Protagon A περίοδος

“Messi – Η βιογραφία ενός μύθου”, Luca Caioli (Παπαδόπουλος)

Σε ένα βιβλίο που διαβάζεται σαν μυθιστόρημα, ο Ιταλός δημοσιογράφος, αρθρογράφος και συγγραφέας Λούκα Καϊόλι (Luca Caioli) αφηγείται για πρώτη και μοναδική φορά την ζωή και την ιστορία του Λιονέλ Μέσι από τις φτωχογειτονιές του Ροζάριο στην Αργεντινή μέχρι την άφιξή του στην Βαρκελώνη.

protagon.import

Σε ένα βιβλίο που διαβάζεται σαν μυθιστόρημα, ο Ιταλός δημοσιογράφος, αρθρογράφος και συγγραφέας Λούκα Καϊόλι (Luca Caioli) αφηγείται για πρώτη και μοναδική φορά την ζωή και την ιστορία του Λιονέλ Μέσι από τις φτωχογειτονιές του Ροζάριο στην Αργεντινή μέχρι την άφιξή του στην Βαρκελώνη.

Με ένα μοναδικό, αφηγηματικό τρόπο, γεμάτο σημαντικές αλλά και άγνωστες, λεπτομέρειες, καταγράφει την διαδρομή του από τις ακαδημίες της τοπικής ομάδας του Ροζάριο στις μικρές ομάδες της ιστορικής Μπαρτσελόνα ως ένα από τα αποκαλούμενα “παιδιά-θαύματα”, τα προβλήματα υγείας ως παιδί και τα ανυπέρβλητα εμπόδια στα πρώτα χρόνια της καριέρας του μέχρι την ανάδειξή του σε διάδοχο του Μαραντόνα στην Εθνική Αργεντινής και σε πραγματικό ηγέτη της αναγεννημένης ομάδας της Καταλωνίας.

Ο Ιταλός δημοσιογράφος και προσωπικός βιογράφος του Μέσι παρακολουθεί την πορεία του βήμα προς βήμα και ανασυνθέτει μια ολοκληρωμένη βιογραφία ενός σύγχρονου μύθου του ποδοσφαίρου, μέσα αποκλειστικές συνομιλίες και συνεντεύξεις με τους γονείς του, τα μέλη της οικογένειάς του, τους παλιούς του φίλους , παιδικούς συμπαίκτες του στην Αργεντινή, τους προπονητές που εντόπισαν το σπάνιο ταλέντο του αλλά  και ειδικούς του ποδοσφαίρου, όπως παλιούς προπονητές του, οι οποίοι τον βοήθησαν να αναδείξει τα αγωνιστικά του χαρακτηριστικά και να ωριμάσει ως άνθρωπο κάτω από εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες.

Σε αυτό το συναρπαστικό βιβλίο ο Λιονέλ Μέσι αποκαλύπτει στον συγγραφέα ακόμα και αθέατες πλευρές του χαρακτήρα του, τις φοβίες και τα μυστικά του -μέσα από μία από τις σπάνιες συνεντεύξεις του σε δημοσιογράφο ή εκπρόσωπο των ΜΜΕ- εξηγεί την σημασία του ποδοσφαίρου στην ζωή του και εξομολογείται με το γνωστό, απλό, λιτό και γεμάτο σεμνότητα ύφος του, πως μεταμορφώνεται μέσα στους αγωνιστικούς χώρους και τα γήπεδα.

