Πήγα στο Θέατρο την Τρίτη το βράδυ και γύρισα σπίτι ξαλαφρωμένος και ξένοιαστος. Η Αντιγόνη Αμανίτου σκηνοθέτησε μια πολύ καλή ομάδα ηθοποιών (Πολύδωρος Βογιατζής, Λεμονιά Γιανναρίδου, Παναγιώτης Κλίνης, Μαρίνα Πολυμέρη και Αλέξανδρος Σωτηρίου) μέσα στο απλό, καλόγουστο και λειτουργικό σκηνικό του Κώστα Βελινόπουλου (που εξάντλησε το χιούμορ του και στα κοστούμια, ειδικά στο δεύτερο «αμπιγιέ» φόρεμα της οικοδέποινας!). Η παράσταση είχε ρυθμό και μέτρο και δεν κατάλαβα για πότε τέλειωσε. Με έβγαλε πάντως στο δρόμο ανάλαφρο και χαμογελαστό με πολλές απλές σκέψεις στο μυαλό για τις σχέσεις των ανθρώπων και για τις «παλιές» παρέες που τους τυχαίνει κάποιο ή κάποια μέλη τους να γίνουν «διάσημα», να «βγαίνουν στην τηλεόραση» και να προκαλούν ανάμικτα συναισθήματα στην «παλιά παρέα» που τους αντιμετωπίζει πια σαν κάτι «ξεχωριστό», «πετυχημένο» -«επώνυμο». Είναι αυτός ή αυτή που κάνει την υπόλοιπη παρέα να νοιώθει, ανεξήγητα, κάποια αμηχανία.
Η Agnes Jaoui και ο Jean-Pierre Bacri γράψανε ένα πολύ απλό έργο που έγινε στη Γαλλία μεγάλη επιτυχία ίσως ακριβώς επειδή μας περιγράφει με χιούμορ και τρυφερότητα όλους τους παλιούς φίλους που ξαναβρισκόμαστε μετά από δέκα ή είκοσι χρόνια και προσπαθούμε να αναγνωρίσουμε από τη μια μεριά ο ένας τον άλλον, ενώ, συγχρόνως, δεν μπορούμε και να μην αλληλοσχολιάζουμε ο ένας τον άλλον και λίγο (ή και πολύ!) «κριτικά» – με κριτήριο το τι έχουμε «πετύχει» ο καθένας και σε τι «έχουμε μείνει πίσω». Η Αμανίτου μετάφρασε το έργο λαμπερά και τόκανε πολύ «δικό μας» στην καθημερινή του γλώσσα, έτσι που θα μπορούσε εύκολα να νομίσει κανείς ότι η πρώτη του γραφή ήταν η Ελληνική. Το εύρημα να ζει ο θεατής όσα συμβαίνουν στο σαλόνι από την κουζίνα του οικοδεσπότη και της γυναίκας του, μας δίνει την ευκαιρία για γέλιο αλλά και για κάποιες, ελαφρές πάντα, «δεύτερες σκέψεις» για το πώς καταντήσαμε να χτίζουμε τις σχέσεις μας και να οικοδομούμε τις εξαρτήσεις μας από τους «δικούς μας» ανθρώπους τόσο επιφανειακά όσο μας διδάξανε τα περιοδικά lifestyle και τα μοδάτα ΜΜΕ, έντυπα και ηλεκτρονικά. Σ ‘αυτούς τους πέντε ανθρώπους και στις «ελλείψεις» τους αναγνωρίζουμε όλοι λίγο από τον εαυτό μας και τα δικά του «κολλήματα» – ενώ συγχρόνως απολαμβάνουμε καλό θέατρο, καλοκουρδισμένο, σχεδόν χορογραφημένο στην ελαφράδα του έτσι ώστε να μην πέσει μια τζούρα παραπάνω αλάτι στο φαγητό και γίνει ο μπακαλιάρος λύσσα –όπως συμβαίνει στο έργο. Σωστά φωτισμένο όλο το πακέτο από τον Γιάννη Δρακουλαράκο (τι μεγάλη υπόθεση είναι το φώς και στο θέατρο – όπως και παντού θα μου πείτε!) και με την κατάλληλη μουσική επιμέλεια (Γαλλικό τραγούδι βέβαια) από τον Δημήτρη Βόγλη, προσφέρει στον θεατή εκείνη την πολύτιμη ανάσα της αληθινής ψυχαγωγίας από την οποίαν δεν περιμένεις να γίνεις σοφότερος ή να λύσεις τα υπαρξιακά σου ζητήματα, κερδίζεις όμως μια βαθειά ανάσα αισθητικού οξυγόνου και ανακούφισης που σε βοηθάει να ενισχύσεις τις αντιστάσεις σου απέναντι στις δυσκολίες και τις μιζέριες, τα βάσανα και τα ζόρια, τις κακογουστιές αλλά και τις μασονίες της μετριότητας που καθημερινά μας καταπνίγουν.
Η παράσταση παίζεται κάθε Δευτέρα, Τρίτη και Τετάρτη στις 21.15, στο Θέατρο «Σημείο» (πρώην «Απλό Θέατρο») που βρίσκεται πίσω από το Πάντειο στον αριθμό 4 της οδού Χαριλάου Τρικούπη. Αν θέλετε να βγείτε μια βόλτα χαλαρή στην περιοχή μιας τέχνης του θεάτρου όχι «βαριάς» ή φορτωμένης κρυφά νοήματα, για να γελάσετε και να σκεφτείτε τις δικές σας αναλογίες στην συνταγή που χρησιμοποίησαν οι δύο συγγραφείς του έργου αυτού που ψηλαφίζει σοφά την σύγχρονη καθημερινότητα μας –κυρίως όσο αφορά τις σχέσεις των ανθρώπων – τραβήξτε κι’ εσείς «ντουγρού στη λεωφόρο του Συγγρού» για να χαρείτε την πρώτη νομίζω σκηνοθεσία της Αντιγόνης Αμανίτου στην παράσταση αυτή με τον τρυφερά καθημερινό τίτλο «Κουζίνα και εξαρτήσεις». Θα το ευχαριστηθείτε