«Κατέβα ουρανέ στη γη/ τα σκοτεινά μας βάραθρα να φέξεις/ να γίνει η αβάσταχτη σιωπή/ κραυγή, λυγμός και λέξεις»…
Με αυτούς τους στίχους ξεκινά η κατανυκτική, υποβλητική αφήγηση της ραψωδίας λ της ομηρικής «Οδύσσειας» από τον Γιάννη Αγγελάκα, για να καταλήξει στο παρηγορητικό: «Για να ’χουν φως οι νύχτες σας/ αυτή ήταν η έννοια μου,/ τι άλλο να προσμένω;», στο εκπληκτικό υβριδικό θέαμα, που έκανε πρεμιέρα στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, την Πέμπτη 21 Δεκεμβρίου.
Τρεις χιλιάδες χρόνια μετά τη δημιουργία της «Ιλιάδας» και της «Οδύσσειας», τα ομηρικά έπη θεωρούνται η απαρχή της ευρωπαϊκής και δυτικής λογοτεχνίας και εξακολουθούν να επηρεάζουν τον δυτικό πολιτισμό εμπνέοντας τη δημιουργία μερικών από τα μεγαλύτερα έργα στη λογοτεχνία, τη μουσική, την τέχνη και τον κινηματογράφο, ενώ το υλικό τους, αν και παμπάλαιο, δεν παύει να προσεγγίζεται καλλιτεχνικά με σύγχρονους τρόπους.
Τώρα, λοιπόν, η «Νέκυια» ή λ, η διασημότερη και πιο πολυσυζητημένη ραψωδία της «Οδύσσειας», όπου περιγράφεται η κάθοδος του Οδυσσέα στον Αδη, οδήγησε σε ένα συγκλονιστικό είδος τελετής. Πρόκειται για μια μουσική και αισθητηριακή εμπειρία, που δεν είναι ούτε συναυλία ούτε παράσταση, αλλά μια ηχοτροπική κατάσταση, δοσμένη «με πλήκτρα, φωνές και μουσικό πριόνι». Παραγωγή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση, η παράσταση «Νέκυια», σε σκηνοθεσία του Χρήστου Παπαδόπουλου, βασίζεται στη μετάφραση της ραψωδίας λ από τον Γεώργιο Ψυχουντάκη, ελεύθερη διασκευή και πρωτότυπους στίχους του Γιάννη Αγγελάκα και της δραματουργού Θεοδώρας Καπράλου.
Ο κορυφαίος δημιουργός της ελληνικής ροκ σκηνής, ο οποίος υπογράφει και τη μουσική σύνθεση, είναι επίσης αφηγητής επί σκηνής μαζί με την Ολια Λαζαρίδου, και μαζί με τις εικόνες του Παπαδόπουλου, δύο μουσικούς, τέσσερις γυναικείες φωνές και τον ηχητικό σχεδιασμό του Coti Κ., συντροφεύουν το κοινό σε μια «surround» κατάβαση στο πιο απόκοσμο, μυστικιστικό και σχεδόν αποκρυφιστικό ομηρικό τοπίο της ραψωδίας λ, στον Αδη, στο θυμικό και στον εαυτό μας.
Το υβριδικό θέαμα θα συνεχιστεί για έξι παραστάσεις έως τις 28 Ιανουαρίου στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης. (Δείτε πληροφορίες εδώ). Το κείμενο δε της «Νέκυια» ξεδιπλώνεται μέσα από τις 64 σελίδες της νέας έκδοσης του Ιδρύματος Ωνάση, που έχει σχεδιαστεί από το Onassis Creative Studio, και διατίθεται στο φυσικό κατάστημα της Στέγης και σε επιλεγμένα βιβλιοπωλεία.