Μέσα από τις σελίδες της βιογραφίας, που σκιαγραφεί την ζωή του ειδώλου εκατομμυρίων φιλάθλων σε όλο τον κόσμο, ξεδιπλώνεται το “φαινόμενο Μέσι”, του κορυφαίου ποδοσφαιριστή της εποχής μας, ένα σύγχρονος μύθος του αθλητισμού και πρότυπο για χιλιάδες νεαρούς ποδοσφαιριστές σε δεκάδες χώρες. Τον αγαπημένο “Λίο” των οπαδών της Μπαρτσελόνα και της Εθνικής Αργεντινής, ο οποίος μόλις σε ηλικία 24 ετών έχει καταφέρει να συγκρίνεται με παίκτες-θρύλους του αθλήματος, όπως ο Πελέ και ο Μαραντόνα και να «σπάει» το ένα ρεκόρ μετά το άλλο τόσο στην Ισπανία όσο και σε διεθνές επίπεδο, δημιουργώντας  ρεκόρ σχεδόν ακατάρριπτα για τις επόμενες γενιές….

Η συγκεκριμένη έκδοση κυκλοφορεί ήδη σε περισσότερες από 37 χώρες σε όλο τον κόσμο ενώ έχει μεταφραστεί σε 14 γλώσσες: Αγγλικά, Γερμανικά , Γαλλικά, Ιταλικά, Πορτογαλικά, Ολλανδικά, Τσεχικά, Σλοβακικά, Δανέζικα, Πολωνικά, Ρωσικά, Ιαπωνικά, Περσικά και Κορεατικά.

Εκτός από μια εκπληκτική, αποκαλυπτική και τεκμηριωμένη βιογραφία, που φωτίζει τις άγνωστες, ανθρώπινες και έντονα φορτισμένες συναισθηματικά πτυχές της πραγματικής ιστορίας του Μέσι, το βιβλίο “MESSI – η βιογραφία ενός μύθου” είναι  ταυτόχρονα και ένα μοναδικό πορτρέτο μιας ποδοσφαιρικής ιδιοφυΐας, που γράφει καθημερινά ιστορία μέσα στα γήπεδα…

O Luca Caioli είναι διάσημος Ιταλός δημοσιογράφος, αρθογράφος και συγγραφέας, με ειδικότητα στις βιογραφίες μεγάλων μορφών του παγκόσμιου αθλητισμού. Γεννήθηκε στο Μιλάνο το 1958, εργάστηκε στη Γαλλία και την Ισπανία ενώ διαμένει μόνιμα από το 2001 στη Μαδρίτη. Έχει εργαστεί σχεδόν για τριάντα χρόνια ως δημοσιογράφος σε εφημερίδες, περιοδικά και ηλεκτρονικά Μέσα (ραδιόφωνο και τηλεόραση) στην Ιταλία,  τη Γαλλία και την Ισπανία. Πριν στραφεί στη συγγραφή βιβλίων, είχε πραγματοποιήσει έρευνες, μελέτες και ρεπορτάζ, τα οποία απέσπασαν βραβεία και τιμητικές διακρίσεις. Την τελευταία δεκαετία έχει εκδώσει βιογραφίες για κορυφαίους αθλητές, όπως οι ποδοσφαιριστές Μέσι, Ρονάλντο, Ροναλντίνιο, Ζιντάν, Καρίμ Μπενζεμά και Φερνάντο Τόρες και ο παγκόσμιος πρωταθλητής ποδηλασίας Λανς Άρμστρονγκ, οι οποίες μεταφράστηκαν σε περισσότερες από 17 γλώσσες και ένα μυθιστόρημα με τον τίτλο «Αύριο» το 2010.

Ακολουθεί απόσπασμα από το βιβλίο

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
Νοσοκομείο Γκαριμπάλντι
24 Ιουνίου του 1987

