρέτο».
Ρόμπερτ Καρλάιλ, «Ο Κόσμος Δεν Είναι Αρκετός» (1999), Ρενάρ
«Φωτογράφισα τον Ρόμπερτ στο σπίτι του στη Γλασκώβη. Λατρεύω αυτό το ειρηνικό στιγμιότυπο του εντυπωσιακού Ρόμπερτ Καρλάιλ. Πρέπει να πω πόσο ζεστός, φιλικός και πολύ αστείος τύπος είναι αυτός ο κύριος. Πολύ μακριά από τους χαρακτήρες που απεικονίζει στις οθόνες μας, από τον Φράνσις Μπέγκμπι στο “Trainspotting” μέχρι τον Χίτλερ στην ταινία “Χίτλερ: Η Αρχή του Κακού” και τον Ράμπελστίλτσκιν στη σειρά του ABC “Once Upon A Time” στον Χίτλερ. Ακόμα και πολύ άσχημο ζόμπι γίνεται (στις “28 εβδομάδες μετά”, το σίκουελ του “28 ημέρες μετά”»!!
Μαντς Μίκελσεν, «Καζινό Ρουαγιάλ» (2006), Λε Σιφρ
«Γύρισα τον Μαντς στην Κοπεγχάγη της Δανίας. Είναι ένας Τρελός Τρελός Τρελός κόσμος (Mads Mads Mads Mads world)! Ο Μαντς Μίκελσεν στην όμορφη Κοπεγχάγη. Ο Μαντς είναι ένας τόσο προσγειωμένος ζεστός τύπος, αν και παίζει τους κακούς του Χόλιγουντ, ίσως ο καλύτερος. Αγαπημένος Λε Σιφρ, ο δακρύβρεχτος εχθρός του 007 στο remake του “Καζινό Ρουαγιάλ” και τον Κεσίλιους στο “dr Strange” της Marvel. Παρόλο που και οι δύο πιστεύαμε ότι η Marvel έχασε ένα κόλπο και θα έπρεπε να τον είχε αγοράσει πίσω στον τελικό του ENDGAME. Επίσης, παίζει έναν υπέροχο “Hannibal Lecter”. Πρόσφατα τον είδα το ς στη νέα ταινία του “Ιντιάνα Τζόουνς”… υποδύεται πάλι τον απειλητικό κακό με τα σπαστά αγγλικά. Ένα τεράστιο μέρος του εαυτού μου ελπίζει ότι θα παίζει πάντα τον κακό˙ καθώς ο κόσμος χρειάζεται απλώς έναν γοητευτικό και χαρισματικό κακό στο σινεμά».
Χαβιέ Μπαρδέμ, «Skyfall» (2012), Σίλβα
«Φωτογράφισα τον αισθησιακό Ισπανό στα Pinewood Studios στην Αγγλία και είχα την τύχη να συναντήσω μερικές φορές τη γυναίκα του, Πενέλοπε Κρουζ,. Έχει αυτά τα νυσταλέα μάτια κουταβιού αλλά με τέτοια λάμψη, που όταν σε κοιτάζει… αναμφίβολα υπάρχει ένας υπαινιγμός του παρανοϊκού χαρακτήρα του Αντον Τσιγκούρ στην καλτ ταινία των αδελφών Κοέν “Καμμιά πατρίδα για τους μελλοθάνατους”»
Κριστόφ Βαλτζ, «Spectre» (2015), Ερνστ Σταύρο Μπλόφιλντ
«Φωτογράφισα τον Κριστόφ στο Μέιφεαρ του Λονδίνου. Ο Πολ Νιούμαν μου είχε δώσει το παρατσούκλι “One Shot Gotts” (“Ο Γκοτς της Μιας Λήψης”) λόγω της ταχύτητας των φωτογραφίσεών μου. Μερικές φορές οι φωτογραφίσεις είναι πολύ γρήγορες και άλλες φορές καθόμαστε και μιλάμε για ώρες ακόμη και πριν πιάσω την κάμερα. Αυτή η φωτογράφιση ήταν εξαιρετικά γρήγορη καθώς έπρεπε να πιάσω τον Κριστόφ μεταξύ της τελετής BAFTA και του afterparty. Είπε, “ Δρ Γκοτς είναι τιμή μου να είμαι “της μιας λήψης”, το ταλέντο σας προηγείται. (κλικ) Πώς με θέλετε;” Η απάντησή μου ήταν: “Τελειώσαμε… Εχω την λήψη!”»