Παράξενο προσευχητάρι και ξόρκι για την απώλεια και κατάβαση στον Αδη και ταξίδι από την άβυσσο του ομηρικού έπους προς το φως, και ταραχή και χάδι, και δέος και συμφιλίωση με το πένθος, η έκδοση περιλαμβάνει το κείμενο της παράστασης του Γιάννη Αγγελάκα και της Θεοδώρας Καπράλου, σημειώσεις και φωτογραφίες από τις πρόβες, αλλά επίσης παρτιτούρες και σημειώματα των συντελεστών της παράστασης.
Η δημιουργία της παράστασης
«Ο Γιάννης Αγγελάκας, με τη μουσική του, μας προτείνει μια κατάβαση. Η “Νέκυια” είναι τόπος συνάντησης. Με αυτούς που έφυγαν και με τον εαυτό μας. Κατεβαίνουμε μαζί και εξερευνούμε τα σκοτάδια. Παίζουμε εκεί μέσα και γελάμε!», ανέφερε ο Χρήστος Παπαδόπουλος, σκηνοθέτης της παράστασης, η οποία ήταν όνειρο ζωής για τον Αγγελάκα.
Η Ολια Λαζαρίδου, εξάλλου, που αφηγείται στη σκηνή τη «Νέκυια», μαζί με τον Γιάννη Αγγελάκα, σχολιάζει: «Μια βόλτα στον Αδη –που είναι η Νέκυια– και μάλιστα με την προοπτική της ανόδου ξανά στο φως, είναι μια πολύ ελκυστική προοπτική. Πόσο μάλλον όταν βρίσκεσαι στο πλάι ενός σύγχρονου ραψωδού των καιρών μας, όπως είναι ο Γιάννης Αγγελάκας. Χαίρομαι που, παρά τη μακρά μου πορεία στο θέατρο, υπάρχουν ακόμα πράγματα να μαθαίνω», δήλωσε η σπουδαία ηθοποιός.
Ο Αγγελάκας, δε, είπε για το project: «Ξεκίνησα πριν 15 χρόνια να διαβάζω, με παρότρυνση της Ολιας Λαζαρίδου, τα ομηρικά έπη από τις μεταφράσεις του Δημήτρη Μαρωνίτη και μαγεύτηκα συνειδητοποιώντας πόσο πρωτοποριακά, πόσο μπροστά ακόμα κι από την εποχή μας είναι αυτά τα υπεράνθρωπα κείμενα. Θα μου πείτε, μετά τα 45 μου ανακάλυψα την Αμερική; Τι να κάνω; Η εμπειρία μου από το σχολείο και την “ελληνική” εκπαίδευση με είχαν απομακρύνει, όπως τους περισσότερους από μας, από το χρυσάφι τους. Ακόμα και σήμερα δεν χωράει στο μυαλό μου το πώς γίνεται αυτά τα πρώτα καταγεγραμμένα λογοτεχνήματα της αρχαιότητάς μας να φαντάζουν αξεπέραστα και να έχουν στοιχειώσει για τα καλά τον Δυτικό πολιτισμό και την παγκόσμια τέχνη (λογοτεχνία, κινηματογράφο κ.ά.)», αφηγείται. Και συνεχίζει λέγοντας: «Η Ολια, πάλι, όταν είδε πως γοητεύτηκα απ’ όλα αυτά, μου πρότεινε να κάνουμε μουσική παράσταση τη “Νέκυια”».
Ο σημαντικότερος ίσως έλληνας ρόκερ ξεκίνησε πριν από καμιά δεκαετία να δοκιμάζει «ατμόσφαιρες, μαζί με τα κορίτσια του πολυφωνικού σχήματος “Διώνη”, που είχαμε συνεργαστεί στο σάουντρακ της “Ψυχής Βαθιάς” του Παντελή Βούλγαρη». Είχε ήδη φανταστεί τον τρόπο που ήθελε να γίνει και έτσι «το εγκατέλειψα, μιας και αυτό που φαντάστηκα ήταν πολύπλευρο, πολυδάπανο και ουσιαστικά ανέφικτο για τα δεδομένα της χώρας μας».