Μια κτιριακή κατασκευή χρώματος κρεμ, με τον αέρα των οικοδομημάτων της εποχής του 19ου αιώνα, καλύπτει ένα τετράγωνο στο νούμερο 1.249 της οδού Βισασόρο. Είναι ένα ιταλικό νοσοκομείο αφιερωμένο στον Τζιουζέπε Γκαριμπάλντι. (Ο Τζιουζέπε Γκαριμπάλντι ήταν σημαντική στρατιωτική και πολιτική φυσιογνωμία της Ιταλίας καθώς και ήρωας του Ιταλικού πολέμου της Ανεξαρτησίας. Συμμετείχε επίσης στον Εμφύλιο Πόλεμο της Ουρουγουάης στο πλευρό του Κόμματος Κολοράντο, που επικράτησε στον πόλεμο. Έχει λάβει το προσωνύμιο του «Ήρωα των Δύο Κόσμων» για τη συμμετοχή του στους δύο αυτούς πολέμους, ενώ για τους Ιταλούς θεωρείται εθνικός ήρωας). Ο Γκαριμπάλντι στο Ροζάριο έχει τιμηθεί με ένα άγαλμα στην πλατεία που φέρει το όνομα «Ιταλία». Ηταν ένα πρόσωπο δημοφιλές, ένας «Ήρωας των Δύο Κόσμων», επειδή κατά τη διάρκεια της εξορίας του στη Νότια Αμερική κέρδισε τη μάχη στον ποταμό Παρανά και σε αυτά τα εδάφη ο ίδιος μαζί με τα «ερυθρά πουκάμισα», τους εθελοντές συντρόφους του, άφησαν τα ίχνη τους. Για παράδειγμα στα νοσοκομεία που ίδρυσαν οι πολιτικοί εξόριστοι στο Ροζάριο και στο Μπουένος Άιρες δόθηκαν ονόματα από τους Γκαριμπαλντίνι και τους Μαζινιάνι καθώς και από τις κοινότητες της αλληλοβοήθειας. Το συγκρότημα του νοσοκομείου του Ροζάριο εγκαινιάστηκε στις 2 Οκτωβρίου του 1892 για να βοηθηθεί η ιταλική κοινότητα, που αποτελούσε περισσότερο από το 70% των μεταναστών που ήρθαν από την άλλη μεριά του Ωκεανού. Σήμερα το νοσοκομείο έχει μία από τις καλύτερες γυναικολογικές κλινικές της πόλης. Είναι εδώ όπου αρχίζει η ζωή του τρίτου γιου της οικογένειας Μέσι – Κουτσιτίνι, του Λιονέλ Μέσι στις 6 π.μ. ενός χειμωνιάτικου πρωινού. Ο πατέρας ήταν 29 ετών και ήταν επικεφαλής στο τμήμα της σιδηρουργίας Ασίνταρ, στη βίλα Κοστιτουσιόν (Συντάγματος), 50 χιλιόμετρα έξω από το Ροζάριο. Η μητέρα Σέλια ήταν 27 χρόνων και δούλευε σε ένα εργαστήριο που κατασκεύαζε μαγνητικές μπομπίνες. Γνωρίζονταν μεταξύ τους από μικρά παιδιά καθώς ζούσαν στην περιοχή του Λας Χέρας που πριν, λόγω των πολλών Εβραίων κατοίκων, ονομαζόταν «κράτος του Ισραήλ» και σήμερα Σαν Μαρτίν, στη νότια πλευρά της πόλης, δρόμοι ανθρώπων ταπεινών και εργαζομένων. Ο Αντόνιο, ο πατέρας της Σέλια, ήταν μηχανικός, διόρθωνε ψυγεία, ανεμιστήρες και άλλες ηλεκτρικές συσκευές