Αντριου Σκοτ, «Spectre» (2015), Μαξ Ντένμπιχ
«Φωτογράφισα τον Αντριου στο “Flemings Hotel”, στο Μεϊφέαρ. Ηταν ένα όνειρο να τον φωτογραφίζεις και να είσαι κοντά του. Είναι από εκείνους τους ανθρώπους που δεν βάζουν εμπόδια ή απλά θέλουν φαίνεται στα πλάνα η “καλή τους πλευρά”. Αφού ολοκληρώσαμε τη φωτογράφιση εμβληματικών και ιδιόρρυθμων στιγμιότυπων, καθίσαμε για ένα ποτό και κουβέντα. Μιλούσα για σεβασμό στην τέχνη και ωμότητα στο φυσικό πρόσωπο. Το θέμα μετατράπηκε σε κλάμα/άντρες που κλαίνε σε εικόνες. Οπότε πρότεινα, καθώς ήμασταν ακόμα στημένοι, να προσπαθήσουμε να τραβήξουμε μια φωτογραφία με αυτές τις ωμές και ευάλωτες ιδιότητες. Τον ρώτησα τι σκέψη θα χρειαζόταν για να μπορέσει να βγάλει ένα δάκρυ. Αστειευόμενος τον ρώτησα αν έπρεπε να τον τσιμπήσω στο μπράτσο… κάτι που προκάλεσε ένα γέλιο, όχι το επιθυμητό αποτέλεσμα ούτε την καλύτερη ιδέα! Ο Αντριου κάθισε μπροστά μου κοιτάζοντας κάτω τα πόδια του. Ρώτησε “είσαι έτοιμος;” Σήκωσε το κεφάλι του και εκείνη τη στιγμή ένα δάκρυ κύλησε στο μάγουλό του και αποτύπωσα αυτή την αλμυρή στάλα την τέλεια στιγμή. Τράβηξα μόνο αυτή τη μία λήψη της εικόνας με το “δάκρυ” καθώς πραγματικά ένιωσα ότι εισέβαλα σε κάτι που περνούσε, παρόλο που αυτό το κάτι δημιουργήθηκε ειδικά για τη λήψη. Φαινόταν πολύ προσωπικό καθώς προφανώς σκεφτόταν κάτι οδυνηρό για να προκαλέσει το δάκρυ».
Ραμί Μάλεκ, «No Time To Die» (2021), Λαϊάτσιφερ Σάφιν
«Φωτογράφισα τον Ράμι στο “Flemings Hotel”, στο Μέιφεαρ. Ηταν ο ένας ηθοποιός που χρειαζόμουν για να ολοκληρώσω το σετ, σχεδόν σαν μια φανταχτερή εκδοχή του επιτραπέζιου παιχνιδιού με κάρτες Happy Family! Ενας τζέντλεμαν που μιλάει πολύ ήσυχα, αλλά πάντα με μια παιχνιδιάρικη λάμψη στο μάτι. Μιλήσαμε για την ερμηνεία του Φρέντι Μέρκιουρι που του έφερε ένα Οσκαρ, τέλος τον ρώτησα αν θα του άρεσε ο ρόλος του Ελβις˙ ανέφερε ότι ένιωθε πιο άνετα να είναι ο Φρέντυ, καθώς μπορούσε να κρυφτεί πίσω από το μουστάκι και τα μεγάλα δόντια. Αν και θα ήθελε να παίξει τον Μπάστερ Κίτον… και μπορώ να τον δω στον ρόλο αυτόν!»
Δείτε περισσότερα από τη δουλειά του Αντι Γκοτς στον λογαριασμό του στο Instagram