Το φθινόπωρο του 2022, ωστόσο, «με παρότρυνση, αυτή τη φορά, του Παύλου Παυλίδη», πήγε στα γραφεία της Στέγης για να προτείνει το παλιό σχέδιο της «Νέκυιας». Και εκεί έζησε «μια εξωγήινη ή, μάλλον, εξωελληνική εμπειρία. Βρέθηκα με τρεις ανοιχτούς, ζεστούς και ευγενικούς ανθρώπους, την Αφροδίτη [Παναγιωτάκου- Διευθύντρια Πολιτισμού του Ιδρύματος Ωνάση], τον Δημήτρη [Θεοδωρόπουλο] και τη Θεοδώρα [Καπράλου], να ακούν, να γοητεύονται και να ενεργοποιούνται με την ιδέα μου», προσθέτει.
Αυτό ήταν. Aργότερα, όταν έψαχναν να βρουν σκηνοθέτη για τη «Νέκυια», η Αφροδίτη Παναγιωτάκου του έστειλε το βίντεο του «Larsen C», μιας χορευτικής παράστασης του Χρήστου Παπαδόπουλου, για τον οποίο ο Αγγελάκας δεν ήξερε τίποτα απολύτως . Οταν τέλειωσε το βίντεο, «χωρίς δεύτερη σκέψη και ενθουσιασμένος, απάντησα στην Αφροδίτη: “Αυτός είναι ο άνθρωπός μας! Εύχομαι να δεχτεί την πρότασή μας”».
Νέκυια ή ο Οδυσσέας στον Αδη
Στη ραψωδία λ ή «Νέκυια», ο Οδυσσέας και οι σύντροφοί του αναχωρούν από το παλάτι της Κίρκης με προορισμό τη χώρα των Κιμμερίων, όπου βρίσκεται η είσοδος για τον Αδη. Εκεί ο Οδυσσέας ελπίζει να πάρει χρησμό από τον Τειρεσία, για να καταφέρει να επιστρέψει στην Ιθάκη. Μετά από σπονδές και θυσίες, που πραγματοποιεί με τελετουργική ευλάβεια καθ’ υπόδειξη της Κίρκης, ο Οδυσσέας φτάνει εκεί όπου κανένας ζωντανός δεν πάει ποτέ.
Ο Τειρεσίας τον διαβεβαιώνει ότι θα πεθάνει γέρος στην πατρίδα του αρκεί, όταν φτάσει στο νησί όπου βόσκουν οι ιερές αγελάδες του Ηλιου, κανείς να μην τις πειράξει και, μετά την επιστροφή του στην Ιθάκη, να ταξιδέψει σε μέρη όπου οι άνθρωποι δεν γνωρίζουν τι θα πει θάλασσα, να τους μάθει να την υμνούν και να προσφέρει θυσίες στον Ποσειδώνα.
Στη συνέχεια, ο Οδυσσέας συναντά ψυχές νεκρών που έχουν συνδεθεί στενά μαζί του. Και, παρότι οι κάτοικοι του Κάτω Κόσμου έχουν απωλέσει πια τη μνήμη τους, την ανακτούν προσωρινά πίνοντας από το αίμα των ζώων που θυσιάζει ο πολυμήχανος ήρωας, ο οποίος ξαναβρίσκει τους πιο σημαντικούς ήρωες του Τρωικού Πολέμου που χάθηκαν, τον Αγαμέμνονα, τον Αχιλλέα, τον Αίαντα, μυθικούς ήρωες, παλιούς του συντρόφους. Συγκινημένοι, θυμούνται την κοινή τους ζωή και αγωνιούν να μάθουν νέα από τον Πάνω Κόσμο. Σπαρακτική και μνημειώδης είναι η συνάντησή του με τη μητέρα του, Αντίκλεια.