σπιτιού. Η Σέλια (η γιαγιά του Λέο) δούλευε για χρόνια σαν καθαρίστρια. Ο Εουσέμπιο (ο παππούς του Λέο), ο πατέρας του Χόρχε, εργαζόταν στις οικοδομές. Η μητέρα του Χόρχε ήταν οικιακή βοηθός. Η απόσταση των σπιτιών ήταν γύρω στα εκατό μέτρα το ένα από το άλλο. Οι οικογένειές τους είχαν ρίζες ιταλικές και ισπανικές όπως πολλές άλλες σε αυτή τη γη. Το «Μέσι» είναι ένα επίθετο που προέρχεται από το Ρικανάτι της επαρχίας της Ματσεράτα, την πόλη στην ευρύτερη επαρχία Μάρκες, όπου γεννήθηκε ο ποιητής Τζιάκομο Λεοπάλντι και ο τενόρος Βενιαμίνο Τζίλι. Από εκεί έφυγε στα τέλη του 19ου αιώνα για την Αμερική, ανάμεσα στα άλλα και το πλοίο του προγόνου της οικογένειας Άντζελο Μέσι. Όπως οι άλλοι χιλιάδες μετανάστες της χαμηλής κοινωνικής τάξης και αυτός, προς αναζήτηση μιας καλύτερης ζωής στον νέο κόσμο. Το ίδιο έχουν ιταλικές ρίζες και οι «Κουτσιτίνι» από την πλευρά του πατέρα. Οικογένειες που προέρχονταν από την Πάμπα Ούμεδα κατέληξαν να εγκατασταθούν στην πόλη. Σε 305 χιλιόμετρα απόσταση από την ομοσπονδιακή πρωτεύουσα, η πόλη Ροζάριο, με λιγότερο από ένα εκατομμύριο κατοίκους, είναι η πιο πολυπληθής του Σάντα Φε, εκτείνεται μέχρι τις παρυφές του Παρανά. Η Κοστανέρα εκτείνεται κατά μήκος του ποταμού μέχρι τη γέφυρα της Νουέστρα Σενιόρα Ντε Ροσάριο, όπου εδώ και λίγα χρόνια, μέσα από το νερό και τα νησάκια του ποταμού, συνδέεται η πόλη με τη Βικτόρια. Πάντα ο ποταμός Παρανά υπήρξε μια σημαντική αρτηρία εμπορίου. Από εδώ ξεκινάνε και διανέμονται σε όλη την αγορά του Νότου πολλά αγροτικά προιόντα, η σόγια για παράδειγμα, που τα τελευταία χρόνια έχει φέρει πλούτο σε αυτές τις περιοχές και μεταμόρφωσε τον αστικό ιστό. Νέα γραφεία, νέοι ουρανοξύστες και απίστευτα Σαλέ υψώνονται μπροστά στις όχθες του με τη λεπτή άμμο. Και παρ’ όλα αυτά η Ροζάριο συνεχίζει να είναι «η πόλη της Σημαίας». Ομάδες από σχολιαρόπαιδα φορώντας την άσπρη στολή τραβούν φωτογραφίες μπροστά στο μνημείο της Σημαίας το οποίο έχει φτιαχτεί στο στιλ της παλιάς Σοβιετικής Ένωσης και το οποίο εγκαινιάστηκε το 1957 για να θυμίζει τον τόπο που στις 23 Φεβρουαρίου του 1812, ο στρατηγός Μανουέλ Μπελγκράνο διέταξε την έπαρση της εθνικής σημαίας για πρώτη φορά. Η Ροζάριο είναι μια πόλη απογόνων μεταναστών, με βίλες, γειτονιές από παράγκ
ες και Σαλέ.

