Αποφάσισα πριν τη κάνω για διακοπές να γράψω για τον «εξωγήινο». Να μιλήσω για τον άνθρωπο που σαγηνεύει με τη χαρισματική του προσωπικότητα, το παγκόσμιο ποδόσφαιρο. Αυτόν τον οποίο φθονούν οι συμβατικοί, οι μέτριοι, οι ανεπαρκείς να φτάσουν στον παράδεισο. Να μιλήσω για τον σπουδαιότερο όλων…το αλεξικέραυνο, τον καταλύτη, τον διαχειριστή, τον δημιουργό, τον οξυδερκή, τον πληθωρικό, τον νεφεληγερέτη. Αυτόν, τον οποίο ο Αρίγκο Σάκι χαρακτήρισε ως ηγέτη που γοητεύει και υποτάσσει όσους βρίσκονται στο πλευρό του, ικανό να βγάλει στην επιφάνεια τις πιο μύχιες ανθρώπινες δυνατότητες και παράλληλα να μεταδίδει σιγουριά και αυτοπεποίθηση στους πάντες. Τον «Μου»!
Πρόκειται για ένα από τα καταπληκτικότερα βιβλία στο χώρο του ποδοσφαίρου που έχω διαβάσει. Ο Σάντρο Μοντέο, παρουσιάζει την πολύπλευρη αυτή ποδοσφαιρική περσόνα όπως δεν την έχουμε γνωρίσει μέχρι σήμερα. Μιλάει για πράγματα άγνωστα μέχρι τώρα. Προσεγγίζει όλα τα στοιχεία που έχουν επιδράσει στον «εξωγήινο» κάνοντας ταυτόχρονα σύγκριση – αντιπαράθεση χαρακτηριστικών. Από τον Μπέλα Γκούτμαν, τον προπονητή που όπου δούλεψε πήρε τίτλους και ακολουθούσε την αρχή πως η τρίτη χρονιά είναι πάντα μοιραία, τον Χελένιο Χερέρα και την θεμελιώδη διδαχή του να κοιτάς πάντα μπροστά, να αλλάζεις σκηνή, να εξεγείρεσαι κατά της θλίψης, τον Βαλερί Λομπανόφσκι με τις επιστημονικές μεθόδους τόσο στην προπόνηση όσο και στο στήσιμο της ομάδας, τον Αρτούρ Ζώρζ, τον σπουδαιότερο πορτογάλο προπονητή, τον άνθρωπο που οδήγησε την Πόρτο στην κατάκτηση του Κυπέλλου Πρωταθλητριών το ‘87 στη Βιέννη κόντρα στη Μπάγερν των Ρουμενίγκε και Ματέους, με εκείνο το αλήστου μνήμης «τακουνάκι του Αλλάχ», τους Μπόμπι Ρόπμσον και Λουίς Φαν Γκάαλ έως τον μεγαλύτερο θαυματοποιό όλων των εποχών, τον Χάρι Χουντίνι!
Ο Μοντέο σκιαγραφεί τον «Μου» μέσω της νευροεπιστήμης, με την οποία ο «Μου», συνηθίζει να παίζει στις εκδηλώσεις – προκλήσεις του, αλλά και να αποτελεί ουσιαστικό και αναντικατάστατο συστατικό της εκπαίδευσής του, της ιδέας του για τον αθλητή, τον ποδοσφαιριστή, των μεθόδων προπονήσεων του. Μας μιλάει για τη δουλειά του στη Μπαρτσελόνα, την Μπενφίκα, την Πόρτο, την Τσέλση, τη «Μεγάλη Ιντερ», τη «Βασίλισσα της Ευρώπης», τις σχέσεις με τους Ρομάν Αμπράμοβιτς και Μάσιμο Μοράτι, τις κόντρες με τον τεχνικό διευθυντή της Ρεάλ Μαδρίτης, Χόρχε Βαλντάνο, με τα μίντια της Ιταλίας. Μας υπενθυμίζει τις περίφημες ατάκες του για τον Γιόχαν Κρόϊφ και για τον προκάτοχο του στην Τσέλση, τον Κλαούντιο Ρανιέρι, ακόμα και για τον Ζεσουάλδο Φερέϊρα. Αγγίζει βασικά χαρακτηριστικά της προπονητικής του, της δημιουργίας πολυσύνθετων ποδοσφαιριστών πάντα κατάλληλα προετοιμασμένων τόσο εγκεφαλικά και ψυχολογικά όσο και τεχνικά με βάση τις «αρχές» του παιχνιδιού, χωρικές και χρονικές έτσι ώστε εγκέφαλος και σώμα να εμφανίζονται σε πλήρη συνεργασία και αρμονία με τους παίχτες να συμμετέχουν ενεργά στη σκηνοθεσία των πιο διεισδυτικών κινήσεων. Ο «εξωγήινος», δε θέλει παίχτες που να μοιάζουν με πιόνια του σκακιού, αλλά αθλητές συνειδητούς και πεισμένους για τις «αρχές» που διέπουν αυτές τις κινήσεις. Κάνει ιδιαίτερη αναφορά σε δύο από τα καλύτερα παιχνίδια της Ιντερ, αυτά των Στάμφορντ Μπρίτζ κόντρα στην Τσέλση, και αυτό του Νουέβο Κάμπο κόντρα στο καμάρι της Καταλωνίας, όπου και παρέδωσε μαθήματα προπονητικής μαγείας, εκεί, που η «Μεγάλη Ιντερ», και ενώ έπαιζε με δέκα ποδοσφαιριστές από το 21’ λεπτό, κράτησε τους δύο επιθετικούς μέσα, Ντιέγο Μιλίτο και Σαμουέλ Ετό, όταν όλοι ωρυόντουσαν να τραβήξει τον ένα και στη θέση του να περάσει ένα αμυντικό χάφ. Αυτό που λησμόνησαν όμως, ήταν αυτό που κάνει τον «Μου», ξεχωριστό και που αφήνει τους πάντες έκθαμβους!! Να διαβάζει το παιχνίδι όσο ελάχιστοι, να παίρνει απρόβλεπτες και ριψοκίνδυνες αποφάσεις, που αποδεικνύουν ευελιξία, γνώση, φαντασία με στρατηγικές που στη σύλληψη τους αλλά και κατά την εκτέλεσή τους είναι άκρως χαμαιλεοντικές.
Ο Χρήστος Σωτηρακόπουλος, στο πρόλογο του βιβλίου, παρομοιάζει τον «Μου», με τον καλύτερο προπονητή που δεν είχε ποτέ η εθνική ομάδα ποδοσφαίρου της Αγγλίας, τον Μπράϊαν Κλάφ. Τον χαρακτηρίζει στάρ όπως οι πανάκριβοι παίχτες που προπονεί. Είναι κάτι πολύ περισσότερο. Είναι κάτι εντελώς μοναδικό. Είναι ένα αστέρι που λάμπει. Είναι επαναστάτης. Είναι …«ο Εξωγήινος»! Και όποιος το αρνηθεί, θα ήταν σαν να ισχυρίζεται, πως μετά την ημέρα δεν έρχεται η νύχτα.