Αφήνοντας πίσω την ιστορία της μετανάστευσης, την ανάμειξη των πολιτισμών, των γλωσσών και των εθίμων με τα οποία η Αργεντινή είναι γεμάτη και επανερχόμενοι στην ιστορία του ζεύγους Χόρχε και Σέλια, αξίζει να αναφέρουμε ότι γνωρίστηκαν, ερωτεύτηκαν και έγιναν ζευγάρι σε πολύ μικρή ηλικία..

Στις 17 Ιουνίου του 1978 παντρεύτηκαν στην εκκλησία Λα Κορασόν Ντε Μαρία. Η Αργεντινή διοργάνωνε το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου. Νιόπαντροι, την επόμενη ημέρα στο ταξίδι του μέλιτος στην Μπαριλότσε, δεν έχασαν τον αγώνα Αργεντινή – Βραζιλία που επιπλέον διεξήχθη στο Ροζάριο. Στο τέλος ολοκληρώθηκε ισόπαλος 0-0. Οκτώ μέρες μετά στο στάδιο Μονουμεντάλ της Ρίβερ Πλέιτ, στο Μπουένος Άιρες, η Αλμπισελέστε του Σέζαρ Λουίς Μενότι κερδίζει το Παγκόσμιο Κύπελλο επικρατώντας με 3 – 1 της Ολλανδίας. Ήταν μια ομαδική τρέλα. Ο Φιγιόλ, ο Ολγκίν, ο Γκαλβάν, ο Πασαρέλα, ο Ταραντίνι, ο Αρντίλες, ο Γκαλιέγκο, ο Ορτίς, ο Μπερτόνι, ο Λούκε και ο Κέμπες, όλα αυτά έμοιαζαν να έκαναν τον λαό να ξεχάσει την «Εθνική Αναδιοργάνωση», τους ανθρώπους που αντιστάθηκαν και πέθαναν (περισσότεροι από 30.000 νεκροί), τους εξαφανισμένους, τα βασανιστήρια και την τρομοκρατία της σκληρής και αιματηρής στρατιωτικής δικτατορίας του στρατηγού Χόρχε Ραφαέλ Βιντέλα, που εδραιώθηκε στις 24 Μαρτίου του 1976 με την αποπομπή της Ιζαμπελίτα Περόν.

Σήμερα στους δρόμους του Μπουένος Άιρες μπορεί κανείς να δει ένα ενθύμιο, σχεδιασμένη τη λέξη «inmundomundial» (δηλ. «στον κόσμο του Παγκοσμίου Κυπέλλου» ), γραμμένη στο χορτάρι ενός γηπέδου με την ημερομηνία 1978.

Δύο χρόνια μετά η χώρα πορεύεται με την ίδια πολιτική κατάσταση της τρομοκρατίας αλλά «η ζωή συνεχίζεται…».

Η Σέλια και ο Χόρχε έγιναν γονείς, στις 9 Φεβρουαρίου του 1980, γεννήθηκε ο Ροντρίγκο Μαρτίν, και σε μια από τις πιο σκοτεινές στιγμές της ιστορίας της χώρας γεννήθηκε ο δεύτερος γιος, ο Ματίας Χοράτιο. Στις 25 Ιουνίου του 1982, εντός 11 ημερών που διήρκεσε και πήρε τέλος ο πόλεμος των Φόκλαντς, η Αργεντινή έχασε και μετράει τους νεκρούς της. 649 νεκρούς και πάνω από 1.000 τραυματίες. Κανείς δεν θα ξεχάσει τους δυόμισι μήνες που ακολούθησαν, όπου τα πάντα «φωτίζονταν από τις φωτιές». Νέοι χωρίς εκπαίδευση και με πενιχρά πολεμοφόδια, εθελοντές που πίστεψαν σε έναν φτηνό πατριωτισμό για την επανάκτηση των νησιών του αρχιπελάγους των Φόκλαντς (Λας Μαλβίνας), τα οποία είχαν κατακτηθεί από τους Βρετανούς το 1833. Η επιχείρηση Ροζάριο, αυτό ήταν το όνομα της αργεντίνικης επίθεσης στις 2 Απριλίου του 1982, της οποίας την εποπτεία είχε ο στρατηγός Λεοπόλντο Γκαλτιέρι, ήταν ακόμα μια από τις πολλές μανούβρες της δικτατορίας, της στρατιωτικής χούντας, για να απομακρύνει την προσοχή από την οικονομική καταστροφή και τον σχεδιασμό του οικονομικού προγράμματος του 1980. Πολιτικές που έφτασαν τη χώρα σε έναν πληθωρισμό της τάξεως του 90%, σε μια οικονομική ύφεση σε όλα τα επίπεδα, στην αύξηση του χρέους στο εξωτερικό των επιχειρήσεων και του κράτους, στη μείωση των ημερομισθίων και τη βαθμιαία πτώχευση της μεσαίας τάξης, μίας από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις ιστορικά σε σχέση με τις άλλες λατινοαμερικάνικες χώρες. Ο πόλεμος έπρεπε να κάνει να ξεχαστεί το δράμα που ζούσε η χώρα και να βυθίσει τον κόσμο σε ένα κύμα πατριωτισμού, αλλά ο Γκαλτιέρι δεν υπολόγισε τη Μάργκαρετ Θάτσερ, «τη σιδηρά κυρία», ούτε τις επιχειρήσεις της αυτού υψηλότητας της βασίλισσας Ιζαμπέλας της 2ης.

Μέσα σε λίγες εβδομάδες, οι ειδικές δυνάμεις της Βρετανίας διέλυσαν τον αργεντίνικο στρατό, μια καταστροφή που μέσα σε ένα χρόνο έφτασε να ρίξει τη στρατιωτική χούντα και οδήγησε στη γιορτή της δημοκρατίας. Η επανάκτηση των Μαλβίνας (Φόκλαντς) συνέχισε να είναι μια ανοιχτή απαίτηση. Στο Ροζάριο, και στο πάρκο της σημαίας, έκαναν ένα μνημείο αφιερωμένο στους ήρωες που ζουν στα Μαλβίνας, και στο Σύνταγμα του 1994 μπορεί κανείς να διαβάσει ότι η επανάκτηση της εθνικής κυριαρχίας είναι ένας στόχος αδιαπραγμάτευτος. Παρ’ όλα αυτά το 1983, ο νικητής των εκλογών ήταν ο Ραούλ Αλφονσίν, ένας από τους λίγους πολιτικούς που κράτησε απόσταση από τους στρατιωτικούς, υποστηρίζοντας ότι το μοναδικό που επιτυγχάνεται με τον πόλεμο είναι η ενδυνάμωση της δικτατορίας.

Τέσσερα χρόνια μετά όταν η Σέλια ήταν έγκυος στο τρίτο παιδί της, η κατάσταση ήταν ακόμα δραματική. Τη Μεγάλη Εβδομάδα του 1987, η Αργεντινή βρίσκεται στο κατώφλι του εμφυλίου πολέμου. Οι «Καραπιντάντας», νέοι αξιωματικοί του στρατού με επικεφαλής τον αντισυνταγματάρχη Άλντο Ρίκο, στασίασαν ενάντια στην κυβέρνηση ζητώντας να σταματήσουν οι δικαστικές διαδικασίες για την τιμωρία των στρατιωτικών που κατηγορούνταν για καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων κατά την επικράτηση του στατιωτικού καθεστώτος. Η αξίωση του στρατεύματος όμως δεν ήταν σύμφωνη με τη διάθεση του προέδρου.

Ο κόσμος βγήκε στους δρόμους για να υποστηρίξει τη δημοκρατία. Η Γενική Συνομοσπονδία Εργασίας (CGT) κηρύσσει γενική απεργία. Στις 30 Απριλίου, ο Ραούλ Αλφονσίν ηγείται του πλήθους στην πλατεία Μάγιο και διαδηλώνει ότι «Το σπίτι είναι εν τάξει, ευτυχισμένο Πάσχα». Μια φράση που θα μείνει στην ιστορία, γιατί δεν ήταν και πολύ μακριά από την πραγματικότητα. Ο πρόεδρος, ωστόσο, χωρίς καμία δύναμη επάνω στο εξεγερμένο στράτευμα, έπρεπε να διαπραγματευτεί με τους «Καραπιντάντας», και να τους διαβεβαιώσει για την παύση των διώξεων ενάντια στους στρατιωτικούς. Είναι ο νόμος της «Υποχρεωτικής Συμμόρφωσης». Συγχωρούσε τους ανώτερους στρατιωτικούς και τους υφισταμένους τους για τις βαρβαρότητες που έγιναν και καταλόγιζε μόνο το ότι παρέβησαν τις υποδείξεις των ανωτέρων τους. Αυτός ο νόμος τέθηκε σε ισχύ στις 23 του Ιουνίου του 1987, την ίδια μέρα που η Σέλια μπήκε στη γυναικολογική κλινική του Νοσοκομείου Γκαριμπάλντι. Τα άλλα δύο παιδιά της, ο Ροντρίγκο 7 ετών και ο Ματίας 5 χρόνων, έμειναν στο σπίτι με τη γιαγιά τους ενώ ο Χόρχε τη συνόδευσε. Μετά από δύο αγόρια η Θέλια θα ήθελε ένα κορίτσι, αλλά τα χρωμοσώματα… είπαν ότι επρόκειτο για ένα ακόμα αγόρι. Η εγκυμοσύνη ήταν καλή, αλλά την τελευταία ώρα τα πράγματα έγιναν δύσκολα. Ο γυναικολόγος Νορμπέρτο Οντέτο τούς ενημερώνει για μια επιπλοκή και αποφασίζει να προκαλέσει τη γέννα για να αποφευχθούν οι συνέπειες για το μωρό. Ο Χόρχε θυμάται ακόμα σήμερα τον τρόμο που είχε αυτές τις στιγμές, τον πανικό που ένιωσε όταν ο γιατρός τού είπε ότι επρόκειτο να χρησιμοποιήσει τις λαβίδες για να βγάλει το μωρό και τις παρακλήσεις του για να γίνει ό,τι είναι δυνατό προκειμένου να αποφευχθεί η χρήση τους, καθώς σε πολλές περιπτώσεις πατεράδων προκαλούσαν μια αίσθηση τρόμου, εξαιτίας των διαφόρων που κυκλοφορούσαν ότι προκαλούν αναπηρίες και προβλήματα στα μωρά. Λίγα λεπτά πριν τις 6 το πρωί γεννιέται ο Λιονέλ Αντρές Μέσι, 3 κιλών βάρους και 47 εκατοστών ύψους. Κατακόκκινος σαν ντομάτα και με το ένα αυτί του εντελώς διπλωμένο, εξαιτίας των πιέσεων για να βγεί στο φως. Αυτή η ανωμαλία όπως και σε πολλές άλλες περιπτώσεις πρόωρων νεογέννητων εξαφανίζεται σε λίγες ώρες. Και μετά από τον τρόμο έρχεται η ευτυχία, το νεογέννητο είναι ένα μωρό «κοκκινισμένο» μα υγιές.

Πιο πέρα από τις πόρτες του νοσοκομείου παρ’ όλα αυτά η κατάσταση ήταν λιγότερο ήρεμη. Μια βόμβα είχε εκραγεί στην πόλη και μια άλλη στη βίλα Κονστιτουσιόν που δούλευε ο Χόρχε. Σε όλη την Αργεντινή ο αριθμός των εκρήξεων έφτασε τις 15. Δεν προκάλεσαν θύματα, μόνο υλικές ζημιές και ήταν αποτέλεσμα του νόμου της «Υποχρεωτικής Συμμόρφωσης». Δείχνει μια χώρα διαχωρισμένη να έχει υποκύψει στη στρατιωτική δύναμη και βυθισμένη σε μια μεγάλη οικονομική κρίση. Η Γραμματεία Εσωτερικού Εμπορίου καταλήγει να δηλώσει την έναρξη ισχύος των νέων τιμών των προϊόντων διατροφής. Το γάλα και τα αυγά πήραν μία αύξηση της τάξης του 9%, η ζάχαρη και το καλαμπόκι 12%, το ψωμί και το κρασί 10%, το μάτε 21%, το ρεύμα 10% και το γκάζι 8%. Αυξήσεις που δυσκόλευαν μια οικογένεια με εργαζόμενους όπως αυτή των Μέσι – Κουτσιτίνι η οποία, ωστόσο, μπορεί να υπολογίζει σε δύο μισθούς και ένα σπίτι στην ιδιοκτησία τους. Το σπίτι το είχε φτιάξει ο Χόρχε με τη βοήθεια του πατέρα του Εουσέμπιο, εντός μίας εβδομάδας, μέσα σε μια έκταση 300 τετραγωνικών μέτρων που ήταν ιδιοκτησία της οικογένειας. «Δύο τούβλα» και μια πίσω αυλή όπου τα παιδιά μπορούσαν να παίξουν, πάντα στη συνοικία των «Λας ΄Ερας». Εκεί στις 26 Ιουνίου έφτασε ο Λιονέλ Μέσι και η μητέρα του όταν βγήκαν από το ιταλικό νοσοκομείο. Εξι μήνες μετά, τον βλέπουμε σε ένα οικογενειακό άλμπουμ επάνω στο κρεβάτι των γονιών του, στρουμπουλό και χαμογελαστό, με μπλε παντελονάκι και άσπρο μπλουζάκι. Στους 12 μήνες αρχίζει να τρέχει ξοπίσω από τα μεγαλύτερα αδέρφια του και έχει και το πρώτο του ατύχημα. Βγήκε από το σπίτι χωρίς να το ξέρει κανείς προφανώς για να πάει να παίξει με τους άλλους στο δρόμο, που ακόμα δεν ήταν ασφαλτοστρωμένος, και από τον οποίο σπάνια περνούσε κανένα αυτοκίνητο. Έρχεται ένα ποδήλατο και τον παρασύρει. Αυτός κλαίει απελπισμένος, όσοι ήταν στο σπίτι βγήκαν τρέχοντας στο δρόμο. Έμοιαζε να μην έχει γίνει τίποτα παρά μόνο ένα ξάφνιασμα. Αλλά τη νύχτα δεν σταμάτησε να παραπονιέται. Είχε το αριστερό του μπράτσο πρησμένο. Τον πήγανε στο νοσοκομείο. Σπάσιμο βραχίονα (ωλένης). Γύψος. Σε λίγες εβδομάδες ήδη θεραπεύτηκε. Μόλις φθάνουν τα πρώτα του γενέθλια οι θείοι του ήθελαν να τον ενθαρρύνουν και του χαρίζουν μία μπλούζα για να τον κάνουν να διαλέξει την ομάδα ποδοσφαίρου, ήταν μια φανέλα των Νιούελς Ολντ Μπόις. Αλλά ακόμα ήταν πολύ νωρίς. Στα 3 χρόνια της ηλικίας του ο Λέο προτιμάει τις ζωγραφιές και τις μικρές σφαίρες, τις μπίλιες. Τις κέρδιζε σε ποσότητες από τους φίλους του και η τσάντα του ήταν γεμάτη. Στον παιδικό σταθμό και στο σχολείο πάντα είχε ώρα για να παίξει με κάτι στρογγυλό. Για τα τέταρτα γενέθλιά του οι γονείς του τού χάρισαν μια μπάλα άσπρη με κόκκινους ρόμβους. Στην επέτειο αυτή αρχίζει η μοιραία έλξη. Μέχρι που μία μέρα εκπλήσσει όλο τον κόσμο όταν ο πατέρας του και τα αδέρφια του έπαιζαν στον δρόμο, και ο Λέο για πρώτη φορά αποφασίζει να παίξει μαζί τους. Τις προηγούμενες φορές προτιμούσε να παίζει με τις μπίλιες αλλά αυτή τη φορά όχι. «Μείναμε κόκαλο βλέποντας αυτό που έκανε», λέει ο Χόρχε. «Δεν είχε ξαναπαίξει».